Τετάρτη 11 Ιούνη 1997
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 8
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Εκβιάζονται οι εργαζόμενοι μέσω του "διαλόγου"

Σε πέντε συγκεκριμένες πλευρές αυτής της διαδικασίας αναφέρθηκε στη συνέχεια η ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, αποδείχνοντας με πειστικότητα ότι δεν πρόκειται για διάλογο, αλλά για εκβιασμό που διενεργείται σε βάρος των εργαζομένων μέσω διαλόγου

"Διάλογος" με την εργοδοσία να τρομοκρατεί

"Υποτίθεται", συνέχισε η Αλέκα Παπαρήγα, "ότι όλα τα μέρη του διαλόγου, κυβέρνηση - εργοδοσία - εργαζόμενοι, συζητούν μεταξύ τους για να καταλήξουν κάπου. Ομως, τα δύο από τα τρία μέρη δεν κάνουν στην πραγματικότητα διάλογο, αφού από τη φύση τους, ιδιαίτερα η εργοδοσία, πρώτα δρα, πρώτα ενεργεί παραβιάζοντας νόμους και συμφωνίες και μετά επιδιώκει τη νομιμοποίηση.

Μια απλή επίσκεψη σε όλα τα εργοστάσια που λειτουργούν σήμερα στη χώρα μας, σε ελληνικές ή πολυεθνικές επιχειρήσεις, θα πείσει όσους τουλάχιστον έχουν διάθεση να πειστούν εντός Βουλής και εκτός Βουλής. Η τρομοκρατία στα εργοστάσια και στις επιχειρήσεις μόνο με το κλίμα της περιόδου του '49 - '61 μπορεί να συγκριθεί, αλλά και της περιόδου της δικτατορίας. Μιας τρομοκρατίας χωρίς εκτελεστικά αποσπάσματα, στρατοδικεία, και ξυλοδαρμούς, αλλά με ένα πολύ γνωστό όπλο, το όπλο της απόλυσης σε μια περίοδο που οι άνεργοι και μισοάνεργοι, οι ανασφαλείς, κοντεύουν να περάσουν το 50%. Η εργοδοσία κυριολεκτικά τρομοκρατεί. Ηδη, στους απολυμένους λόγω διακοπής λειτουργίας των επιχειρήσεων, ή μεταφοράς αλλού, πρέπει να προστεθούν οι απολυμένοι λόγω συνδικαλιστικής δράσης ή υποψίας ότι συζητούν για κινητοποιήσεις και απεργίες. Οι τελευταίοι συνήθως απολύονται βεβαίως και πάνε κυριολεκτικά άκλαυτοι, δεδομένου ότι σε πολλές περιπτώσεις απολύονται λόγω ανικανότητας, τεμπελιάς, μη παραγωγικότητας.

Μια ματιά θα πείσει τους άπιστους Θωμάδες, με μια απλή επίσκεψη σε ένα εργοστάσιο. Οι εργάτες και οι εργάτριες με τα μάτια προσπαθούν να δείξουν την απόγνωσή τους. Σε πολλές περιπτώσεις παίρνουν στα κρυφά τις προκηρύξεις και τα φυλλάδια που μιλάνε για το δίκαιό τους, τα διαβάζουν στο σπίτι τους, αν δεν υποκύψουν στο άγριο μάτι της εργοδοσίας και των υπαλλήλων της και δεν το πετάξουν, έτσι για να αποδείξουν ότι δεν είναι επικίνδυνοι. Δεν κρύβουν καμία υπερβολή αυτές οι θέσεις μας, ζούμε από κοντά το σύγχρονο δράμα των εργαζομένων στα εργοστάσια και στις επιχειρήσεις. Τη συστηματική προσπάθεια της εργοδοσίας να πείσει εργάτες και εργάτριες να καρφώνουν, όπως λέει ο λαός, τον συνάδελφό τους όταν διαμαρτύρεται πάνω στη μηχανή και αγωνιά για το μέλλον του. Σε πολλά εργοστάσια η εργοδοσία μάλιστα έχει φροντίσει με τη μέθοδο της βίας, αλλά και της εξαγοράς, να καθορίζει τη σύνθεση των εργοστασιακών και επιχειρησιακών σωματείων, έτσι ώστε όχι μόνο να ελέγχει την κατάσταση, αλλά να χρησιμοποιεί καταπτοημένα συνδικαλιστικά στελέχη ως μέσω δήθεν πειθούς.

Είναι δυνατό λοιπόν στην Ελλάδα του 1997 να μιλάμε για διάλογο με ένα τέτοιο κλίμα κυρίαρχο παντού; Είναι απάτη να χρησιμοποιείται αυτός ο όρος και μάλιστα να θεωρείται ως δημοκρατικό και αναντικατάστατο μέσο επίλυσης των εργατικών λαϊκών προβλημάτων"..

"Διάλογος" για τη νομιμοποίηση τετελεσμένων

"Υποτίθεται ότι ο διάλογος είναι μια διαδικασία που καταλήγει σε ένα αποτέλεσμα, καλύτερο ή χειρότερο αυτό είναι ένα άλλο ζήτημα. Ο διάλογος δηλαδή δεν έχει τετελεσμένα.

Ετσι είναι τα πράγματα σήμερα στην Ελλάδα; Στην πραγματικότητα ο λεγόμενος διάλογος έρχεται για να νομιμοποιήσει τετελεσμένα που ήδη έχουν δρομολογηθεί στη ζωή και ορισμένα μάλιστα από αυτά είναι και νομοθετημένα. Με τους αντιασφαλιστικούς νόμους από το 1988 η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, και με το νόμο 1759/88, κατάργησε τις προσωρινές συντάξεις αναπηρίας και μείωσε αισθητά τα επιδόματα ασθενείας.

Η κυβέρνηση της ΝΔ παίρνοντας τη σκυτάλη ψήφισε τους νόμους 1902/90, 1976/91, 2084/92 καταργώντας σταδιακά το θεσμό των κατώτερων συντάξεων, το θεσμό της αναπροσαρμογής των συντάξεων σε σχέση με την Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, μειώνοντας στο 1/3 τις δαπάνες για τις συντάξεις των αναπήρων, ενώ αυξήθηκαν σταδιακά τα όρια συνταξιοδότησης στα 65 σχεδόν για όλους.

Τα κατώτατα όρια των συντάξεων έπεσαν στην εξαετία 1991 - 1996 σε πραγματικές τιμές του 1990, τα γήρατος - αναπηρίας από 20 ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη σε 15,3 και τα λόγω θανάτου από 18 σε 13,8. Οι αναπηρικές συντάξεις ΙΚΑ έπεσαν στο σύνολο των συντάξεων ΙΚΑ από 29,3% το 1990 στο 19,1% το 1996.

Για τους νέους ασφαλισμένους, όσους δηλαδή εισέρχονται στην ασφάλιση από 1.1.1993, επιβλήθηκε καθεστώς - εξάμβλωμα που παρέχει το 1/3 των καταβαλλομένων συντάξεων. Το 1995 από τους 718.737 συνταξιούχους του ΙΚΑ, οι 193.392, δηλαδή το 26,9% έπαιρναν συντάξεις 20 - 80.000 δραχμές, οι 372.625, δηλαδή 51,8% έπαιρναν 80 - 90.000 δρχ. Και μόνο 152.720, δηλαδή το 21,3% παίρνουν συντάξεις μεγαλύτερες.

Ενώ οι συντάξεις της μεγάλης πλειοψηφίας των εργατών, των αγροτών, των ασφαλισμένων στο ΤΕΒΕ, στο ΤΣΑ και σε άλλα Ταμεία, βρίσκονται σε επίπεδα πείνας, η παρεχόμενη περίθαλψη είναι πολύ κάτω από τις στοιχειώδεις σύγχρονες ανθρώπινες ανάγκες.

Περίπου 1 εκατομμύριο εργαζόμενοι δεν είναι ασφαλισμένοι. Εγιναν ταυτόχρονα σοβαρές περικοπές στις δαπάνες για τα φάρμακα των ασφαλισμένων με πρόσχημα την πολυφαρμακία. Επίσης στα επιδόματα για τους πολυτέκνους.

Οι πιο αυστηρές προϋποθέσεις για συνταξιοδότηση που επέβαλαν οι αντιασφαλιστικοί νόμοι, αφαίρεσαν δικαιώματα και χειροτέρεψαν τις συντάξεις σε μεγάλες ομάδες εργαζομένων, λόγω της αποσύνδεσης των κατώτατων ορίων. Οι απώλειες εισοδήματος των συνταξιούχων ΙΚΑ υπολογίζονται για την 5ετία '91 - '96 σε πάνω από 600 δισ. δρχ. και προέρχονται από τον πληθωρισμό,τις αυξήσεις στις κρατήσεις, τη συμμετοχή στα φάρμακα, την πενταετία για τον υπολογισμό της σύνταξης και τις αυστηρές προϋποθέσεις για τη συνταξιοδότηση.

Για τους αγρότες, με νόμο που ψήφισε πρόσφατα η κυβέρνηση, χειροτερεύει το ήδη ανεπαρκές ασφαλιστικό σύστημα, αυξάνει τις εισφορές, ενώ οι συντάξεις θα γίνουν μικρότερες σε σύγκριση με το σημερινό σύστημα. Περιορίζει την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, αφαιρεί στην ουσία το δικαίωμα της αγρότισσας σε ασφάλιση και συνταξιοδότηση, αφού η αγροτική οικογένεια δεν μπορεί να σηκώσει τα βάρη της σύνταξης των δύο.

Αρα, οι κανόνες του παιχνιδιού είναι προκαθορισμένοι, όχι γενικά και αφηρημένα. Είναι προκαθορισμένοι και σημαδεμένοι σε βάρος των εργατοϋπαλλήλων, των μικρομεσαίων επιχειρηματιών και της μικρομεσαίας αγροτιάς. Θα με ερωτήσετε, τότε γιατί χρειάζεται ο κοινωνικός διάλογος αφού υπάρχει το θεσμικό πλαίσιο; Χρειάζεται για να καταργηθούν οι όποιοι περιορισμοί έχουν μείνει, για να νομιμοποιηθεί στα μάτια της κοινής γνώμης η πιο αποκρουστική, η πιο σφοδρή νεοφιλελεύθερη επίθεση που γνώρισε μεταπολιτευτικά η εργατική τάξη και οι άλλοι εργαζόμενοι. Ενδιαφέρει επίσης την κυβέρνηση, άλλα και την εργοδοσία, να ανατραπεί το θεσμικό καθεστώς που ισχύει στη δημόσια διοίκηση, στον ευρύτερο και στενότερο δημόσιο τομέα, με βάση τις κατευθύνσεις του ΔΝΤ για άρση μονιμότητας και επιβολή ελαστικών μορφών απασχόλησης.

Η κυβέρνηση σχεδιάζει:

  • Αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης, αν όχι άμεσα, στα επόμενα χρόνια, για άνδρες και γυναίκες. Να καταργήσει τις διατάξεις που ισχύουν για τις εργαζόμενες γυναίκες.
  • Να καθορίζεται ο συντάξιμος μισθός στο 60% των αποδοχών για τα 35 χρόνια ασφάλισης ή με 10.500 ένσημα αντί του 80% που ισχύει σήμερα.
  • Για τον υπολογισμό της σύνταξης να παίρνεται υπόψη ο μέσος μισθός της τελευταίας 10ετίας.
  • Από την κύρια και την επικουρική ασφάλιση συνολικά να μην καταβάλλεται σύνταξη πάνω από το 80% του μέσου μισθού.
  • Επανεξετάζει προς το χειρότερο το θεσμό των βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων.
  • Αύξηση των εισφορών των εργαζομένων και μείωση γενικά των κρατικών και εργοδοτικών εισφορών.

Το επιχείρημα περί ανταποδοτικότητας εκφράζει μια άκρως αντιδραστική άποψη και ένα πελώριο ψέμα.

Τα ασφαλιστικά Ταμεία τα στήριξαν οι εργαζόμενοι με τις εισφορές τους, και όχι η κυβέρνηση και η εργοδοσία που πάντα έδιναν λιγότερο απ' ό,τι ήταν υποχρεωμένοι και από πάνω λήστευαν τα Ταμεία.

Οι εργαζόμενοι πλήρωσαν και πάντα πήραν λιγότερα συγκριτικά με την προσφορά και τις ανάγκες τους.

Η κυβερνητική πολιτική, αν δε συναντήσει ισχυρή αντίδραση και αντιπαράθεση, θα οδηγήσει στην ακόμα μεγαλύτερη μείωση της κρατικής και εργοδοτικής επιχορήγησης, θα χειροτερέψουν οι ήδη υποβαθμισμένες υπηρεσίες, τα Ταμεία θα γίνουν οι πιο προβληματικές επιχειρήσεις. Η ενοποίηση των Ταμείων δεν αποτελεί φάρμακο, πολύ περισσότερο που υπηρετεί τους αντίθετους λόγους, δηλαδή το μοίρασμα της φτώχειας, την προς τα κάτω κίνηση όλων των Ταμείων, αντί της προς τα πάνω εξίσωσης. Μπορεί για ένα διάστημα να αναβληθεί η χρεοκοπία, αλλά το αποτέλεσμα θα είναι έτσι και αλλιώς αναπόφευκτο".

"Διάλογος" χωρίς το όπλο της ταξικής πάλης

"Είναι γεγονός ότι σε όλη του την πορεία το συνδικαλιστικό κίνημα πολλές φορές, πάμπολλες φορές, μόνιμα έχει καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με την εργοδοσία και το κράτος. Αυτή η διαδικασία θα υπάρχει βεβαίως όσο, π. χ., υπάρχει καπιταλιστική εργοδοσία. Το όνειδος δεν είναι αν κάθεσαι σε ένα τραπέζι, από τη στιγμή που ο συσχετισμός το επιβάλλει. Ο κίνδυνος και η τραγωδία είναι να κάθεσαι σε ένα τραπέζι έχοντας απεμπολήσει το όπλο της ταξικής πάλης, των αγώνων. Η ιστορία έχει δείξει ότι ένας μόνο διάλογος - για να χρησιμοποιήσω τον όρο αυτό με άλλο περιεχόμενο - απέδωσε για τους λαούς: Ο διάλογος του ταξικού αγώνα, των κοινωνικών και πολιτικών αναμετρήσεων εναντίον του κράτους και της εργοδοσίας. Δίχως ένα τέτοιο όπλο ο διάλογος είναι καταδικασμένος.

Ο λεγόμενος κοινωνικός διάλογος έχει σημαντικές διαφορές από άλλες μορφές διαπραγμάτευσης που έχει γνωρίσει το συνδικαλιστικό κίνημα, όπως είναι οι διαπραγματεύσεις για τις Συμβάσεις, η κατάθεση απόψεων στα όργανα της Βουλής και στα σχετικά υπουργεία. Οι προηγούμενοι διάλογοι, έστω και τυπικά, αναγνώριζαν ότι γίνεται διαπραγμάτευση ανάμεσα σε δυνάμεις που έχουν διαφορετικά και αντιτιθέμενα συμφέροντα. Αλλωστε αυτός είναι και ο λόγος που πρωτοεμφανίστηκαν οι οργανώσεις των συνδικάτων. Σε όλη την πορεία του 20ού αιώνα, τουλάχιστον τυπικά, κανένας δεν είχε αρνηθεί αυτόν το ρόλο του συνδικαλιστικού κινήματος, και γι' αυτό άλλωστε τα συνδικάτα διώκονταν σε περιόδους εκτροπών, και γι' αυτό άλλωστε μόνιμος πονοκέφαλος του κράτους και της εργοδοσίας ήταν να το τιθασεύσουν και να το εξαγοράσουν. Σήμερα τα πράγματα αλλάζουν.

Αν, λόγου χάρη, οι ηγεσίες των εργατοϋπαλλήλων και των μικρομεσαίων, της αγροτιάς, είχαν διαφορετικές θέσεις για τα προβλήματα των εργαζομένων, αν ήξεραν να χρησιμοποιούν σωστά το όπλο του αγώνα και το δικαίωμα της απειλής, που είναι στοιχειώδες δικαίωμα άμυνας στις σημερινές συνθήκες, τότε είναι βέβαιο ότι η κυβέρνηση δε θα διάλεγε το δρόμο του διαλόγου μόνο με την εργοδοσία.

Δε θα καλούσε καν τις συνδικαλιστικές ηγεσίες για διάλογο, γιατί θα φοβόταν την απομόνωση και το ξεσκέπασμά της. Αλλωστε έχουμε παραδείγματα από το παρελθόν, που δείχνουν πώς οι κυβερνήσεις έβλεπαν τη συμμετοχή των εργαζομένων. Δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια που το ΠΑΣΟΚ προβάριζε ως μέσο εκβιασμού τις ΑΣΚΕ. Οταν η ΑΣΚΕ της ΔΕΗ ξέφυγε από τον έλεγχο της κυβέρνησης και αρνήθηκε την αναγκαιότητα αύξησης των τιμολογίων, τότε η κυβέρνηση έβαλε τις ΑΣΚΕ στο χρονοντούλαπο. Το ίδιο έχει συμβεί στο παρελθόν με τα περίφημα συμμετοχικά όργανα του υπουργείου Παιδείας, που οι κυβερνήσεις ξέχασαν να τα συγκαλούν γιατί δεν είχαν ελέγξει στα σίγουρα τι θα έβγαινε από τέτοιες συναντήσεις.

Εχουμε πείρα από τις περίφημες συναντήσεις του πρωθυπουργού με αντιπροσώπους εργαζόμενων, μικρομεσαίων και αγροτών. Πού έληξαν αυτές οι συζητήσεις; Πουθενά, σε κανένα ουσιαστικό όφελος στις περισσότερες περιπτώσεις.

Αυτό το βήμα οι εργαζόμενοι της χώρας μας δεν πρέπει να δεχτούν να γίνει, γιατί από εκεί και ύστερα θα έρθει κυριολεκτικά το χάος.

Γι αυτό το λόγο και μόνο αξίζει να μην περιβληθεί καμία νομιμότητα αυτός ο διάλογος".

"Διάλογος" χωρίς τη διεθνή πείρα

"Αξίζει χίλιες φορές επίσης οι Ελληνες εργαζόμενοι να σκύψουν στη σύγχρονη ευρωπαϊκή πείρα, στην πείρα της Γαλλίας, της Ισπανίας, της Ιταλίας, της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας, των χωρών δηλαδή που ο λεγόμενος διάλογος έχει ξεκινήσει. Ηδη υπάρχουν τραγικά αποτελέσματα για τους εργαζομένους. Σε όλες τις περιπτώσεις σύρθηκαν οι κεντρικές ηγεσίες των εργαζομένων στην υπογραφή επαίσχυντων συμβολαίων και στη συνέχεια ανέλαβαν εκστρατεία υπονόμευσης των αγώνων και των απεργιών. Σε όλες τις περιπτώσεις οι συμφωνίες κορυφών στηρίζονται στην τρομοκρατία στους τόπους δουλιάς, στη δαμόκλειο σπάθη υπάρχουν και χειρότερα!

Στη Γαλλία ο λεγόμενος κοινωνικός διάλογος γίνεται με διμερή μορφή ακόμα, ανάμεσα στην εργοδοσία και τα συνδικάτα, το Μάιο του 1996 υπεγράφη το πρώτο μεσοπρόθεσμο Εθνικό Κοινωνικό Συμβόλαιο που καθιερώνει συναίνεση στους τομείς της εισοδηματικής πολιτικής, αναμόρφωση της κοινωνικής ασφάλισης κλπ. μέτρα, σύμφωνα με τη θέληση της εργοδοσίας που διψά για κέρδη και μόνο για κέρδη.

Στην Ιταλία τα πράγματα έγιναν πιο δημοκρατικά τάχα, η συμφωνία συνδυάστηκε με δημοψήφισμα, όπου όλα τα κόμματα, πλην της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης, δούλεψαν ώστε ένα μεγάλο μέρος εργαζομένων να νομιμοποιήσει την αρπαγή των κατακτήσεών τους, την αύξηση των ορίων σύνταξης. Ανάλογες οι εξελίξεις και στην Ισπανία".

"Διάλογος" με δίλημμα του τύπου "μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα"

"Η κυβέρνηση, προκειμένου να νομιμοποιήσει την πολιτική της, χρησιμοποιεί την έξης μέθοδο: Από τη μια μεριά χρησιμοποιεί υπαρκτά προβλήματα, όχι για να τα λύσει ή να τα διορθώσει, αλλά για να περάσει και να νομιμοποιήσει την αντιλαϊκή πολιτική της και στη συνέχεια βάζει στους εργαζόμενους ένα δίλημμα, του τύπου "μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα". Η δέχεστε αυτά τα μέτρα ή υπάρχουν και χειρότερα. Αυτός δεν είναι διάλογος, είναι παγίδα, δόκανο γερό.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα προσφέρεται με την περίπτωση των ασφαλιστικών Ταμείων, που αφού ΝΔ και ΠΑΣΟΚ αγκαλιά με την εργοδοσία τα κατέστρεψαν, τώρα έρχονται να τα σώσουν.

Η καταλήστευση των Ταμείων από τις κυβερνήσεις αποτελεί ένα από τα πιο προκλητικά σκάνδαλα της μεταπολιτευτικής περιόδου:

1. Τρισεκατομμύρια δραχμές των ασφαλιστικών Ταμείων αρπάχτηκαν από τις κυβερνήσεις, και πρόσφατα από την κυβέρνηση του κ. Σημίτη με τη μορφή της αξιοποίησης - εκμετάλλευσης των αποθεματικών. Τα αποθεματικά αυτά πήγαν για χαριστικές πράξεις, τελικά επέστρεψαν στα Ταμεία των μεγαλοκεφαλαιούχων.

Υπέθαλψαν και κάλυψαν την εισφοροδιαφυγή των εργοδοτών. Επανειλημμένα έγιναν χαριστικές ρυθμίσεις και εισφοροαπαλλαγές για το μεγάλο κεφάλαιο.

Το συμπέρασμα για μας είναι ότι ο διάλογος αυτός δεν μπορεί να νομιμοποιηθεί. Οι εργαζόμενοι, αν καταφέρουν να αποκτήσουν σαφή αντίληψη και συνείδηση του τι συμβαίνει, θα βρουν τον τρόπο και το δρόμο να υπερασπίσουν τις κατακτήσεις τους".


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ