Πέμπτη 27 Μάη 2021
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 8
21ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΚΚΕ ΠΡΟΣΥΝΕΔΡΙΑΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Για τις απαιτήσεις της ιδεολογικής διαπάλης

Καθώς στον προσυνεδριακό διάλογο έχει τεθεί το ζήτημα της ιδεολογικής συγκρότησης, στη βάση των ερευνητικών ενδιαφερόντων μου (Ιστορία) και της εμπειρίας μου από την παρακολούθηση σχετικών επεξεργασιών, θα επιθυμούσα να συνεισφέρω τα παρακάτω.

Μετά το 18ο Συνέδριο, η ΚΕ προώθησε εντονότερα μια συντονισμένη προσπάθεια προκειμένου τα στελέχη, τα μέλη και οι φίλοι του Κομμουνιστικού Κόμματος να αντιμετωπίζουν επαρκώς τα διάφορα αστικά και οπορτουνιστικά ιδεολογήματα. Η συγκεκριμένη προσπάθεια, η οποία κλιμακώθηκε με την ευκαιρία της συμπλήρωσης των 100 χρόνων ύπαρξης του Κόμματος, αναπτύχθηκε, κυρίως, με αρκετές εκδόσεις που στο επίκεντρό τους: Εθεταν την Ιστορία του ΚΚΕ και του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος, αποτιμούσαν τη στρατηγική που ακολουθήθηκε, έκαναν (αυτο)κριτική για ανεπάρκειες του παρελθόντος.

Χρονικά, το όλο εγχείρημα συνέπεσε με την ολοκλήρωση της διαμόρφωσης ενός νεότερου αναθεωρητικού ρεύματος στο επίπεδο της αστικής και της οπορτουνιστικής ιστοριογραφίας. Με την ευγενική χορηγία διαφόρων έντυπων και ηλεκτρονικών ΜΜΕ και τη βοήθεια νεότερων εργαλείων πολιτικής επικοινωνίας, προβολής και διαφήμισης, αναδύθηκε μια νεότερη γενιά ιστοριογράφων που με τη χρήση διάφορων «μετανεοτερικών» σχημάτων ανάλυσης, για τα οποία κομπορρημονούσαν, επεκτάθηκαν κυρίαρχα στον δημόσιο λόγο.

Ωστόσο, τόσο η μεθοδολογία που χρησιμοποιούσαν όσο και τα συμπεράσματά τους αντιμετώπιζαν ιδιαίτερες δυσκολίες μόλις μετατοπίζονταν από το προνομιακό και φιλόξενο περιβάλλον στο οποίο αναπτύχθηκαν. Σαν αποτέλεσμα, πέρα από τη δυσανεξία που τα εν λόγω «αφηγήματα» προκαλούσαν σε μια παλαιότερη, αλλιώς συγκροτημένη επιστημονικά, σχολή αστών και οπορτουνιστών ιστοριογράφων, αποδείχθηκαν ανεπαρκή για την ιδεολογική/ταξική απονεύρωση και την ολοκληρωτική ενσωμάτωση μιας νεότερης γενιάς επιστημονικά καταρτισμένου εργατικού δυναμικού και ερευνητών.

Στις μέρες μας, είναι πλέον διακριτή μια αναδίπλωση της τάσης που προαναφέρθηκε και θα πρέπει, μεταξύ άλλων παραγόντων αυτής της εξέλιξης, να αναγνωριστεί και η συμβολή της παρέμβασης του Κομμουνιστικού Κόμματος. Αξίζει, ωστόσο, να εξετάσουμε προσεκτικότερα τον τρόπο που προσέγγισε το συγκεκριμένο ζήτημα ένα σημαντικό τμήμα της οπορτουνιστικής ιστοριογραφικής σχολής. Το τελευταίο, σταδιακά μετατοπίζεται σε παλαιότερες ή και περισσότερο επίκαιρες επεξεργασίες του Κομμουνιστικού Κόμματος, μέχρι του σημείου που αυτές δεν θίγουν το ζήτημα της αστικής εξουσίας.

Χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της ύστερης προσέγγισης είναι πως τα «Δεκεμβριανά» ή ο «Εμφύλιος '46 - '49», σε αντίθεση με πρότερες αναλύσεις της ίδιας ιστοριογραφικής σχολής, παρουσιάζονται περίπου ως γεγονότα αναπόδραστα για το ΚΚΕ και το ΕΑΜικό κίνημα. Αντίστοιχα, η επιλογή της αποχής από τις βουλευτικές εκλογές του 1946 κρίνεται πλέον στη βάση του ανελεύθερου πολιτικού κλίματος υπό το οποίο διεξήχθησαν, και όχι στη βάση της βουλησιαρχίας του τότε ΓΓ, Νίκου Ζαχαριάδη.

Φυσικά, θα μπορούσε κάποιος, καλοπροαίρετα, να αναρωτηθεί: Γιατί η μετατόπιση σε θέσεις φαινομενικά εγγύτερες σε απόψεις που και το Κόμμα εκφράζει, αποτελεί πρόβλημα; Η απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα αφενός υπερβαίνει τη συζήτηση περί ιστοριογραφίας και αφετέρου σχετίζεται απόλυτα με τις προτάσεις της ΚΕ για το ζήτημα της ιδεολογικής συγκρότησης.

Με αφορμή τα προαναφερόμενα παραδείγματα, αρκεί να συλλογιστούμε πόσο διαφορετικό θα πρέπει να είναι το επίπεδο παρέμβασης των κομμουνιστών, προκειμένου να αντιμετωπίζουν ιδεολογήματα που δεν στρεβλώνουν απροκάλυπτα την (ιστορική/αντικειμενική) πραγματικότητα και δεν δημιουργούν, αντανακλαστικά, τάσεις διαχωρισμού. Να αναρωτηθούμε, επίσης, πόσο χρήσιμη είναι η εν λόγω μεταστροφή του αντιπάλου, προκειμένου να εντείνει τη δική του πολιτική παρέμβαση και μέσω μιας δήθεν συγκατάβασης, αναφορικά με το παρελθόν ή το παρόν, να προωθεί την ενσωμάτωση σε σχέση με το μέλλον.

Ιδιαίτερα σε μια περίοδο για την οποία οι προσυνεδριακές θέσεις επισημαίνουν: Την υποχώρηση του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος, τη θέση της Ελλάδας στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα, τη νέα φάση οικονομικής κρίσης, την ανάδειξη της Κίνας σε δύναμη ικανή να αμφισβητήσει την πρωτοκαθεδρία των ασθμαινουσών ΗΠΑ, το ενδεχόμενο ιμπεριαλιστικού πολέμου· η ανάγκη της κατάλληλης προετοιμασίας του Κόμματος γίνεται επιτακτική. Διαφορετικά, οι αστικές/οπορτουνιστικές πιέσεις της περιόδου 2010 - 2015, που στόχευαν στην ενσωμάτωσή του, ενδέχεται να αποτελούν «ευχάριστη ανάμνηση», μπροστά σε εκείνες που θα προωθεί η νεότερη συγκυρία.

Επομένως, καθώς η αστική ιδεολογία αναπροσαρμόζει την τακτική της, προκειμένου να εξαλείψει αδυναμίες της και να περιορίσει τις δυνατότητες παρέμβασης του Κόμματος, η ΚΕ, ορθά θέτει το ζήτημα της ιδεολογικής (ανα)συγκρότησης. Χρειάζεται, ίσως, να εκτιμηθεί αν μπορούσε να κινηθεί με ανάλογη εγρήγορση και εξίσου συντονισμένα προς την ίδια κατεύθυνση από το 2013 και έπειτα. Είχε την εκλογική εμπειρία του 2012, νέο Καταστατικό, νέο Πρόγραμμα, και είχαν ήδη προχωρήσει ιδιαίτερα σημαντικές ιδεολογικές επεξεργασίες.

Ωστόσο, σημαντικότερο είναι να συγκεκριμενοποιηθούν το περιεχόμενο και η στόχευση της δουλειάς στο ιδεολογικό κομμάτι. Εχουμε ήδη εισέλθει σε μια περίοδο στην οποία ο βαθμός συγκεντροποίησης του κεφαλαίου και οι αντιθέσεις των επιχειρηματικών συμφερόντων θα αδυνατούν, όλο και περισσότερο, να αποκρύψουν επαρκώς τα υφιστάμενα δίκτυα της ταξικής εκμετάλλευσης. Τον τελευταίο χρόνο, διαφορετικές συγκυρίες προσέφεραν μια σειρά από πολύ χρήσιμους αντικατοπτρισμούς του ελληνικού καπιταλιστικού συστήματος ως ένα σύμπλεγμα: Επιχειρηματιών, τραπεζών, πολιτικού προσωπικού, νομικών, ακαδημαϊκών, ιατρών, άλλων επιστημόνων, δημοσιογράφων, διευθυντικών στελεχών, ακόμα και καλλιτεχνών. Την ίδια στιγμή, όμως, μια πλειοψηφία δείχνει να αποδέχεται τη θέση της σε αυτό το πλέγμα.

Συνεπώς, η πρωτοπόρα δράση των κομμουνιστών θα κρίνεται από τη δυνατότητά τους, αυτοτελώς ή μέσα από τα σωματεία τους, να υπερβαίνουν το επίπεδο των κοινών/αντικειμενικών διαπιστώσεων και της ανάδειξης του πλέγματος της ταξικής εκμετάλλευσης και να ανακατευθύνουν την πολιτική επίγνωση, εκείνων που πραγματικά ασφυκτιούν κοινωνικά, σε τροχιά σύγκρουσης με την κυρίαρχη ιδεολογία και την εξουσία της, θέτοντας στο επίκεντρο την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.

Η δυνατότητα άσκησης τέτοιας μορφής καθηκόντων είναι εκείνη που διαχρονικά και προετοιμάζει κατάλληλα για το ενδεχόμενο απότομης όξυνσης της ταξικής πάλης και σφυρηλατεί τους δεσμούς του Κομμουνιστικού Κόμματος με τα εργατικά/λαϊκά στρώματα και το καθιστά, αδιάλειπτα, σταθερό σημείο της πολιτικής και κοινωνικής ζωής.


Αντώνης Χιοκτούρης
Καμίνια, Πειραιάς


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ