Παρασκευή 13 Οχτώβρη 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 6
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ
Φοβάται ψήφο καταδίκης για την Παιδεία

Χρησιμοποιεί όλα τα μέσα ώστε να μην πληρώσει στις κάλπες της Κυριακής για τις αντιδραστικές αλλαγές που προωθεί στην Παιδεία και την αδιάλλακτη στάση της στα δίκαια αιτήματα εκπαιδευτικών και μαθητών

Να αποφύγει την αποδοκιμασία και καταδίκη της αντιδραστικής πολιτικής της για την Παιδεία στις κάλπες της Κυριακής επιχειρεί με κάθε τρόπο η κυβέρνηση.

Παρά τους φραστικούς λεονταρισμούς της ότι τάχα δε φοβάται το πολιτικό κόστος των επιλογών της, η κυβέρνηση πασχίζει να μην αποτελέσουν οι «αλλαγές» στην Παιδεία και η στάση της απέναντι στους αγώνες κριτήριο ψήφου στις μεθαυριανές εκλογές. Από την άλλη, είναι απολύτως βέβαιο ότι θα αξιοποιήσει ένα «καλό αποτέλεσμα» στις δημοτικές εκλογές για να επιταχύνει την υλοποίηση των αντιδραστικών αλλαγών στην Παιδεία, με πρώτη την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος που δίνει το «πράσινο φως» για τα ιδιωτικά ΑΕΙ, αμέσως μετά τη δεύτερη Κυριακή των εκλογών.

Με το βλέμμα στις μεθαυριανές κάλπες η κυβέρνηση κατέβασε τους τόνους της επίθεσης κατά των απεργών εκπαιδευτικών, δίχως βέβαια να κάνει βήμα πίσω όσον αφορά την ικανοποίηση των δίκαιων αιτημάτων τους. Παράλληλα, μάζεψε τα λεγόμενα περί «φασιστικής συμπεριφοράς» της Μ. Γιαννάκου για τις καταλήψεις και τις διαδηλώσεις φοιτητών, επαναφέροντας όμως το παμπάλαιο παραμύθι περί «δυναμικών μειοψηφιών» στις καταλήψεις.

Ο Θ. Ρουσόπουλος εμφανίστηκε με «πατρικό ύφος» απέναντι στους δασκάλους, απευθύνοντας έκκληση να επιστρέψουν στα σχολεία, αναγνωρίζοντάς τους μάλιστα δίκιο όταν διεκδικούν ...ό,τι τους δίνει η κυβέρνηση. «Επειδή οι δυνατότητες της οικονομίας είναι αυτές και δεν έχει να κάνει με τίποτα διαφορετικό, παρακαλώ τους δασκάλους να σκεφτούν και πάλι και να επιστρέψουν στα σχολεία, ώστε οι μαθητές να μη χάσουν άλλα μαθήματα», δήλωσε χαρακτηριστικά.

Δικαίωσε όμως τη φράση της υπουργού Παιδείας ότι «η κυβέρνηση δε μασάει», επιδεικνύοντας αδιαλλαξία στα αιτήματα των δασκάλων, επικαλούμενος το γνωστό παραμύθι των αντοχών του προϋπολογισμού και της οικονομίας. Μάλιστα, δε δίστασε να παρουσιάσει ως μεγάλη την αύξηση των 17,5 ευρώ (μεικτά) που θα πάρουν από την 1η Γενάρη.

Σε δύσκολη θέση βρέθηκε ο εκπρόσωπος στην προσπάθειά του να δικαιολογήσει τη φράση του Κ. Καραμανλή (απευθυνόμενος προς τον τότε πρωθυπουργό Κ. Σημίτη) ότι «είστε βαθιά νυχτωμένος αν πιστεύετε ότι οι νέοι άνθρωποι σήμερα καπελώνονται από κόμματα ή από οργανώσεις». Στην αρχή είπε ότι «πράγματι κανείς δεν μπορεί να καπελώσει ή να υποκινήσει μαθητές», αλλά αμέσως μετά το αναίρεσε, λέγοντας ότι «θα πρέπει να αφεθούν ελεύθεροι οι μαθητές να αποφασίσουν(!). Ας μην κλειδώνουν κάποιοι με λουκέτα και αλυσίδες τα σχολεία για να δούμε, εάν είναι η πλειοψηφία αυτοί που θέλουν να μπουν και να κάνουν μάθημα και να μη χάνουν τα μαθήματά τους ή αν είναι μειοψηφία».

Χαρακτήρισε «πιεστικό μέσο» τις καταλήψεις, αλλά απέφυγε να υιοθετήσει τα περί φασιστικής συμπεριφοράς της Μ. Γιαννάκου, λέγοντας ότι «το Σύνταγμα κατοχυρώνει με σαφήνεια την ελευθερία έκφρασης».

Δεν μπόρεσε επίσης να δώσει καμία πειστική απάντηση στην ερώτηση πώς οι οικοδόμοι κλείνουν τα σχολεία, επιβεβαιώνοντας ότι πρόκειται περί προβοκατόρικης επίθεσης εκ μέρους της κυβέρνησης.

Επιστράτευσε επίσης διάφορες λογιστικές αλχημείες προκειμένου να πείσει ότι η κυβέρνηση της ΝΔ «αύξησε σε δυόμισι χρόνια τα κονδύλια για την Παιδεία κατά 1.411 εκατομμύρια ευρώ, ενώ στην περασμένη εξαετία η αύξηση ήταν 1.635 εκατομμύρια ευρώ», προκειμένου να αποκρύψει ότι η κυβέρνηση της ΝΔ μείωσε τις δαπάνες για την Παιδεία ως ποσοστό του ΑΕΠ, που είναι και το πιο σοβαρό κριτήριο.


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ