Δε φταίει, όμως, ο Προμηθέας, ούτε ο Ηρακλής. Ο άνθρωπος της κερδοσκοπίας είναι που έβαλε τη φωτιά. Ο άνθρωπος της εξουσίας είναι που δεν πήρε μέτρα για να προστατέψει τη Φύση. Γιατί, θύμα του ανθρώπου είναι η Φύση κι όχι θύτης. Δε φταίει ο «κακός καιρός», που λέει ο Ρέππας. Η κυβέρνησή του φταίει που δε λειτουργεί σαν προμηθέας, αλλά σαν επιμηθέας της καταστροφής. Που δε νοιάζεται να προστατέψει το δάσος σαν φυσικό αγαθό που ωφελεί τον άνθρωπο, αλλά το θεωρεί προϊόν προς κατανάλωση.
Το κράτος απρόθυμο και, πάντως, ανέτοιμο. Η κυβέρνηση απούσα, μοιρολογεί για τον «κακό μας τον καιρό». Ανίκανη ακόμα και για την πυρόσβεση, μονίμως αδιαφορούσα για την πρόληψη και τη συστηματική προστασία του δάσους. Είσαι μόνος κι αβοήθητος. Ευτυχώς, την τελευταία στιγμή, έσωσες τη ζωή σου. Το σπίτι σου, αποκαΐδια. Το δάσος, στάχτη. Απόγνωση. Τώρα, πώς θα ζήσεις; Και μη νομίζεις, τους φόρους θα εξακολουθείς να τους πληρώνεις στο κράτος και η κυβέρνηση θα σου ξαναζητήσει την ψήφο, ποντάροντας στην ξεχασιά της μνήμης σου.
Και να 'σαι έτοιμος ν' αντιμετωπίσεις, πάλι μόνος κι αβοήθητος, τις νέες φυσικές καταστροφές, ως αποτέλεσμα της εξαφάνισης των δασών, καθώς «ενός κακού μύρια έπονται». Θα 'ρθει η ξηρασία να σου στερήσει το νερό, αφού η έλλειψη δασών στερεύει τον υδροφόρο ορίζοντα. Θα 'ρθουν οι πλημμύρες να παρασύρουν τα πάντα, αφού τίποτα δε θα μπορεί, πλέον, να συγκρατήσει τα νερά της βροχής. Ομως, εσύ να ξέρεις πως δε φταίει γι' αυτό ούτε ο Προμηθέας, ούτε ο «κακός μας ο καιρός». Κοίταξε το πρόσωπο του Ρέππα, όταν μοιρολογεί και θα καταλάβεις το γιατί...