Παρασκευή 17 Μάη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 48
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΑ
Κολάστηκε...

«

Πήγα στην εκκλησία την Ανάσταση και κολάστηκα. Πού να στα λέω!». Ισορρόπησα στο πιατάκι το φλιτζάνι που πήγε να μου φύγει από τα χέρια και έσκυψα από το μπαλκόνι να δω τη γυναίκα που «ταράζεται» στους ναούς. Στην ηλικία των πενηνταφεύγα, με μαλλί ξασμένο, βαμμένο, μια πλαστική σακούλα με ψώνια και δυνατή φωνή - προπάντων δυνατή για να ακούγεται σε όλη τη γειτονιά - εξιστορούσε στη μέση του δρόμου, σε μια φίλη της, τα πάθη της.

Κολάστηκε γιατί ο νεωκόρος ήταν, άκουσον άκουσον, Αλβανός. «Μα Αλβανός;». Και μάλιστα την Κυριακή, η εκκλησία πρόσφερε κρέας στους θρησκευόμενους και πήγαν εκεί «όλο Αλβανέζες. Αίσχος! Μα Αλβανέζες; Λες και οι Ελληνίδες έχουν να φάνε. Αχ πού θα πάμε; Κατά διαόλου πάμε. Αίσχος! Θα μπουν και στα σπίτια μας σε λίγο!». Συνέχισε λίγο ακόμα τα «αίσχος, αίσχος», αποχαιρετίστηκαν και κάθε μια πήρε το δρόμο της.

Αυτές οι δυο γυναίκες, είναι κατά μία έννοια πραγματικά ευτυχισμένες. Με το μυαλουδάκι τους - ποσοτικό το υποκοριστικό - ας πούμε στην Ελλάδα πριν το 1991, δεν υπήρχε πρόβλημα ανεργίας. Ολοι οι Ελληνες είχαμε δουλιά και καλά, ψηλά μεροκάματα. Οι φυλακές ήταν άδειες και στους διαθέσιμους χώρους τους γίνονταν εκθέσεις ζωγραφικής και θεατρικές παραστάσεις. Στα σχολεία τα παιδιά ήταν μέχρι 15 ανά τάξη και καλοπληρωμένοι ορεξάτοι καθηγητές τούς μάθαιναν σωστά ελληνικά και ωραία ποιήματα όπως το «τι είναι η πατρίδα μας;». Δεν υπήρχε ούτε ένας που να απατούσε τη γυναίκα του, καθώς δεν υπήρχαν πονηρά κλαμπ και «προσεχώς Βουλγάρες».

Πρέζα δεν υπήρχε πουθενά. Ούτε έμποροι, ούτε «βαποράκια», ούτε παιδιά - φυτά. Οι φόροι της κεντρικής διοίκησης και τα δημοτικά τέλη ήταν φτηνά και λογικά, αφού δε χρειαζόταν να εξοικονομούμε πόρους για να «τους ταΐζουμε» στα στρατόπεδα υποδοχής. Στα δε νοσοκομεία, καλοπερνάγαμε, σωστά ξενοδοχεία, με σύγχρονες και άνετες υποδομές, προσωπικό κι απ' όλα. Οχι όπως τώρα που έχουν πιάσει «αυτοί!» όλα τα δωμάτια και τα ράντζα.

Πέρασαν εννιά χρόνια σερί - μόνο τα τελευταία - «σοσιαλιστικής», «προοδευτικής» διακυβέρνησης της χώρας. Τελικά σε τι ωφέλησαν; Πόσο βοήθησαν ώστε ν' αλλάξουν τα μυαλά κάποιου κόσμου, έστω και λίγο; Τι έκαναν και τι ουσιαστικό κάνουν όλοι αυτοί που τώρα φωνασκούν, χρησιμοποιούν τα συνήθη εκλογικά ποσοστά του Λε Πεν - αποσιωπώντας την «κεντροαριστερή» κατρακύλα - για να τσιμπήσουν ψηφαλάκια, ενόψει των δικών μας εκλογικών αναμετρήσεων; Πώς αντέδρασαν αυτοί οι κυβερνώντες, όταν κάποιοι Ελληναράδες πυροβολούσαν εν ψυχρώ κάποιον πεινασμένο «Αλβανό» επειδή τους έκλεψε «άκουσον άκουσον, αίσχος!» ένα σακί πατάτες; Πόσο σιώπησαν μπροστά στο έγκλημα για να μη δυσαρεστήσουν τα ανθρωποειδή - ψηφοφόρους τους; Πόσο κοίταξαν να εξοικονομήσουν και από αυτό το «μέτωπο», ψηφαλάκια; Πόσο τροφοδότησαν και συντήρησαν, με τις πράξεις τους, το ελληνικό «πατριωτικό μέτωπο»; Αρκετά. Τι έκαναν για να το περιορίσουν; Τίποτα.

Και όποιος έχει λίγο μυαλό καταλαβαίνει και την αδυναμία τους. Την αδυναμία βασικά, του συστήματος που υπηρετούν. Τι να πουν δηλαδή στης εκκλησίας την κολασμένη; Οτι για τα προβλήματά της, φταίει η πολιτική που υπηρετούν;


Θανάσης ΜΠΑΛΟΔΗΜΑΣ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ