«Εφόσον κριθεί απαραίτητο θα απαντήσουμε γρήγορα και με αποφασιστικό τρόπο για να υπερασπιστούμε την κανονιστική αυτονομία μας έναντι αδικαιολόγητων μέτρων», ανακοίνωσε η Κομισιόν, αντιδρώντας στις κυρώσεις που ανακοίνωσαν οι ΗΠΑ κατά του πρώην επίτροπου της ΕΕ Τιερί Μπρετόν και άλλων τεσσάρων Ευρωπαίων, θεωρώντας ότι συνέβαλαν σε «λογοκρισία αμερικανικών απόψεων». Η Ουάσιγκτον απαγόρευσε την είσοδο, τη διαμονή και κάθε δραστηριότητα στην αμερικανική επικράτεια συνολικά σε πέντε Ευρωπαίους που πρωτοστάτησαν στην επιβολή «αυστηρότερων» ρυθμίσεων ψηφιακών υπηρεσιών. Οπως υποστήριξε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ανακοινώνοντας τις κυρώσεις, «εδώ και πάρα πολύ καιρό ιδεολόγοι στην Ευρώπη διεξάγουν συντονισμένες προσπάθειες για να αναγκάσουν αμερικανικές ψηφιακές πλατφόρμες να τιμωρούν αμερικανικές απόψεις στις οποίες αντιτίθενται» και «η κυβέρνηση Τραμπ δεν θα ανέχεται πλέον τέτοιες κατάφωρες ενέργειες εξωχώριας λογοκρισίας». Τα άλλα τέσσερα πρόσωπα είναι στελέχη ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται «ενάντια στην παραπληροφόρηση και στον λόγο μίσους», π.χ. της γερμανικής «HateAid».
Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Αντόνιο Κόστα, χαρακτήρισε τις κυρώσεις κάτι «απαράδεκτο μεταξύ συμμάχων, εταίρων και φίλων», υποστηρίζοντας πως «η ΕΕ είναι ανυποχώρητη σε ό,τι αφορά την υπεράσπιση της ελευθερίας της έκφρασης, των δίκαιων ψηφιακών κανόνων και της κυριαρχίας της για την επιβολή ρυθμιστικών κανόνων».
Η υπουργός Δικαιοσύνης της Γερμανίας σχολίασε ότι «οι κανόνες υπό τους οποίους θέλουμε να ζήσουμε στον ψηφιακό κόσμο στη Γερμανία και στην Ευρώπη δεν αποφασίζονται στην Ουάσιγκτον».
Ο Γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν επέκρινε τα αμερικανικά μέτρα ως «εκφοβισμό και εξαναγκασμό με στόχο την υπονόμευση της ευρωπαϊκής ψηφιακής κυριαρχίας».
Ο ίδιος ο Μπρετόν αναρωτήθηκε αν «πνέει ξανά άνεμος μακαρθισμού», ενώ θύμισε ότι τις σχετικές ρυθμίσεις ψήφισε το 90% του Ευρωκοινοβουλίου και μετά τις επικύρωσαν τα κράτη - μέλη.