Στο Φεστιβάλ των Οργανώσεων Αττικής του ΚΚΕ και της ΚΝΕ, το περασμένο Σάββατο, έξω από τις φυλακές του Ωρωπού, μίλησε το μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ
Ιδιαίτερα φροντισμένα τα ταμπλό του Φεστιβάλ, διέτρεχαν τους ιδεολογικούς και πολιτικούς αγώνες της εφταετίας |
«Φέτος, καθώς συμπληρώνονται 90 χρόνια από την ίδρυση του ΚΚΕ και τα 40 χρόνια από την ίδρυση της ΚΝΕ, με συγκίνηση και περηφάνια θυμόμαστε εκείνη τη χρονιά (σ.σ. το 1968). Μέσα σε συνθήκες φασιστικής βίας, τρομοκρατίας και σκλαβιάς, αβεβαιότητας και σύγχυσης ως προς την προοπτική, ξαναγεννηθήκαμε αγωνιστικά», είπε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι ο αγώνας κατά της χούντας πήρε άλλες διαστάσεις, «συνδέθηκε πιο ολοκληρωμένα, πιο βαθιά με τον αγώνα κατά του ιμπεριαλισμού, επανήλθαν στις συζητήσεις οι ηρωικές παραδόσεις και η κληρονομιά του ΚΚΕ, η προοπτική του σοσιαλισμού».
Ο Δ. Γόντικας |
«Ηταν μια πρώτη νίκη, ύστερα από έναν αγώνα για πάνω από μια δεκαετία, με εκείνες τις δυνάμεις που πάλευαν για τη διάλυση του ΚΚΕ, που θεωρούσαν την ύπαρξη του ΚΚΕ περιττή και επιζήμια. Δυνάμεις που πάλευαν να διαλύσουν και να διαχύσουν το ΚΚΕ στην ΕΔΑ και προσέβλεπαν σε μια συνεργασία με την τότε σοσιαλδημοκρατία, με πολιτικό στόχο τον εκσυγχρονισμό του αστικού πολιτικού συστήματος. Ηταν ένα ρεύμα δυνάμεων που αναπτυσσόταν και φούντωνε σε όλη την Ευρώπη και έβγαζε το εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα από την τροχιά της ταξικής πάλης και του σοσιαλισμού και το οδηγούσε στην τροχιά του ιστορικού συμβιβασμού με τον καπιταλισμό.
Ηταν ταυτόχρονα και μια νίκη ενάντια στα αστικά πολιτικά κόμματα, απέναντι σε όλο το σύστημα, γιατί, πριν απ' όλα, αυτοί δεν ήθελαν το ΚΚΕ ούτε νόμιμο, ούτε παράνομο. Δεν ήθελαν καν την ύπαρξη του ΚΚΕ και προτιμούσαν ως αντίπαλο ένα κόμμα μεταλλαγμένο και χειραγωγημένο. Η ιστορική πείρα αυτής της περιόδου δείχνει πολύ καθαρά και επιβεβαιώνει το διαχρονικό συμπέρασμα του μαρξισμού ότι: Ανάμεσα στον οπορτουνισμό και τον αστικό κόσμο υπάρχει βαθύτατος δεσμός και αλληλεπίδραση».
«Ηταν μια πρώτη μεγάλη νίκη που έδωσε φτερά και προοπτική στον αγώνα των κομμουνιστών, αλλά και ευρύτερα», είπε ο Δ. Γόντικας, εξηγώντας ότι «ο καθημερινός αγώνας για τη ζωή και τις ελευθερίες του λαού αποκτούσε νόημα και προοπτική γιατί συνδέθηκε άμεσα με τη ρίζα που γεννά τα βάσανα των ανθρώπων, τον ιμπεριαλισμό. Συνδέθηκε και υποτάχθηκε στην προοπτική του επαναστατικού μετασχηματισμού της κοινωνίας, με την κατάργηση της εξουσίας των καπιταλιστών».
«Τότε - συνέχισε ο Δ. Γόντικας - ένα από τα πρώτα επιχειρήματα που πρόβαλαν ήταν ότι το ΚΚΕ με την απόφασή του να αποκαταστήσει το χαρακτήρα του ως επαναστατικό Κόμμα, διασπούσε τον αντιδικτατορικό αγώνα». Το επιχείρημα αυτό, που αποδείχτηκε από τις εξελίξεις ότι ήταν ανυπόστατο, έσπευσαν να το υιοθετήσουν όλες οι άλλες αστικές πολιτικές δυνάμεις, που πήραν υπό την προστασία τους τους ηγέτες του λεγόμενου «Εσωτερικού» και μαζί άνοιξαν ένα σκληρότατο πόλεμο με το ΚΚΕ, εξήγησε ο ομιλητής.
Αυτό που ενοχλούσε, υπογράμμισε, ήταν «ότι η εργατική τάξη και το Κόμμα της έμπαινε στον αγώνα κατά της Χούντας με τη δική του αυτοτελή παρουσία και πολιτική. Η αστική τάξη και τα κόμματά της, που ξέρουν πολύ καλά να υπερασπίζονται τα ταξικά τους συμφέροντα, διέκριναν ότι με την ανασυγκρότηση του ΚΚΕ θα έχαναν τη δυνατότητα που είχαν να χειραγωγούν την εργατική τάξη, τη νεολαία ή να ελέγχουν και να επηρεάζουν την κατεύθυνση των αγώνων τους».
«Ενας άλλος επίσης πόλεμος διεξαγόταν με το σύνθημα της "διάσπασης του ΚΚΕ". Οι φραξιονιστές που όλα τα προηγούμενα χρόνια πάλευαν με όλα τα μέσα και κυρίως υπονομευτικά να κερδίσουν την πλειοψηφία στο Κόμμα με την πλατφόρμα ότι δε χρειάζεται το ΚΚΕ, ότι πρέπει να μετεξελιχθεί και διαχυθεί στην ΕΔΑ, ξαφνικά μεταμφιέστηκαν σε υπερασπιστές της ενότητας του Κόμματος», είπε χαρακτηριστικά ο Δ. Γόντικας εξηγώντας ότι στόχος τους ήταν «να ξεγελάσουν και παγιδεύσουν μια σειρά αγωνιστές που δεν είχαν έγκυρη πληροφόρηση ή δυσκολεύονταν μέσα στις συνθήκες της παρανομίας να ξεκαθαρίσουν την ουσία της ιδεολογικής διαπάλης».
Αφού ξεκαθάρισε ότι αυτός ο αγώνας δεν έχει τελειώσει και ότι η οριστική νίκη κατά του οπορτουνισμού είναι όρος για την επικράτηση του σοσιαλισμού, ο Δ. Γόντικας αναφέρθηκε αναλυτικά και στην ίδρυση της ΚΝΕ και το ατσάλωμά της, επίσης μέσα σε συνθήκες σκληρής ιδεολογικής και πολιτικής διαπάλης.
Και συνέχισε: «Στα 40 χρόνια που μεσολάβησαν (...) αντιμετωπίσαμε πάλι ένα νέο κύμα επίθεσης του οπορτουνισμού, που σε συνεργασία με τις αστικές δυνάμεις και τα διάφορα επιτελεία τους, σήκωσαν ξανά τη σημαία της διάλυσης του ΚΚΕ. Σήκωσαν πάλι το σύνθημα ότι το ΚΚΕ δε χρειάζεται, και να διαχυθεί στο ΣΥΝ. Δώσαμε και αυτή τη μάχη νικηφόρα και σήμερα το ΚΚΕ και η ΚΝΕ, με ανασυγκροτημένες τις δυνάμεις τους, περνάνε στην αντεπίθεση».
Ο Δ. Γόντικας στάθηκε στα κοινά σημεία ανάμεσα στη δεκαετία του '60 και τη δεκαετία του '90, σχετικά με το φούντωμα του οπορτουνισμού:
«Στη δεκαετία του '60 είχε τεθεί εκ των πραγμάτων θέμα εκσυγχρονισμού και προσαρμογής του αστικού πολιτικού συστήματος στις νέες ανάγκες ανάπτυξης του καπιταλισμού στην Ελλάδα. Η επιβολή της δικτατορίας είναι έκφραση της πάλης και των αντιθέσεων ανάμεσα στον αστικό πολιτικό κόσμο.
Στη δεκαετία του '90 αναπτύσσεται με γρήγορους ρυθμούς η διαδικασία ισχυροποίησης του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού με τη μετεξέλιξη της ΕΟΚ σε ΕΕ και ανάγκη προσαρμογής της Ελλάδας σε αυτά τα νέα δεδομένα.
Στη ρίζα αυτών των εξελίξεων και των αντιθέσεων που προκαλούνται ανάμεσα στις αστικές δυνάμεις, βρίσκουν έδαφος, αναπτύσσονται και τροφοδοτούνται με ιδιαίτερη ενέργεια μια σειρά μικροαστικά στοιχεία και συμφέροντα. Τα στοιχεία αυτά, σε διάφορους τομείς της οικονομίας που ζουν και υπάρχουν χάριν των δεσμών τους με την αστική τάξη, αλλά και την ίδια στιγμή αισθάνονται την απειλή από την επέκταση της κυριαρχίας του μεγάλου κεφαλαίου, ανασυγκροτούνται. Υπερασπίζονται τη θέση τους ή διεκδικούν μερίδιο στις επερχόμενες αναδιατάξεις. Είναι δυνάμεις πίεσης στο εργατικό κίνημα και φορείς της συμμαχίας με τις πιο φιλελεύθερες πτέρυγες των αστικών κομμάτων και ειδικά με τη σοσιαλδημοκρατία. Πρόκειται ακριβώς για δυνάμεις που αποτελούν την οικονομική και κοινωνική βάση που γεννά τον αναθεωρητισμό και οπορτουνισμό σε ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο».
Μπροστά στις δυσκολίες που γεννά για το κίνημα η αντικειμενική αυτή εξέλιξη, ο Δ. Γόντικας τόνισε την ανάγκη θεωρητικής προετοιμασίας και ιδεολογικής επαγρύπνησης:
«Στη σύγχρονη ιστορία έχει αποδειχθεί ότι η ταξική πάλη ποτέ δεν ήταν μια ευθεία γραμμή. Εχει φάσεις ανόδου, ζικ-ζακ, υποχωρήσεις, νίκες και αποτυχίες, φάσεις αργών εξελίξεων και απότομης ανόδου. Και ως προς τις μορφές πάλης ποτέ δεν υπήρχε ομοιομορφία. Ολες οι μορφές πάλης έχουν χρησιμοποιηθεί και ο ειρηνικός και ο ένοπλος αγώνας, κοινοβουλευτικός και εξωκοινοβουλευτικός, οξυμένες και λιγότερο οξυμένες μορφές, νόμιμη και παράνομη δράση», είπε ο ομιλητής τονίζοντας όμως κατηγορηματικά ότι «η ταξική πάλη είναι ασταμάτητη, είναι νόμος της κοινωνικής εξέλιξης, είναι η κινητήρια δύναμη των εξελίξεων. Είναι η ασυμβίβαστη πάλη ανάμεσα στην εργατική τάξη και τους καπιταλιστές, είναι η έκφραση της αντίθεσης κεφαλαίου - εργασίας σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Στην εποχή μας αυτή η αντίθεση φτάνει στα ανώτατά της όρια. Γι' αυτό και η λύση της δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο με έναν τρόπο. Με τη σοσιαλιστική επανάσταση».
«Ενα Κομμουνιστικό Κόμμα, που θέλει να βρίσκεται στην πρωτοπορία της εργατικής τάξης και καθοδηγητής του αγώνα της, δε φτάνει μόνο να έχει ως σταθερή επιδίωξη να οδηγήσει την ταξική πάλη ως την κορύφωσή της. Πρέπει ταυτόχρονα να είναι προετοιμασμένο για κάθε πιθανή εξέλιξη και για όλες τις μορφές πάλης», τόνισε, προσθέτοντας ότι αυτό το καθήκον απαιτεί «διαρκή θεωρητική ιδεολογική και διαπαιδαγωγητική δουλειά, ικανότητα πρόβλεψης και γρήγορων προσαρμογών ή εναλλαγών στους στόχους και στις μορφές πάλης».
Ο Δ. Γόντικας αναφέρθηκε επίσης στην ανάγκη πλατιάς ανάπτυξης της ΚΝΕ και ταυτόχρονα, κομμουνιστικής διαπαιδαγώγησης των μελών της, τονίζοντας ότι η πηγή δύναμης της ΚΝΕ βρίσκεται ακριβώς στην καθοδηγητική δύναμη του ΚΚΕ.
Τέλος ο Δ. Γόντικας επισήμανε ότι «ένα από τα ισχυρά όπλα της αστικής τάξης στον αγώνα της για τη χειραγώγηση της εργατικής τάξης είναι ο οπορτουνισμός», πεμπτουσία του οποίου είναι η θεωρία και η πρακτική της ταξικής συνεργασίας.
«Η πολιτική περίοδος που ζούμε - σημείωσε - έχει χαρακτηριστικά που ευνοούν την ανάπτυξη των οπορτουνιστικών αντιλήψεων. Το πολιτικό σύστημα του δικομματισμού έτσι όπως έχει διαμορφωθεί τα μεταπολεμικά χρόνια, έχει δυσκολίες στη διαχείριση των συμφερόντων του μονοπωλιακού κεφαλαίου.
Η δυσκολία δεν προέρχεται από το σκάνδαλο της "Ζήμενς" ή άλλα ανάλογα προηγούμενα σκάνδαλα. Προέρχεται από το γεγονός ότι τα κόμματα του δικομματισμού δεν μπορούν πια να παρουσιάζονται ως εκφραστές της λαϊκής θέλησης, ως κόμματα που υπηρετούν το λαϊκό συμφέρον και ταυτόχρονα να υπερασπίζονται αδιάλλακτα την καπιταλιστική κερδοφορία».
Από την άλλη πρόσθεσε ότι «ωριμάζει μέσα στο λαό η ανάγκη ριζικών αλλαγών. Μπροστά σ' αυτή την κατάσταση το κεφάλαιο αναζητά τρόπους ανανέωσης του συστήματος διακυβέρνησης, χωρίς να αλλάζει τίποτα στην οικονομία και στην επέκταση της κυριαρχίας και των κερδών των μονοπωλίων σε όλους τους τομείς. Αλλαγή στο σκηνικό χωρίς να αλλάζει το έργο. Αυτό θέλουν!
Σε αυτό το έργο, ο ΣΥΝ διεκδικεί ρόλο και μάλιστα πρωταγωνιστικό. Επομένως ο αγώνας με τον οπορτουνισμό, που σήμερα εκφράζεται από το ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, δεν έχει τελειώσει. Συνεχίζεται και μπαίνει σε νέα φάση.
Ορόσημο στην πάλη για την επιτάχυνση των αλλαγών προς όφελος των εργαζομένων, του λαού, για αλλαγή συσχετισμού δυνάμεων θα είναι η ήττα και η χρεοκοπία των οπορτουνιστικών αντιλήψεων. Η διαχωριστική γραμμή έχει μπει: 'Η με τα μονοπώλια ή με το λαό. Προσαρμογή στη μεταμφίεση του συστήματος ή ανατροπή. Ανοιγμα του δρόμου προς τη λαϊκή εξουσία ή άνοιγμα του δρόμου για μια ανανεωμένη εξουσία της αστικής τάξης.
Με άξονα αυτή τη γραμμή κλιμακώνουμε των αγώνα μας και είμαστε αισιόδοξοι ότι και από αυτή την αναμέτρηση το ΚΚΕ θα βγει και πάλι νικηφόρο και το εργατικό κίνημα πρωταγωνιστής των εξελίξεων. Είμαστε αισιόδοξοι ότι οι πλατιές μάζες της νεολαίας θα πάρουν τη θέση τους και σε αυτό τον αγώνα. Με τους καινοτόμους, με τις δυνάμεις που παλεύουν ασυμβίβαστα για αλλαγή προς όφελος του λαού και όχι για να δώσουν το φιλί της ζωής στη βαρβαρότητα του καπιταλισμού, στην Ελλάδα και στην ΕΕ. Τιμή και δόξα στους αλύγιστους της ταξικής πάλης»!