Παρασκευή 22 Μάη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 40
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
Μια υπόσχεση

Εντελώς συμπτωματικά ταξιδεύαμε με το ίδιο αεροπλάνο και δεν τον είχα δει μέχρι που ήμασταν έτοιμοι να προσγειωθούμε στη Βουδαπέστη.

Εκείνος, ως εκδότης, για την έκθεση βιβλίου κι εγώ ως απλή ταξιδιώτισσα που αγνοούσα την αναφερθείσα έκθεση στην πρωτεύουσα της Ουγγαρίας.

Υστερα από το πρώτο ξάφνιασμα και τις πρώτες ερωτήσεις, ο εκδότης μού είπε: "Δεν κάνεις καθόλου φασαρία για το έργο σου".

Αυτό ήταν το μεγαλύτερο ξάφνιασμα.

Επρεπε να δώσω μια απάντηση.

Προφανώς έχει επικρατήσει το είδος. Οση περισσότερη φασαρία γύρω από τ' όνομά του κάνει κάποιος, τόσο πιο σημαντικός είναι.

Αλλά μόδα είναι και θα περάσει.

Είπαμε κι άλλα.

Πέρασαν μέρες και αυτό γύριζε στο μυαλό μου και κουλουριαζόταν στο σκοτάδι. Ωσπου μια φωτεινή μέρα, μ' έναν ασυννέφιαστο ουρανό, με 29 βαθμούς Κελσίου υπό σκιάν, διέσχισα ένα στενό δρομάκι ανάμεσα σε καταπράσινα σπαρμένα λιβάδια κι έφτασα στο χωριό Μπελογιάννης.

Οσο πιο κοντά μ' έφερναν τα βήματά μου στα πρώτα σπίτια τόσο πιο δυνατά κτυπούσε η καρδιά μου. Και μέσα σ' εκείνη την ησυχία οι κτύποι της ακούγονταν εντελώς καθαρά.

Μίλησα στον πρώτο άνθρωπο που αντίκρισα. Κατέβαινε από το ποδήλατό του μπροστά σε μια αυλόπορτα.

"Γεια σου", είπα. "Ξέρεις ελληνικά;".

"Ναι", απάντησε. Αλλά ο ίδιος κατάλαβε πως δε θα ήξερε τόσα όσα για να μιλήσει με μια Ελληνίδα. "Η γυναίκα μου ξέρει", είπε και φώναξε τη Μαρία.

Η Μαρία, νηπιαγωγός, μ' έβαλε στο σπίτι τους. Φώναξε και το γιο τους Θωμά. Ενα λεβεντόπαιδο δεκαπέντε χρόνων.

Αρχίσαμε να μιλάμε και να κλαίμε ασταμάτητα. Χρόνια δεν είχα νιώσει τέτοια συγκίνηση. Μια αλλιώτικη συγκίνηση για την ιδέα, τους αγώνες, την ελληνική γλώσσα, τη νοσταλγία, την ευχή "Καλή Πατρίδα, Σύντροφε" που είχε γίνει ταινία από τον Λευτέρη Ξανθόπουλο.

Η Μαρία με πήγε βόλτα στο σπίτι της μάνας της που από δεκάξι χρόνων άρχισε τον αγώνα της κουβαλώντας στην πλάτη πυρομαχικά στα βουνά της Πίνδου. Υστερα πήγαμε στο καφενείο της πλατείας.

Στο γυρισμό για το τρένο, συναντήσαμε τον παλιό αγωνιστή Γιάννη Σύρο έξω από το σπίτι του. Αρχίσαμε να μιλάμε. Είχε τόσα να μου πει.

Πριν τον αποχαιρετήσω του συστήθηκα.

"Εσύ είσαι η... " είπε τ' όνομά μου. Με αγκάλιασε σφιχτά. Ανάμεσά μας ακούγονταν να χτυπάνε δυο καρδιές. Με ήξερε από τον "Ριζοσπάστη".

Περπατώντας το ίδιο δρομάκι για το τρένο για να επιστρέψω στη Βουδαπέστη, ένιωθα πως το φίδι είχε εξαφανιστεί από το μυαλό μου, πως δε χρειαζόταν να κάνω καμιά φασαρία, κι έδινα στον εαυτό μου καινούριες υποσχέσεις.

"Δε θα ξεχαστούμε ποτέ".

Ιωάννα ΚΑΡΑΤΖΑΦΕΡΗ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ