Σάββατο 25 Σεπτέμβρη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 12
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Μιλώντας για «ρίζες» και «κλαδιά» και παράδοση

Στην επικαιρότητα η ...διαφωνία του Προέδρου της Δημοκρατίας Κ. Στεφανόπουλου για την επιστροφή στις ρίζες, που ζήτησε ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος. Ο αρχιεπίσκοπος μίλησε, όπως είναι γνωστό, για τα επιτεύγματα του «ελληνοχριστιανικού πνεύματος» και είπε ότι «δε χρειάζεται τίποτε από αυτά να αλλάξουμε, ούτε να μετακινήσουμε... οι λαοί στηρίζονται στην παράδοσή τους και τις ρίζες τους». Μίλησε, ακόμα, για διορθωτικές κινήσεις στην Εκπαίδευση, αφού αυτός ήταν ένας από τους στόχους του. Από την άλλη πλευρά, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διαφώνησε, δίνοντας έμφαση στη «συνέχεια της παράδοσης, ώστε να μείνει ζωντανή». Οι ρίζες θα πρέπει να μας εμπνέουν και να προεκτείνουμε τα κλαδιά», είπε χαρακτηριστικά.

Αλλά ποια παράδοση; Ας το δούμε μέσα από το βιβλίο μιας φωτισμένης γυναίκας, μεγάλης παιδαγωγού, αγωνίστριας και πρωτοπόρας του γυναικείου κινήματος Ρόζας Ιμβριώτη, με τίτλο «Η γυναίκα στο Βυζάντιο», που κυκλοφόρησε τελευταία από τις εκδόσεις «Περίπλους» σαν τιμητική έκδοση για τα 25 χρόνια από το θάνατό της. Οπως η ίδια αναφέρει στον πρόλογό της, η μελέτη αυτή, αφιερωμένη στον αγώνα των καταπιεσμένων γυναικών, διαβάστηκε σε δύο διαλέξεις οργανωμένες από το «Σύλλογο Ελληνίδων υπέρ των δικαιωμάτων της γυναικός» και στόχος της ήταν να αναδείξει τη θέση της γυναίκας στην οκογένεια, στην κοινωνία και στην πολιτεία. Ανθρωπος με ευρύτητα σκέψης η Ρόζα Ιμβριώτη, η «κόκκινη δασκάλα», όπως ονομάστηκε αργότερα, είχε την ικανότητα να δει - από το 1923 - πόσο η παράδοση μπορεί να έχει θετικά, αλλά και αρνητικά στοιχεία, ιδιαίτερα για τις γυναίκες, που υφίστανται διπλή καταπίεση και επηρεάζονται περισσότερο από το συντηρητισμό της κοινωνίας. Αλλωστε, και ο μεγάλος δάσκαλος Δημήτρης Γληνός, συνεργάτης της επί χρόνια, είχε διακηρύξει ότι πρέπει να αξιοποιούμε δημιουργικά το παρελθόν, έτσι ώστε τα θετικά στοιχεία του να αναδεικνύονται και να εντάσσονται δημιουργικά στο παρόν, με βάση τις κοινωνικές εξελίξεις και τις σύγχρονες ανάγκες. Ας δούμε πώς τοποθετεί τα ζητήματα η Ρόζα Ιμβριώτη, σχετικά με τη χριστιανική διδασκαλία.

Ο γάμος στο αρχαίο Δίκαιο γινόταν «επί παίδων σπορά» και ιδιαίτερα για να αποκτήσει ο άντρας γιο και διάδοχο. Οπως παρατηρεί η συγγραφέας, «η επίδραση του χριστιανισμού προσθέτει ότι ο γάμος δεν είναι ένωση για ταπεινές ορέξεις, αλλά ηθικός δεσμός, που πηγάζει από την αμοιβαία αγάπη και αφοσίωση... Ο χριστιανισμός, ζητώντας αμοιβαία αγάπη και αφοσίωση μόνο για τον εαυτό τους, χωρίς απώτερο σκοπό, έδωκε θέση στη γυναίκα μέσα στο σπίτι γι' αυτήν την ίδια, την έκανε ίση με τον άντρα».

Τι γινόταν, όμως, στην πράξη; Το φορτίο της συνήθειας, των προκαταλήψεων και των κοινωνικών συνθηκών, το βάρος της προηγούμενης παράδοσης επηρέασαν την πραγματική ζωή των γυναικών στο Βυζάντιο. Μυστικοπάθεια, δεισιδαιμονίες, θρησκοληψία καθόριζαν τη ζωή τους, μαζί με τα νομικά και κοινωνικά δεσμά, όπου η Εκκλησία συχνά συμμαχεί με την πολιτεία. Σε ό,τι αφορά, λ.χ., το θέμα της συζυγικής πίστης, υπάρχουν δυο μέτρα και δυο σταθμά: Στην αρχή, η τιμωρία της μοιχαλίδας ήταν ο θάνατος, ύστερα, όμως, η νομοθεσία έγινε ...πιο φιλάνθρωπη και ζητά να της κόψουν τη μύτη και να την κλείσουν σε μοναστήρι. Ο άντρας για ...παρηγοριά να πάρει μέρος από την περιουσία της και το υπόλοιπο τα παιδιά της. «Ο άντρας, γράφει η Ρ. Ιμβριώτη, έχει άπειρες αιτίες να ζητήσει διαζύγιο και όμως η γυναίκα και στην πιο βαριά περίπτωση της αποδεδειγμένης μοιχείας του αντρός της δεν μπορεί εύκολα να ζητήσει την τιμωρία του, όπως φαίνεται από τον ακόλουθο νόμο: "Τον νόμον τον περί μοιχείας ου δύναται κινείν γυνή"... Εκκλησία, λοιπόν, και πολιτεία στο ζήτημα αυτό συμμαχούν με τον άντρα και η γυναίκα, βέβαια, ούτε καν να διανοηθεί ότι θα μπορούσε να δώσει αφορμή για διαζύγιο, αφού και ο νόμος ακόμα υπάρχει, λέγοντας "ο την απολελυμένην γυναίκα γαμών μοιχάται"».

Ασκητισμός και παρθενία

Με την πάροδο του χρόνου, το πνεύμα του ασκητισμού με την άρνηση του κόσμου αυτού γεμίζει τη βυζαντινή ατμόσφαιρα και, φυσικά, έχει αντίκτυπο στις κοινωνικές και οικογενειακές συνθήκες. Γλαφυρό ένα απόσπασμα της συγγραφέα, που περιγράφει τη ζωή των νέων γυναικών οι οποίες έσπευδαν να ασπαστούν την παρθενία κατά τη θέληση της Εκκλησίας: «Καταταγμένες από πολύ μικρή ηλικία στα σώματα των Παρθένων έπρεπε να περνούν νύχτες άυπνες, ημέρες άσιτες, να μη γνωρίσουν ποτέ τη λαιμαργία, την ανάγκη του χρήματος, να νεκρώσουν το σώμα, να σταυρώνουν τη σάρκα, να περιφρονούν το σήμερα, να σέρνονται παρά να περπατούν, να περιφρονούν τις δόξες και τις δυναστείες, να αγνοούν την περηφάνια, το απαλό τους σώμα για να το ασκημίζουν να μην το ντύνουν με λεπτά υφάσματα, παρά με σάκους, να κείτονται στο χώμα, να μην έχουν ανάγκη για τίποτα, το δωμάτιο που θα μένουν να μοιάζει με φυλακή, η έκστασή τους να είναι τέτοια που αδιάκοπα να μιλούν για προφήτες, να συλλογίζονται, στη ζωή όντας, το θάνατο, ώσπου η αγρύπνια, η πείνα και η δίψα να τις καταφάει...».

Καθώς, όμως, ο γάμος ήταν αναγκαίος για την πολιτεία, αυτή πίεσε τους εκκλησιαστικούς κυρίως ρήτορες να ...βάλουν νερό στο κρασί τους. Ετσι, οι πατέρες εκθειάζουν το γάμο - που ευλογήθηκε από το θεό, αλλά προσπαθούν να επιβάλουν αγνότητα στους συζύγους, ώστε να μην τους παρασύρει ο γάμος σε ηδονές, αφού πρώτη τους φροντίδα πρέπει να είναι «η περί τα θεία σπουδή και επιμέλεια».

«Η διπλή αυτή θέληση της Εκκλησίας, επισημαίνει η Ρόζα Ιμβριώτη, φανερώνεται έντονη στη ζωή των Βυζαντινών και μάλιστα των γυναικών κι έχουμε απ' αυτή τον τύπο των καλόγερων συζύγων, που για κάμποσο καιρό είχε μεγάλη επίδραση στη βυζαντινή κοινωνία. Θριαμβεύοντας ο ασκητισμός, όμως, χτυπούσε το κάθε τι που μπορούσε να θυμίσει τη στραγγαλισμένη φύση και ζωή. Φυσικό λοιπόν ήταν να γυρίσει το μάτι του και την καχυποψία του στη γυναίκα και αρχίζει ενάντιά της πόλεμος φοβερός... Την κλειδώνουν, της αφαιρούν τη μιλιά, δεν την αφήνουν να γελάσει, να ντυθεί, να βγει έξω να χαρεί κι όλα αυτά για να μην πειράζεται ο άντρας...».

Δούλη...

Ο Γρηγόριος καθορίζει τη σχέση της γυναίκας με τον άντρα της σαν σχέση δούλου προς τον κυρίαρχο, γιατί έτσι μόνο φαντάζεται πως θα υπάρχει ειρήνη και ομόνοια στο σπιτικό. Οι εκκλησιαστικοί ρήτορες και συγγραφείς, όπως και οι φιλόσοφοι... διαστρέφουν την ανθρώπινη φύση, ζητούν αδιάκοπα την κάθαρση της ψυχής και μισούν τη γυναίκα, σαν εμπόδιο στην προσπάθεια αυτή.

Πώς γεννιέται και μεγαλώνει, λοιπόν, η Βυζαντινή;

«Ακρατη θρησκοληψία και δεισιδαιμονία βασιλεύει κατά το χρόνο της εγκυμοσύνης, της γέννας κι έπειτα γύρω από το λίκνο του βρέφους. Η μέλλουσα μητέρα γυρνά από εκκλησία σε εκκλησία, κάνει δεήσεις στην Παναγία, προσφέρει αναθήματα, ακόμα κάνει ολονυχτίες, το συχνότερο κάθε Παρασκευή, και συχνά οι παρακλήσεις της καταλήγουν να προεξοφλήσουν το μέλλον του παιδιού, το τάζει η μητέρα να το αφιερώσει στο θεό, να το κάνει καλόγερο ή καλόγρια... Μόλις γεννηθεί το βρέφος, οι φιλόστοργες μητέρες σπεύδουν να φωνάξουν μάγισσες, που με ορισμένες μαγικές επωδούς, με ορισμένα φυλαχτά που κρεμούν στο λαιμό του παιδιού και στο λίκνο του θα αποτρέψουν κάθε κακό από το μικρό...».

«Να πλάσεις τη γυναίκα σου»

Και αυτά δεν ήταν δεισιδαιμονίες και ιδιοτροπίες λίγων γυναικών. Οι μαρτυρίες δείχνουν ότι γενικά η κοινωνία ήταν τρομερά δεισιδαιμονική. Οι βυζαντινές γυναίκες δεν πάνε σχολείο, είναι αγράμματες. Οι πιο μορφωμένες ξέρουν λίγη ανάγνωση και γραφή, ώστε να αποστηθίζουν τους ψαλμούς. Τις αρραβωνιάζουν από επτά χρόνων και τις παντρεύουν από τα δώδεκα (!!!) Ετσι, την ανατροφή τους «συνεχίζει» ο σύζυγος, που φροντίζει να μην τις ...κακομάθει.

«Πρόσεξε, συστήνει ο Χρυσόστομος στο νέο σύζυγο, γιατί πότε άλλοτε θα είναι καταλληλότερη ευκαιρία να πλάσεις, όπως θέλεις, τη γυναίκα σου; Παρά τη στιγμή που σε ντρέπεται και σε σέβεται και σιωπά; Τότε θέσε της όλους τους νόμους της συμβίωσης και κατ' ανάγκη θα σ' ακούσει, θέλοντας και μη».

Υπόδειγμα βυζαντινής μητέρας η Θεοκτίστη, μητέρα του Στουδίτη, συγγραφέας ύμνων, που ζούσε κατά τον όγδοο αιώνα:

Θαυμάσια νοικοκυρά, κλείνει την κόρη της στο γυναικωνίτη ώστε να μην τη δει ποτέ ανδρικό μάτι, δεν της επιτρέπει στολίδια και όμορφα φορέματα, αλλά την αναγκάζει μαζί της, τις ώρες που δεν τις απασχολούσε το νοικοκυριό, να διαβάζει ψαλμούς. Με τον άντρα της ζουν σα αδέλφια. Στο τέλος, γίνεται μοναχή και παρασύρει στον ίδιο τρόπο ζωής τον άντρα της, τα παιδιά της και τους συγγενείς της. Τη στιγμή που χειροτονείται μοναχή, το μικρό της το παιδάκι κρεμασμένο στο λαιμό της δε θέλει να ξεκολλήσει από την αγκαλιά της και αυτή η τόσο φιλόστοργη μητέρα, για να μη διαταραχτεί η ψυχική της γαλήνη, το σπρώχνει με σκληρότητα και το διώχνει... Πλήθος γυναικών τη μιμήθηκαν...

«Και σκέπτεται κανείς, καταλήγει στη μελέτη της η Ρ. Ιμβριώτη. Τι θα μπορούσε να δώσει το θαυμάσιο γυναικείο υλικό, το μισό κομμάτι της όλης ανθρωπότητας, αν δεν το δέσμευαν και δεν το έριχναν σε αχρηστία νόμοι και κοινωνικές προλήψεις!».


Αλίκη ΞΕΝΟΥ - ΒΕΝΑΡΔΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ