Πιο συγκεκριμένα, αναφερόμενος στους εμβολιασμούς που - παρά τη «μαγική εικόνα» της κυβερνητικής προπαγάνδας - απέχουν μακράν από το χτίσιμο «τείχους ανοσίας», άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο της υποχρεωτικότητάς τους σε ειδικές ομάδες εργαζομένων, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Σε λίγο, την πειθώ την οποία μέχρι στιγμής έχει χρησιμοποιήσει η πολιτεία θα τη διαδεχθεί και η επίσημη θέση για το ζήτημα του υποχρεωτικού εμβολιασμού υγειονομικών και εργαζομένων σε μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων». Ανακοίνωσε δε πως πολύ σύντομα - μετά από αίτημά του - θα γνωμοδοτήσει δημόσια η Επιτροπή Βιοηθικής για το θέμα.
Πρόσθεσε ακόμα πως, μήνες μετά την έναρξη των εμβολιασμών, «κάτι περισσότερο από 2.300.000 συμπολίτες μας είναι πλήρως εμβολιασμένοι», και έτσι χτίζεται το τείχος ανοσίας. Εβαλε, βέβαια, θέμα ότι «υπάρχουν σήμερα περιοχές της χώρας μας για ειδικούς λόγους, κάποιοι μπορεί να είναι κατανοητοί, κάποιοι είναι ακατανόητοι σε εμένα, που υστερούν στα ποσοστά εμβολιασμού». Ζήτησε επ' αυτού «βουλευτές της συμπολίτευσης και της αντιπολίτευσης να συνδράμουν» ώστε «να αυξήσουν τη συμμετοχή τους οι πολίτες στη διαδικασία του εμβολιασμού», αποσιωπώντας ότι είναι οι κυβερνητικές παλινωδίες που σε σημαντικό βαθμό έχουν σπείρει αμφιβολίες στον πληθυσμό.
Οσον αφορά τον Τουρισμό, ο Κυρ. Μητσοτάκης έκανε σαφές ότι το Ψηφιακό Πιστοποιητικό εντάσσεται «στην προσπάθεια ώστε φέτος ο Τουρισμός να ανοίξει πρώτος τον κύκλο της ανάκαμψης για το σύνολο της εθνικής οικονομίας» και ότι θα είναι «μία πρώτη τονωτική ένεση για την οικονομία μας», καθώς «ανοίγει τον δρόμο (...) επανεκκίνησης της οικονομικής δραστηριότητας στην Ελλάδα και στην Ευρώπη». Διαστρεβλώνοντας την πραγματικότητα, είπε ότι «ήμασταν η πρώτη χώρα που πέρσι το καλοκαίρι, όταν είχαμε πολύ λιγότερα όπλα στη διάθεσή μας, χρησιμοποιήσαμε ένα ευφυές σύστημα τεχνητής νοημοσύνης, έναν αλγόριθμο για να μπορούμε να κάνουμε πιο στοχευμένα τεστ στα σύνορά μας». Η ουσία είναι ότι το πιστοποιητικό θα αξιοποιηθεί ως πρόσχημα για να μη θωρακιστούν τα δημόσια νοσοκομεία, για τη μη τήρηση των υγειονομικών πρωτοκόλλων στους χώρους δουλειάς, αλλά και τη χαλάρωση των μέτρων στα σύνορα και τις πύλες εισόδου, όπως απαιτούσαν οι επιχειρηματικοί όμιλοι που σχετίζονται με τις αερομεταφορές, τα ξενοδοχεία.
«Για τις υπόλοιπες δραστηριότητες», είπε, «θα είναι η ίδια η ζωή και η πραγματικότητα που θα διαδεχθεί τις σημερινές εκκλήσεις», παραπέμποντας στις «διευκολύνσεις» που θα προβλέπονται για τους εμβολιασμένους. Πρόσθεσε ότι «...ουδείς το φθινόπωρο θα μπορεί να απαγορεύσει, παραδείγματος χάρη, σε έναν επιχειρηματία της εστίασης να πει ότι δέχεται στο μαγαζί του μόνο εμβολιασμένους συμπολίτες μας», δίνοντας έτσι μία εικόνα των προθέσεων της κυβέρνησης, που βέβαια και σε αυτό το μέτωπο επικεντρώνονται όχι στην ενίσχυση των μέτρων προστασίας του λαού και του δημόσιου συστήματος Υγείας, αλλά σε λογικές που μπορούν να τροφοδοτήσουν τον κοινωνικό αυτοματισμό.
Προκλητικός, ο πρωθυπουργός κατήγγειλε ανερυθρίαστα «υγειονομικό σαμποτάζ. Πότε με το ρίσκο των διαδηλώσεων, όταν ο ιός επέλαυνε, πότε με την υποτίμηση ακόμα και του ίδιου του εμβολίου που αποκλήθηκε, θυμίζω μόλις πέρυσι το Νοέμβριο, ως εμπόριο ελπίδας που τάχα επινόησε η κυβέρνηση», όπως είπε, βάζοντας στο στόχαστρο τους λαϊκούς αγώνες και τσουβαλιάζοντάς τους με τη συνωμοσιολογία και τη φτηνή αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ και άλλων δυνάμεων.
Περίπου συνεχάρη την αξιωματική αντιπολίτευση για την ψήφο της στο πιστοποιητικό, ερμηνεύοντάς το και ως πρόκριμα για τις επόμενες παρόμοιες «συναινέσεις» που χρειάζεται η εγχώρια καπιταλιστική οικονομία, λέγοντας ότι «θα είναι μία ενωτική ψήφος στις επιτυχίες και στις δυνατότητες της Ελλάδος».
Προηγουμένως, ο πρωθυπουργός είχε συνάντηση με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, όπου επίσης έκανε καθαρό ότι η κυβέρνηση εναποθέτει τα πάντα στους εμβολιασμούς, αντί να λάβει άμεσα μέτρα προστασίας. Μίλησε και εκεί για «τις διευκολύνσεις που μπορεί να έχουν οι εμβολιασμένοι συμπολίτες μας», ξεκαθαρίζοντας πως «η συζήτηση θα ανοίξει σύντομα».