Βλέπει και νοτιότερα στα καπεταναίικα μπουλούκια του Μοριά. Κι ολόγυρα, σ' όλα τα μικρά και μεγαλύτερα διαμαντάκια, νησιά και ξέρες της γαλάζιας θάλασσας όπου ταξίδεψε και «φιλοξενήθηκε».
Το αγνάντι του βλέπει και προς τα πάνω. Το Γράμμο της Ηπείρου, το Βίτσι της Μακεδονίας. Και όλη τη Θράκη, από τον Εχίνο και τη Σμίξη, μέχρι το Διδυμότειχο και τα Λάβαρα.
Ολες τις γωνιές αυτού του τόπου του στενού, του μεγάλου, για την ελευθερία και την προκοπή του οποίου πάλεψε όλη του τη ζωή, γιατί αγαπούσε τον Ανθρωπο όπου Γης. Ολες τις γωνιές αυτής της πατρίδας που έστειλε χτες μυριάδες κάθε ηλικίας να τον συντροφεύσουν, όπως σε κάθε του βήμα. Σε αυτά που έκανε και σε όσα μένει να γίνουν.
Μνήμες αρχαγγελικές που πάνε χιλιετίες πίσω, από τον Προμηθέα στον Σπάρτακο, ρίχνουν τις ρίζες τους στους Διγενήδες, σμίγουν αίμα με την αρματωμένη κλεφτουριά, πίνουν νερό από τη χούφτα του Αντύπα, βρίσκουν ευλογία στον Ρίτσο, αναβαπτίζονται στο ΕΑΜ, στο ΔΣΕ, τα ξερονήσια και τις φυλακές, τον αντιδικτατορικό αγώνα.
Μνήμες ζωοδότρες που στέλνουν αέρα στα πανιά για την έφοδο στο μέλλον, με πρώτη στάση τους σημερινούς αντιιμπεριαλιστικούς, αντιΝΑΤΟικούς, αντιευρωενωσιακούς αγώνες. Τις μάχες για την προάσπιση (άκουσον - άκουσον το 2005!) της ειρήνης, του 8ωρου, της 5ήμερης εργασίας, του δικαιώματος στην ποιοτική δημόσια και δωρεάν παιδεία, κοινωνική ασφάλιση και υγεία.
Κόσμος που φερόταν και προετοιμαζόταν σαν να ήταν γιορτή, μια μεγάλη λαϊκή γιορτή, ο ερχομός του Χαρίλαου κι όχι η ταφή του. Κόσμος τσαντισμένος στις αυλές του και τα σκιερά μονοπάτια του για την τιμή του βαμβακιού και του καπνού, τα πρόστιμα της «συνυπευθυνότητας». Κόσμος που θυμόταν τις διηγήσεις των παππούδων του για τα χρόνια τα ακόμα πιο παλιά, αυτά των δικών τους παππούδων, για τον Τούρκο που έφυγε, αλλά τα άφησε όλα στον φίλο του τον κοτσάμπαση, τον «πατριώτη» που «ήταν τρεις φορές χειρότερος από τον αγά, το πιστεύεις; Τρεις φορές χειρότερος!».
Κόσμος που σε κατατόπιζε για το πού έστεκε το πατρικό του Φλωράκη με το σαφέστατο, υπέροχο και τόσο αληθινό: «Πίσω από το έλατο του Λιανού...». Κόσμος ο οποίος έβλεπε τον τόπο που διάλεξε να «κοιμηθεί», θαύμαζε την επιλογή και τη σοφία της και αποφαινόταν ότι «ο Χαρίλαος πάντα ήξερε τι ήθελε».
Οσων ήταν εκεί, αλλά και όσων έλειπαν. Οσων λεόντων «έφυγαν» πριν απ' αυτόν, αλλά κι όσων περιμένουν να γεννηθούν και ζητούν ήδη, απαιτούν, από τους σημερινούς εικοσάρηδες και τριαντάρηδες να τους αφηγηθούν την ιστορία, την πίστη, την ορμή αυτού του αγέραστου πλατάνου κι όλου του λαϊκού κινήματος όπου έριξε τις ρίζες του και το οποίο δρόσισε στη σκιά του.
Ο Χαρίλαος Φλωράκης τάφηκε χτες ήσυχος και περήφανος, ως Επίτιμος Πρόεδρος του μοναδικού κόμματος στο οποίο μπορούσε να είναι επίτιμος πρόεδρος. Του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος.
Αγαπημένε Χαρίλαε, σου αντιγυρίζουμε το χαιρετισμό. Γεια και χαρά σου.