Κυριακή 6 Σεπτέμβρη 2009
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 11
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΣΤΟΡΙΑ
Β' ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ
Γεννήθηκε από τον ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό

Στόχευε στη συντριβή της ΕΣΣΔ

Ο επίλογος της Συμφωνίας του Μονάχου: Γερμανικά στρατεύματα στην Πράγα, το Μάρτη του 1939
Ο επίλογος της Συμφωνίας του Μονάχου: Γερμανικά στρατεύματα στην Πράγα, το Μάρτη του 1939
Περίσσεψε τις τελευταίες μέρες το «κλάμα» των καπιταλιστών για το κακό που έπαθε η ανθρωπότητα με τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Αφορμή τα 70 χρόνια από την επίθεση της Γερμανίας στην Πολωνία, την 1η Σεπτέμβρη του 1939.

Οσοι «έκλεγαν» έχουν ορισμένα κοινά στοιχεία: Τους ενώνει ο αντικομμουνισμός. Τους ενώνει το μίσος για την εργατική τάξη. Ετσι μέσα στο κλάμα «ξέχασαν» πως η 1η Σεπτέμβρη είναι καθιερωμένη ως παγκόσμια μέρα πάλης της εργατικής τάξης για την ειρήνη. Η επιλογή της συγκεκριμένης ημερομηνίας ως παγκόσμια μέρα πάλης της εργατικής τάξης για την ειρήνη δεν είναι τυχαία, καθώς το εργατικό κίνημα ήταν και το μόνο που αντιτάχθηκε στον πόλεμο, την ώρα που οι καπιταλιστές προσπαθούσαν να ξεπεράσουν μια ακόμα καπιταλιστική κρίση, στρέφοντας τον έναν από τους ανταγωνιστές τους, τη Γερμανία, ενάντια στο μόνο προλεταριακό κράτος τότε, την ΕΣΣΔ.

Το σβήσιμο από τη μνήμη αυτού του χαρακτήρα της 1ης του Σεπτέμβρη έχει άμεση σχέση με το ξαναγράψιμο της Ιστορίας που επιχειρείται στις μέρες μας. Οι αστοί ήθελαν τα 70χρονα από την έναρξη του πολέμου να συνοδευτούν - κι αυτό έκαναν - με ένα ακόμη βήμα για την εξίσωση φασισμού - κομμουνισμού. Ως αφορμή χρησιμοποίησαν το σοβιετικογερμανικό Σύμφωνο μη επίθεσης που υπογράφηκε στις 23 Αυγούστου 1939. Ενα Σύμφωνο που είχε επιτρέψει στην ΕΣΣΔ, παρά τους υπολογισμούς των πολιτικών της Δύσης, να κερδίσει χρόνο και τελικά να αρχίσει ο παγκόσμιος πόλεμος με τη σύγκρουση μέσα στους κόλπους του καπιταλιστικού κόσμου. Οι αστοί, στις φετινές εκδηλώσεις για τη μέρα έναρξης του πολέμου, θυμήθηκαν αυτό το Σύμφωνο, αλλά ξέχασαν ότι οι ίδιοι είχαν ανοίξει τα σύνορα για να ξεχυθούν οι ορδές του Χίτλερ, όταν υπέγραψαν μαζί του, ένα χρόνο πριν, το 1938, τη Συμφωνία του Μονάχου, με την οποία του δώρισαν ουσιαστικά στην Τσεχοσλοβακία κι ενώ ήδη είχαν ανεχτεί την προσάρτηση της Αυστρίας, με την πίστη ότι έτσι ενισχύουν το ναζιστικό κλοιό γύρω από την ΕΣΣΔ.

Η Βαρσοβία μετά την εισβολή των χιτλερικών στρατευμάτων στην Πολωνία
Η Βαρσοβία μετά την εισβολή των χιτλερικών στρατευμάτων στην Πολωνία
Οι αστοί θέλουν να περιορίσουν την παρουσίαση του πολέμου σαν μια μάχη των δυνάμεων του καλού με το κακό. Το απλουστευτικό σχήμα βοηθάει να σβήσει η αντικειμενική βάση του πολέμου, η όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων.

Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος τυπικά ξεκίνησε την 1η του Σεπτέμβρη. Ουσιαστικά η νέα πολεμική αναμέτρηση είχε αρχίσει από την επαύριο κιόλας του προηγούμενου πολέμου.

Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν αποτέλεσμα της όξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, αλλά και της παγκόσμιας κρίσης του 1929 - 1933, η οποία και δεν ξεπεράστηκε. Αποτελούσε το μέσο για το ξαναμοίρασμα του κόσμου ανάμεσα στις τότε ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, ενώ στόχευε στη συντριβή του πρώτου σοσιαλιστικού κράτους στον κόσμο, την ΕΣΣΔ, και στην ανατροπή του σοσιαλισμού, ώστε να ξανακερδίσουν ένα χαμένο κρίκο στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα.

Οι κυβερνήσεις των άλλων ιμπεριαλιστικών κρατών, ΗΠΑ, Μεγάλης Βρετανίας, Γαλλίας, με κίνητρο το ταξικό μίσος προς την ΕΣΣΔ και με το πρόσχημα της «μη ανάμειξης» και της «ουδετερότητας» ακολουθούσαν στην ουσία πολιτική συνωμοσίας με τους φασίστες επιδρομείς, υπολογίζοντας να απομακρύνουν μεν από τις χώρες τους την απειλή της φασιστικής εισβολής, αλλά και ότι οι δυνάμεις της Σοβιετικής Ενωσης θα εξασθενίσουν τους ιμπεριαλιστές αντιπάλους τους στη Γερμανία.

Η ΕΣΣΔ μπόρεσε να εξασφαλίσει το χρόνο που της επέτρεψε - όταν οι ναζί κινήθηκαν πιο ανατολικά - να διεξαγάγει τη νικηφόρα αντεπίθεσή της. Με τίμημα τα 25 εκατομμύρια των νεκρών της, τα οποία όσοι ξαναγράφουν την Ιστορία δεν μπορούν να διαγράψουν
Η ΕΣΣΔ μπόρεσε να εξασφαλίσει το χρόνο που της επέτρεψε - όταν οι ναζί κινήθηκαν πιο ανατολικά - να διεξαγάγει τη νικηφόρα αντεπίθεσή της. Με τίμημα τα 25 εκατομμύρια των νεκρών της, τα οποία όσοι ξαναγράφουν την Ιστορία δεν μπορούν να διαγράψουν
Προσδοκούσαν δε, στη συνέχεια, με τη βοήθεια των τελευταίων να εξοντώσουν την ΕΣΣΔ. Υπολόγιζαν, δηλαδή, να εξαντλήσουν αμοιβαία την ΕΣΣΔ και τη χιτλερική Γερμανία σε έναν παρατεταμένο και εξοντωτικό πόλεμο.

Η Σοβιετική Ενωση, σε συνθήκες που τα πάντα μιλούσαν για πόλεμο, ακολούθησε πολιτική, που απέβλεπε στη συγκράτηση του επιδρομέα και τη δημιουργία ασφαλούς συστήματος περιφρούρησης της ειρήνης. Ετσι από τις 2 Μάη 1935, ακόμα, υπογράφηκε στο Παρίσι το γαλλο-σοβιετικό σύμφωνο αμοιβαίας βοήθειας και με την Τσεχοσλοβακία την οποία στη συνέχεια πούλησαν οι ίδιοι οι καπιταλιστές.

Η σοβιετική κυβέρνηση επέμενε για τη δημιουργία συστήματος συλλογικής ασφάλειας, που θα μπορούσε να καταστεί αποτελεσματικό μέσο αποτροπής του πολέμου και περιφρούρησης της ειρήνης. Ταυτόχρονα, το σοβιετικό κράτος πήρε μια σειρά μέτρα, που απέβλεπαν στην ενίσχυση της άμυνας της χώρας και την ανάπτυξη του στρατιωτικο - οικονομικού δυναμικού της.

Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος γεννήθηκε στους κόλπους του καπιταλιστικού συστήματος. Προετοιμάστηκε και εξαπολύθηκε από τους φασίστες επιδρομείς, με επικεφαλής τη χιτλερική Γερ­μανία. Στη γέννηση του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου μεγάλο ρόλο έπαιξε η αντισοβιετική πολιτική ανοχής απέναντι στους επιδρομείς και η συμπαιγνία μαζί τους που εφάρμοζαν οι κυβερνήσεις της Αγγλίας και της Γαλλίας με την υποστήριξη των ιθυνόντων κύκλων των Ενωμένων Πο­λιτειών της Αμερικής. Αλλά τα αντισοβιετικά σχέδια απέτυχαν. Η σοβιε­τική κυβέρνηση κατόρθωσε να αποτρέψει την επίθεση των ιμπεριαλιστικών κρατών εναντίον της ΕΣΣΔ. Η φασιστική Γερμανία άρχισε τον πόλεμο με επίθεση εναντίον του ασθενέστερου αντιπάλου.

Το κατασκευασμένο πρόσχημα

Στις 31 Αυγούστου του 1939 το βράδυ, όλοι οι γερμανικοί ραδιοσταθμοί ανακοίνωσαν πως τάχα οι Πολωνοί είχαν επιτεθεί αιφνιδιαστικά εναντίον της γερμανικής πόλης Γκλάιβιτς, πως κατέλαβαν το ραδιοσταθμό και είχαν με­ταδώσει έκκληση για πόλεμο εναντίον της Γερμανίας. Η προκλητική αυτή σκηνοθεσία που σκάρωσαν οι Γερμανοί φασίστες με την καθοδήγηση του αρχηγού της μυστικής αστυνομίας Χίμλερ, είχε σκοπό να εξαπατήσει την παγ­κόσμια κοινή γνώμη και να δικαιολογήσει την ύπουλη επίθεση που είχε προε­τοιμάσει η Γερμανία. Τα χαράματα της 1ης Σεπτεμβρίου, στις 4 και 45', τα γερμανοφασιστικά στρατεύματα εισβάλλουν στην Πολωνία. Οι ιθύνοντες αστικοτσιφλικάδικοι κύκλοι της Πολωνίας, πιστεύοντας πως η γερμανική επίθεση θα στραφεί εναντίον της Σοβιετικής Ενωσης και πως η Πολωνία έτσι είτε αλλιώς θα πάρει μέρος στον αντισοβιετικό πόλεμο, απέρ­ριψαν την πρόταση της ΕΣΣΔ για συμμαχία και δεν πήραν κανένα κάπως σο­βαρό μέτρο για την οχύρωση των δυτικών συνόρων της χώρας. Η Πολωνία είχε πάρα πολύ περιορισμένο βιομηχανικό δυναμικό. Η οι­κονομική της καθυστέρηση ήταν συνέπεια της εξάρτησής της από το ξένο κε­φάλαιο που είχε συμφέρον να εκμεταλλεύεται την πολωνική αγορά και παρεμπόδιζε την οικονομική ανάπτυξη της χώρας.

Η προετοιμασία της αντιπαράθεσης

Οι «δράστες» του Μονάχου. Φωτογραφία, μετά την τελετή υπογραφής της Συμφωνίας
Οι «δράστες» του Μονάχου. Φωτογραφία, μετά την τελετή υπογραφής της Συμφωνίας
Από την πλευρά της, η φασιστική Γερμανία τραβώντας για πόλεμο δημιουργούσε εφεδρικά απο­θέματα από στρατηγικές πρώτες ύλες. Οι κυριότεροι προμηθευτές της ήταν η βρετανική αυτοκρατορία και οι Ηνωμένες Πολιτείες. Στα 1938 η Γερμανία αγόρασε τα 45% του απαραίτητου για την παραγωγή της σιδηρομεταλλεύματος από τη Βρετανική αυτοκρατορία, τη Γαλλία και τις αποικίες της, από το Βέλγιο και από το Βελγικό Κογκό. Στις χώρες αυτές, καθώς και στην Ολλαν­δία και στις Ηνωμένες Πολιτείες, αναλογούσαν τα 89,5% από όλο το χυτοσί­δηρο και τα παλαιά σιδερικά που είχαν εισαχθεί στη Γερμανία στα 1938. Η εισαγωγή σιδηρομεταλλεύματος από τη Σουηδία και βολφραμίου από την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Κίνα αυξήθηκε απότομα.

Οπως οι Γερμανοί φασίστες, έτσι και οι Ιάπωνες μιλιταριστές εισήγαν από το εξωτερικό, ακόμα και από τις Ηνωμένες Πολιτείες, μεγάλες ποσότη­τες στρατηγικών υλών και πολεμικού υλικού. Στα 1938, η αναλογία συμμετο­χής των Ηνωμένων Πολιτειών σε όλες τις εισαγωγές της Ιαπωνίας ήταν : στο πετρέλαιο 65%, στα παλαιά σιδερικά και στο ατσάλι 90,4%, στο χαλκό 90,9%, στα αεροπλάνα 76,9% και στα αυτοκίνητα 64,7%.

Στην Ιταλία, από την περίοδο του πολέμου με την Αιθιοπία, αυξανόταν σταθερά το ειδικό βάρος των πολεμικών κλάδων της εθνικής οικονομίας (της μεταλλουργίας, της χημικής βιομηχανίας, της μηχανουργίας) και περιοριζόταν αρκετά η παραγωγή των ειδών πλατιάς κατανάλωσης.

Σοβιετικά άρματα αντιμέτωπα με τη γερμανική επίθεση
Σοβιετικά άρματα αντιμέτωπα με τη γερμανική επίθεση
Ενώ τα κράτη του φασιστικού συνασπισμού είχαν βασικά μετατρέψει την οικονομία τους σε πολεμική, στην Αγγλία, στις Ηνωμένες Πολιτείες και ως ένα αρκετό σημείο στη Γαλλία το προτσές αυτό μόλις άρχιζε να ξετυλίγεται. Οι κυβερνήσεις στις χώρες αυτές στερέωναν και πλάταιναν τις παλαιές και οργάνωναν καινούργιες ναυτικές βάσεις: Η Αγγλία στον Ινδικό και στον Ειρηνικό ωκεανό, στη Μεσόγειο θάλασσα και στη Νότια Αφρική, οι Ηνωμένες Πολιτείες στον Ειρηνικό και στον Ατλαντικό ωκεανό και η Γαλλία στη Με­σόγειο θάλασσα. Με γρήγορους ρυθμούς κατασκευάζονταν οχυρωματικά έργα στα στεριανά σύνορα της Γαλλίας, του Βελγίου και της Ολλανδίας. Το Μάιο του 1938 στις Ηνωμένες Πολιτείες αποφασίστηκε να αυξηθεί το τονάζ του πολεμικού στόλου κατά 20%. Στις αρχές του 1939, το κογκρέσο επικύρωσε το καινούργιο αεροπορικό πρόγραμμα που σύμφωνα μ' αυτό ο αριθμός των αερο­πλάνων θα έφτανε τις 5.500 μονάδες. Οι μεγιστάνες του χρηματιστικού κεφα­λαίου διηύθυναν άμεσα την οικονομική προετοιμασία του πολέμου. Ετσι στην επιτροπή των πολεμικών πόρων των Ηνωμένων Πολιτειών που οργανώθηκε τον Αύγουστο του 1939 πήραν μέρος εκπρόσωποι του τραστ ατσαλιού, της αμερικανικής τηλεφωνικής και τηλεγραφικής εταιρείας, της «Τζένεραλ Μότορς» και άλλων μονοπωλίων. Στην Αγγλία, μέλη της επιτρο­πής που διόρισε η κυβέρνηση για τον έλεγχο της εφαρμογής του προγράμμα­τος επανεξοπλισμού ήταν ο διευθυντής - διαχειριστής της φίρμας «Κούρτοντ» που παρήγε τεχνητές ίνες, ο πρόεδρος της εταιρείας ελαστικών αυτοκινήτων «Ντάνλοπ Βάμπερ», ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας της βρετανικής βιομηχα­νίας, ο διευθυντής του Αυτοκρατορικού χημικού τραστ, καθώς και οι επικε­φαλής πολλών άλλων μονοπωλίων.

Ο Κόκκινος Στρατός απελευθερώνει σοβιετικά χωριά (1943)
Ο Κόκκινος Στρατός απελευθερώνει σοβιετικά χωριά (1943)
Τα έσοδα των εργοστασίων της πολεμικής βιομηχανίας και των συγγενι­κών της κλάδων αυξάνονταν ορμητικά. Το αγγλικό ναυπηγομηχανουργικό κοντσέρν «Σουέν Χάντερ», σε σύγκριση με το 1936 αύξησε στα 1938 τα έσοδά του κατά 166,9%. Τα έσοδα του «Κρουπ» σε σύγκριση με το 1927 - 1928 υπερ-τριπλασιάστηκαν σχεδόν στα 1937 - 1938. Τα κέρδη των μεγαλύτερων ιαπω­νικών εταιρειών στο πρώτο εξάμηνο του 1939 ήταν 20% ως 27% του βασικού κεφαλαίου. Η τιμή των μετοχών του ιταλικού κοντσέρν όπλων «Μπρέντα» σε σύγκριση με το 1932 αυξήθηκε στα 1938 περισσότερο από το δεκαπλάσιο. Παρά τις οξείες αντιθέσεις ανάμεσα στις δύο ομάδες των ιμπεριαλιστικών κρατών, η Αγγλία, η Γαλλία και οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής δεν ήθελαν να πάρουν μέρος στην οργάνωση μιας αποφασιστικής απόκρουσης των φασιστών επι­δρομέων. Η πολιτική που διάλεξαν τα κράτη αυτά είχε σκοπό να απομακρύνει τον κίνδυνο πολέμου από τη Δύση και να στρέψει τη φασιστική επίθεση στην Ανατολή, εναντίον της Σοβιετικής Ενω­σης. Αυτός ήταν ο λόγος που στο διεθνή στίβο διαγράφηκαν καθαρά τρεις βασικές κατευθύνσεις: Η ανοιχτά επιθετική γραμμή της Γερμανίας, της Ια­πωνίας και της Ιταλίας για την εξαπόλυση ενός παγκόσμιου πολέμου, η πο­λιτική της ανοχής και της καθαρής συνεργίας με τους επιδρομείς από την πλευρά της Αγγλίας, της Γαλλίας και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και η προσπάθεια της Σοβιετικής Ενωσης για τη συγκρότηση ενός με­τώπου από κράτη που να ενδιαφέρονται να δράσουν για να αποκρούσουν τη φασιστική επίθεση, να οργανώσουν τη συλλογική ασφάλεια και να υποστηρί­ξουν την ειρήνη ανάμεσα στους λαούς.

Οδηγός τους ο αντικομμουνισμός

Τα αντικομμουνιστικά συνθήματα που έριχναν οι φασίστες στερέωναν στους ιθύνοντες κύκλους της Αγγλίας, των Ενωμένων Πολιτειών και της Γαλλίας τις αυταπάτες σχετικά με τη δυνατότητα μιας συνεννόησης με τις φασιστικές χώρες πάνω στη βάση της ικανοποίησης των κατακτητικών τους σκοπών σε βάρος της Σοβιετικής Ενωσης. Τα Δυτικά κράτη με την πολιτική του «κα­τευνασμού» των επιδρομέων λογάριαζαν να ενθαρρύνουν την προώθηση των στρατιών της χιτλερικής Γερμανίας προς τα σύνορα της Σοβιετικής Ενωσης και να βοηθήσουν στην έκρηξη ενός γερμανοσοβιετικού πολέμου που θα καθυ­στερούσε τη σοσιαλιστική ανάπτυξη της ΕΣΣΔ και ταυτόχρονα θα εξασθέ­νιζε σε τέτοιο σημείο τη Γερμανία που θα έπαυε να αποτελεί κίνδυνο για τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστών αντιπάλων της.

Ειδικότερα η εξωτερική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών επηρεαζόταν δυνατά από το μίσος των κυβερνητικών κύκλων προς τη Σοβιετική Ενωση και από την προθυμία μερικών μονοπωλιακών ομάδων να υποστηρίξουν τα φασιστικά κράτη που θα εξαπέλυαν πόλεμο εναντίον της ΕΣΣΔ. Γι' αυτό οι Ηνωμένες Πολιτείες βοηθώντας στην ουσία την πολεμική προετοιμασία της Αγγλίας και της Γαλλίας και πουλώντας τους όπλα εφοδίαζαν ταυτόχρονα την Ιαπωνία και τη Γερμανία με στρατηγικές πρώτες ύλες. Διάφοροι επίσημοι Αμερικανοί που αντιδρούσαν έντονα στην πολιτική της Γερμανίας και στη μεταβολή του εδαφικού καθεστώτος της Ευρώπης, όταν τα φασιστικά κράτη επιτέθηκαν εναν­τίον της Αυστρίας, της Τσεχοσλοβακίας και της Αλβανίας, έμειναν ουσια­στικά αδρανείς.

Η έναρξη

Πρώτο θύμα της φασιστικής επίθεσης στην Κεντρική Ευρώπη ήταν η Αυ­στρία. Η εσωτερική κατάσταση στη χώρα βοηθούσε στην πραγματοποίηση των σχεδίων του Γερμανού επιδρομέα. Πολλές δεκαετίες οι μεγαλοϊδεάτες Γερμανοί εθνικιστές προσπαθούσαν να φυτέψουν στη συνείδηση του αυστριακού λαού την ιδέα πως η Γερμανία και η Αυστρία έπρεπε να ενωθούν και να αποτελέσουν την ενιαία «Μεγάλη Γερμανία». Την προπαγάνδα για το «άνσλους» (ένωση) την είχαν δεχθεί και οι ηγέτες της αυστριακής σοσιαλδημοκρατίας που από τα 1918 συ­στηματικά υποστήριζαν πως το Αυστριακό κράτος «δεν είναι βιώσιμο». Οι αυστριακοί φασίστες που ήταν προσανατολισμένοι προς την Ιταλία προτιμού­σαν να είναι η Αυστρία ανεξάρτητη, αλλά κι αυτοί διακήρυσσαν πως η Αυ­στρία είναι «δεύτερο γερμανικό κράτος».

Τα γερμανικά σχέδια για την κατάληψη του αυστριακού εδάφους τα ήξεραν πολύ καλά οι ιθύνοντες κύκλοι της Αγγλίας, της Γαλλίας και των Ενω­μένων Πολιτειών. Η πολιτική της Αγγλίας στο αυστριακό ζήτημα ξεκινούσε από την υπόθεση πως η καταβρόχθιση της Αυστρίας από τη Γερμανία θα ήταν ένα από τα πιο σπουδαία στάδια της προετοιμασίας της επίθεσης της Γερμανίας εναντίον της Σοβιετικής Ενωσης. Γι' αυτό η αγγλική κυβέρνηση δεν είχε αντίρρηση για το «άνσλους». Στις 31 Μαΐου του 1937 ο Αγγλος πρεσβευτής στο Βερολίνο Χέντερσον, σε μια συζήτησή του, με τον Πάπεν δήλωσε: «Η Αγγλία καταλαβαίνει απόλυτα την ανάγκη να ρυθμιστεί το ζήτημα (της Αυστρίας) στα πλαίσια του γερμανικού ράιχ».

Οι συνεννοήσεις

Το Νοέμβρη του 1937 έφτασε στη Γερμανία ο αντιπρόεδρος της αγγλι­κής κυβέρνησης Χάλιφαξ. Ο Χάλιφαξ σε συνομιλία του με τον Χίτλερ τόνισε πρώτα πρώτα τις «υπηρεσίες» του (του Χίτλερ) στο ζήτημα της «εκμη­δένισης του κομμουνισμού στη χώρα του» και δήλωσε πως αυτός «έφραξε το δρόμο του κομμουνισμού προς τη Δυτική Ευρώπη, και γι' αυτό η Γερ­μανία δίκαια μπορεί να θεωρείται ο προμαχώνας της Δύσης εναντίον του μπολσεβικισμού». Υστερα ο Χάλιφαξ πρότεινε να ρυθμιστούν με απευθείας διαπραγματεύσεις τα αγγλογερμανικά προβλήματα και να προσεγγίσουν οι δύο χώρες και όταν γίνει αυτό θα είναι δυνατόν να υπογραφεί μια συμφωνία ανάμε­σα στα τέσσερα κράτη - Αγγλία, Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία. Αφού ξεκα­θάρισε ότι «από αγγλική πλευρά δεν νομίζουν πως το status quo πρέπει σε όποια περίπτωση να διατηρηθεί σε ισχύ» και πως «πρέπει να γίνει προσαρ­μογή στις καινούργιες συνθήκες και επανόρθωση των παλαιών σφαλμάτων και να έχουμε υπόψη μια μεταβολή στην κατάσταση που υπάρχει, μεταβολή που έγινε απαραίτητη» ο Χάλιφαξ έδωσε στην ουσία τη συγκατάθεσή του για το «άνσλους», καθώς και για την κατάληψη της Τσεχοσλοβακίας. Τις αποικιακές αξιώσεις της Γερμανίας υποσχέθηκε να τις εξετάσει όταν θα συμφω­νούσαν στα άλλα ζητήματα.

Ιμπεριαλιστική συνεννόηση με τη χιτλερική Γερμανία έκανε και η Γαλ­λία. Το Νοέμβριο και το Δεκέμβριο του 1937, σε ανεπίσημες συνομιλίες με τους χιτλερικούς απεσταλμένους, ο Γάλλος πρωθυπουργός Σοτάν, καθώς και πολλά άλλα μέλη της κυβέρνησης, πήραν ευνοϊκή θέση απέναντι στο «άνσλους».

Αλλά και οι Ηνωμένες Πολιτείες ήξεραν πως ετοιμαζόταν το «άνσλους»: Στις 23 Νοεμβρίου του 1937 ο Αμερικανός πρεσβευτής στο Παρίσι Μπούλιτ, με βάση τις συνομιλίες του με τον Γκαίριγκ και τον Σαχτ, πληροφόρησε την Ουάσιγκτον πως οι χιτλερικοί είχαν πάρει απόφαση να καταλάβουν την Αυ­στρία. Αλλά η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών δεν πήρε κανένα μέτρο για να σταματήσει την επίθεση.

«Αύριο ίσως είναι αργά»

Η Σοβιετική Ενωση καταδίκασε κατηγορηματικά τη χιτλερική επίθεση στην Αυστρία. Στις 17 Μάρτη η σοβιετική κυβέρνηση πρότεινε να συγκληθεί μια διεθνής διάσκεψη για να εξετάσει τα μέτρα για την καταπολέμηση των επιθετικών ενεργειών, υπογραμμίζοντας πώς υστέρα από την κατάληψη της Αυστρίας δημιουργείται απειλή για την Τσεχοσλοβακία και σε συνέχεια, μια που οι επιθετικές διαθέσεις είναι μεταδοτικές, υπάρχει κίνδυνος να εξελιχθεί η απειλή σε καινούριες διεθνείς διενέξεις... «Αύριο ίσως είναι πια αργά, αλλά σήμερα ο καιρός γι' αυτό δεν πέρασε ακόμη αν όλα τα κράτη και προπάντων τα μεγάλα πάρουν μια σταθερή και ανυστερόβουλη θέση απέναντι στα προ­βλήματα της συλλογικής διάσωσης της ειρήνης» σημείωνε.

Αλλά οι κυβερνήσεις της Αγγλίας και της Γαλλίας απόρριψαν την πρό­ταση της Σοβιετικής Ενωσης, ενώ η κυβέρνηση των Ενωμένων Πολιτειών ούτε καν απάντησε. Δεν ειχαν περάσει ούτε τρεις βδομάδες από την κατάληψη της Αυστρίας και η Αγγλία, η Γαλλία και οι Ενωμένες Πολιτείες αναγνώ­ρισαν στην ουσία την έντα­ξή της στο χιτλερικό κρά­τος. Η Τράπεζα της Αγ­γλίας με υπόδειξη της κυ­βέρνησης παράδωσε στη Ράιχσμπανκ το μέρος από το απόθεμα χρυσού της Αυ­στρίας που φυλασσόταν στο Λονδίνο.

Η κατάληψη της Αυ­στρίας έπαιζε σπουδαίο ρό­λο στα γενικά στρατηγικά και πολιτικά σχέδια της Γερμανίας. Η Τσεχοσλο­βακία ήταν κυκλωμένη τώ­ρα από τρεις πλευρές, ενώ τα κοινά σύνορα της Γερ­μανίας με την Ιταλία, τη Γιουγκοσλαβία και την Ουγγαρία βοηθούσαν τους χιτλερικούς να επεκταθούν στα Βαλκάνια και τους έδι­ναν τη δυνατότητα να ασκούν πιο ενεργό πίεση στον Ιταλό σύμμαχό τους.

Η Αυστρία ήταν για το γερμανικό ιμπεριαλισμό πολύτιμη και από οικο­νομική άποψη. Το αυστριακό μεταλλουργικό κόντσερν «Αλπίνε Μονταγκέζελσάφτ» ήταν το μεγαλύτερο πολεμικό βιομηχανικό οπλοστάσιο σε όλη τη Νοτιοανατολική Ευρώπη και η κατάληψή του ενίσχυε το πολεμικό δυναμικό της Γερμανίας. Στα χέρια των γερμανικών μονοπωλίων έπεσε και το πετρέ­λαιο της περιοχής Ζίτερσντορφ (Κάτω Αυστρία) πού την περίοδο αυτή ήταν η πιο προσιτή και από γεωγραφική άποψη η πιο κοντινή πηγή φυσικού πετρε­λαίου που τόσο πολύ το χρειαζόταν η Γερμανία. Τα γερμανικά μονοπώλια πήραν στα χέρια τους και τα πυριτιδοποιεία του Μπλουμάου και άλλα εργο­στάσια της αυστριακής πολεμικής βιομηχανίας, όπως το εργοστάσιο κατα­σκευής όπλων στο Χίρτεμπεργκ. Ολόκληρη η αυστριακή βιομηχανία έμπαινε στην υπηρεσία της φασιστικής Γερμανίας.

Υστερα από την κατάληψη της Αυστρίας από τη χιτλερική Γερμανία κα­μιά ευρωπαϊκή χώρα δεν ήταν δυνατόν να νιώθει σιγουριά. Ξεθαρρεμένοι οι Γερμανοί φασίστες που κατόρθωσαν να καταλάβουν την Αυστρία χωρίς να χά­σουν ούτε ένα στρατιώτη, αποφάσισαν να πραγματοποιήσουν αμέσως τα μελ­λοντικά κατακτητικά τους σχέδια.

Σειρά είχε η Τσεχοσλοβακία

Από οικονομική άποψη η κατάληψη της Τσεχοσλοβακίας ήταν μια υπόσχεση για τα γερμανικά μονοπώλια πως θα αποκτήσουν τους πλουσιό­τατους βιομηχανικούς και αγροτικούς πόρους της χώρας αυτής. Η Τσεχοσλο­βακία είχε πολύ αναπτυγμένη βιομηχανία. Στα 1937 η εξόρυξη κάρβουνου έφτασε τα 27,5 εκατ. τόνους, η παραγωγή χυτοσιδήρου το 1,7 έκατ. τόνους και του ατσαλιού τα 2,3 εκατ. τόνους. Τα εργοστάσια αυτοκινή­των κατασκεύαζαν 14,6 χιλ. αυτοκίνητα το χρόνο. Τα χημικά εργοστάσια θεωρούνταν τα μεγαλύτερα υστέρα από τα γερμανικά. Τα πολεμικά εργοστά­σια «Σκόντα» εφοδίαζαν όχι μόνο τον τσεχοσλοβακικό στρατό άλλα και τους στρατούς των γειτονικών χωρών. Τα τσεχοσλοβακικά αεροπλάνα δεν υστερού­σαν ποιοτικά από τα αεροπλάνα των πιο μεγάλων ευρωπαϊκών κρατών. Ακό­μη, η Τσεχοσλοβακία είχε αρκετά αποθέματα χρυσού και συναλλάγματος.

Η χιτλερική Γερμανία άρχισε να ετοιμάζει την επίθεση εναντίον της Τσε­χοσλοβακίας αμέσως ύστερα από την προσάρτηση της Αυστρίας. Ο αρχηγός του γερμανοφασιστικού κόμματος στη Σουδητία (περιοχή της Τσεχοσλοβακίας που κατοικούσε γερμανικό στοιχείο) Χενλάιν πήρε από τον Χίτλερ οδηγίες να υποβάλλει ολοένα και πιο απειλητικές αξιώσεις στην τσεχοσλοβα­κική κυβέρνηση αυξάνοντας τες σιγά σιγά για να κάνει αδύνατη μια πραγμα­τική συνεννόηση. Στις 24 Απριλίου του 1938 μιλώντας ο Χενλάιν στο Κάρλοβι Βάρι αξίωσε ολοκληρωτική αυτονομία για όλους τους Γερμανούς που ζούσαν στην Τσεχοσλοβακία και απόλυτη ελευθερία για τη φασιστική προπαγάν­δα. Οταν η τσεχοσλοβακική κυβέρνηση έδειξε πως σκέφτεται να δεχθεί την αξίωση αυτή, ο Χενλάιν δήλωσε πως η κυβέρνηση της Τσεχοσλοβακίας οφεί­λει να ξεσκίσει το σοβιετοτσεχοσλοβακικό σύμφωνο αμοιβαίας βοήθειας και γενικά να αλλάξει την εξωτερική της πολιτική. Η τακτική των χιτλερικών ήταν να προκαλέσουν μέσω των οπαδών του Χενλάιν ένα όποιο επεισόδιο για να μεταφέρουν κεραυνοβόλα στρατό στην Τσεχοσλοβακία. Οι χιτλερικοί είχαν πεποίθηση πως τα δυτικά κράτη δε θα ανακατεύονταν στη διένεξη. Αποδείχθηκε πως όχι μόνο δε θα αντιδρούσαν, αλλά θα έκαναν και ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να βοηθήσουν τον Χίτλερ.

Η συμφωνία του Μονάχου

Στις 29 Σεπτέμβρη του 1938 στο Μόναχο συναντήθηκαν από τη Γερμανία ο Χίτλερ, την Αγγλία ο Τσάμπερλεν, τη Γαλλία ο Νταλαντιέ και την Ιταλία ο Μουσολίνι για να συζητήσουν το «τσεχοσλοβακικό ζήτημα». Υστερα από σφοδρές επιθέσεις του Χίτλερ εναν­τίον της Τσεχοσλοβακίας και μερικές αντεγκλήσεις, τα μέλη της διάσκεψης εγκρίνανε το γερμανοϊταλικό σχέδιο συνεννόησης. Στους αντιπροσώπους της Τσεχοσλοβακίας που δεν είχαν κληθεί να πάρουν μέρος στη συνάντηση, αλλά τους είχαν και περίμεναν απέξω, ανακοινώθηκε πως η απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων δεν επιδέχεται συζήτηση και πρέπει να γίνει δεκτή χωρίς καμιά αντίρρηση. Σε αντάλλαγμα η Αγγλία, η Γαλλία, η Γερμανία και η Ιταλία υπόσχονταν στην Τσεχοσλοβακία, ύστερα από την ικανοποίηση όλων των αξιώσεων της συμφωνίας του Μονάχου, να εγγυηθούν διεθνώς τα νέα σύνορά της.

Με βάση τη συμφωνία που υπογράφτηκε στο Μόναχο η Τσεχοσλοβακία ήταν υποχρεωμένη να παραδώσει στη Γερμανία μέσα σε δέκα μέρες τη Σουδητία και μέσα σε τρεις μήνες να ικανοποιήσει τις εδαφικές αξιώσεις της Ουγ­γαρίας και της Πολωνίας. Ολες οι βιομηχανικές επιχειρήσεις, τα ορυχεία, οι συγκοινωνίες και τα μέσα τηλεπικοινωνίας, το τροχαίο υλικό, τα στρατιωτικά οχυρά, οι αποθήκες και οι πρώτες ύλες που βρίσκονταν στο παραχωρούμενο έδαφος θα παραδίδονταν σε απολύτως καλή κατάσταση.

Από την Τσεχοσλοβακία αφαιρέθηκε μια εδαφική έκταση από 41.098 τετρ. χλμ. με περίπου 5 εκατομμύρια κατοίκους που από αυτούς περισσότεροι από ένα εκατ. ήταν Τσέχοι και Σλοβάκοι. Στα χέρια των χιτλερικών έπεσαν βιομηχανικές περιοχές με σπουδαία μεταλλουργικά και χημικά εργοστάσια, μεθοριακά οχυρά και μια σημαντική ποσότητα οπλισμού. Ετσι η Τσεχοσλο­βακία ήταν στην ουσία αφοπλισμένη και αντιμέτωπη με το Γερμανό φασίστα επιδρομέα που περίμενε μόνο την κατάλληλη στιγμή για να την υποδουλώσει οριστικά.

Το νερό στ αυλάκι

Η ιμπεριαλιστική συμφωνία του Μονάχου ήταν το κορύφωμα της πολι­τικής της ενθάρρυνσης των επιδρομέων. Στις 30 Σεπτέμβρη με πρόταση του Τσάμπερλεν η Γερμανία και η Αγγλία υπόγραψαν στο Μόναχο μια δήλωση για αμοιβαία μη επίθεση και ειρηνικό διακανονισμό όλων των επίμαχων ζητημάτων που θα δημιουργούνταν. Υστερα από λίγο καιρό ανάλογη δήλωση υπόγραψαν η Γαλλία και η Γερμανία. Ο Τσάμπερλεν και ο Νταλαντιέ πίστευαν πως με την υπογραφή των συμφωνιών αυτών είχαν απομακρύνει από την Αγγλία και τη Γαλλία τον κίνδυνο της γερμανικής επίθεσης και τον είχαν ρίξει στην κοίτη που επιθυμούσαν, προς τα ανατολικά, εναντίον της Σοβιετικής Ενωσης. Αυτό το σκοπό είχαν τα δυτικά κράτη που παραδίδανε στον Χίτλερ τα τσεχοσλοβακικά εδάφη. Αλλά η βοήθεια των δυτικών ιμπεριαλι­στών προς το φασίστα επιδρομέα δεν περιορίστηκε σ' αυτό. Στις 13 Οκτω­βρίου του 1938, αμέσως υστέρα από τη συμφωνία του Μονάχου, ή «Στάνταρντ Οιλ» και η «Φαρμπενίντουστρι» υπόγραψαν συμφωνία για την ίδρυση μιας αμερικανογερμανικής εταιρείας που θα μονοπωλούσε τις πατέντες για την παραγωγή συνθετικής βενζίνης που ο χιτλερικός στρατός είχε μεγάλη ανάγκη από αύτη. Στα χέρια της η «Φαρμπενίντουστρι» κρα­τούσε τον έλεγχο της παραγωγής συνθετικών καυσίμων σε όλες τις χώρες, εκτός από τις Ενωμένες Πολιτείες. Η χιτλερική έξαλλου κυβέρνηση χρη­σιμοποιώντας τους διεθνείς δεσμούς που είχε η «Φαρμπενίντουστρι» με τα καρτέλ αγόρασε μεγάλες ποσότητες βενζίνης με υψηλή οκτανική από­δοση για τα γερμανικά αεροπλάνα και άρματα μάχης. Χάρη σε άλλες συμφω­νίες με καρτέλ η γερμανική πολεμική βιομηχανία απόχτησε πατέντες για την παραγωγή μαγνησίου και βηρυλλίου - πρώτων υλών που είναι απαραίτητες στη βιομηχανία αεροπλάνων. Ετσι τα μονοπώλια έκλεισαν μεταξύ τους μια ιδιόμορφη «συμφωνία Μονάχου» στον οικονομικό τομέα που έδινε στον επι­δρομέα τη δυνατότητα να εφοδιάσει και να προετοιμάσει για πολεμικές επι­χειρήσεις τις δυνάμεις αρμάτων μάχης και θωρακισμένων, τα μηχανοκίνητά του και τις αεροπορικές του δυνάμεις.

Υστερα από τη συμφωνία του Μονάχου η Γερμανία και μαζί της ολό­κληρος ο συνασπισμός των φασιστών επιδρομέων δυνάμωσαν αρκετά τις στρα­τηγικές και στρατιωτικοπολιτικές τους θέσεις.

Ο αντίπαλός τους

Σε όλη τη διάρκεια της τσεχοσλοβακικής κρίσης η Σοβιετική Ενωση ήταν το μοναδικό κράτος που αγωνιζόταν με συνέπεια για τη διατήρηση της ακεραιότητας και της ανεξαρτησίας της Τσεχοσλοβακίας. Υστερα από την υπογραφή του σοβιετοτσεχοσλοβακικού συμφώνου αμοιβαίας βοήθειας η Σοβιετική Ενωση πρότεινε επανειλημμένα στην Τσεχοσλοβακία να υπογράψουν μια στρατιωτική συνθήκη που θα έδινε στη συμφωνία αυτοματισμό δράσης. Αλλα η τσεχοσλοβακική κυβέρνηση απόφευγε να δεχθεί τη σπουδαία αυτή πρόταση. Η σοβιετική κυβέρνηση ωστόσο έκανε το καθετί για να εκπληρώσει τις συμμαχικές της υποχρεώσεις. Προτού ακόμη η Γερμανία καταλάβει την Αυστρία ο αντιπρόσωπος της ΕΣΣΔ εξακρίβωνε στο Βουκουρέστι τη δυνατότητα να περάσουν σοβιετικά στρατεύματα από το ρουμανικό έδαφος σε περίπτωση που η Τσεχοσλοβακία θα αντιμετώπιζε κίν­δυνο γερμανικής επίθεσης. Στις 15 Μαρτίου του 1938 η ΕΣΣΔ διαβεβαίωσε την Αγγλία, τη Γαλλία και την Τσεχοσλοβακία πως σε περίπτωση επίθεσης της Γερμανίας εναντίον της Τσεχοσλοβακίας η Σοβιετική Ενωση θα εκπληρώσει τις συμμαχικές της υποχρεώσεις. Την προθυμία της ΕΣΣΔ να αντιταχθεί στην επίθεση την έδειξε και η δήλωση της σοβιετικής κυβέρνησης στις 17 Μαρτίου του ίδιου χρόνου, με αφορμή την κατάληψη της Αυστρίας. Υστερα από λίγες μέρες, στις 28 Μαρτίου, η σοβιετική στρατιωτική αντιπρο­σωπεία πληροφόρησε τον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου του τσεχοσλοβάκικου στρατού πως η ΕΣΣΔ θα δώσει στην Τσεχοσλοβακία την απαραίτητη βοή­θεια εναντίον της γερμανικής επίθεσης. Στο τέλος Απριλίου η σοβιετική κυ­βέρνηση διαβίβασε στον πρεσβευτή της Τσεχοσλοβακίας στη Μόσχα μια δήλωση που έλεγε: «Η ΕΣΣΔ, αν της ζητηθεί, είναι πρόθυμη, μαζί με τη Γαλλία και την Τσεχοσλοβακία, να πάρει όλα τα μέτρα για την κατοχύρωση της ασφάλειας της Τσεχοσλοβακίας. Για το σκοπό αυτό διαθέτει όλα τα απα­ραίτητα μέσα. Η κατάσταση του στρατού και της αεροπορίας της επιτρέπει να γίνει αυτό».

Στο τέλος Αυγούστου ο Λαϊκός Επίτροπος των Εξωτερικών Μ.Μ. Λιτβίνοφ ειδοποίησε το Γερμανό πρεσβευτή στη Μόσχα πως αν η Τσεχοσλοβακία δεχθεί επίθεση, η Σοβιετική Ενωση θα εκπληρώσει τις συμμαχικές της υπο­χρεώσεις. Στις 2 Σεπτεμβρίου πρότεινε στην αγγλική και στη γαλλική κυ­βέρνηση να οργανώσουν μια σύσκεψη από στρατιωτικούς ειδικούς για τη μελέτη των μέτρων απόκρουσης της επίθεσης. Αλλα η πρόταση αυτή δεν έγινε με συμπάθεια δεκτή στο Παρίσι και στο Λονδίνο.

Στα μέσα Σεπτεμβρίου στο ερώτημα της τσεχοσλοβακικής κυβέρνησης, αν η σοβιετική κυβέρνηση είναι πρόθυμη να βοηθήσει την Τσεχοσλοβακία στην περίπτωση που η Γαλλία, πιστή στις υποχρεώσεις της, θα βοηθούσε κι αυτή, η σοβιετική κυβέρνηση έδωσε σαφέστατη θετική απάντηση. Στο δεύτερο ερώ­τημα της τσεχοσλοβακικής κυβέρνησης (όταν πια είχε πάρει το γερμανο-αγγλο-γαλλικο τελεσίγραφο), αν η σοβιετική κυβέρνηση θεωρεί τον εαυτό της δεσμευμένο από το σοβιετοτσεχοσλοβακικό σύμφωνο σε περίπτωση που η Γερμανία θα προβάλει καινούριες αξιώσεις, που θα ναυαγήσουν οι αγγλο­γερμανικές συνομιλίες και θα αποφασίσει η Τσεχοσλοβακία να αμυνθεί ένο­πλα, δόθηκε πάλι καταφατική απάντηση.

Η Σοβιετική Ενωση πήρε και πρακτικά μέτρα: προώθησε στα δυτικά της σύνορα 30 Μεραρχίες πεζικού και μερικές Μεραρχίες ιππικού και έθεσε σε πλήρη πολεμική ετοιμότητα τις μεγάλες μονάδες αρμάτων μάχης και αεροπορίας.

Οταν η αστικοτσιφλικάδικη Πολωνία θέλησε να εκμεταλλευτεί τη δύσ­κολη θέση της Τσεχοσλοβακίας για να προσαρτήσει ένα τμήμα του εδάφους της, η κυβέρνηση της ΕΣΣΔ δήλωσε στον Πολωνό πρεσβευτή στη Μόσχα πως στην περίπτωση αυτή η Σοβιετική Ενωση θα καταγγείλει χωρίς άλλη ειδο­ποίηση τη σοβιετοπολωνική συμφωνία μη επίθεσης. Η σταθερή στάση της Σοβιετικής Ενωσης είχε αποτέλεσμα: τα πολωνικά στρατεύματα αποσύρ­θηκαν από τα τσεχοσλοβακικά σύνορα.

Η σοβιετική κυβέρνηση προσπάθησε να δραστηριοποιήσει και την Κοι­νωνία των Εθνών για να εμποδίσει την κατάληψη της Τσεχοσλοβακίας. Αφού μέρα τη μέρα γινόταν ολοένα και πιο φανερό πως η γαλλική κυβέρνηση θα αρνούνταν να εκπληρώσει τις συμμαχικές της υποχρεώσεις απέναντι στην Τσε­χοσλοβακία, η Σοβιετική Ενωση ήταν δυνατόν να τη βοηθήσει με την ιδιό­τητα του μέλους της Κοινωνίας των Εθνών. Αλλα η τσεχοσλοβακική κυβέρ­νηση ούτε καν προσπάθησε να επωφεληθεί από την ευκαιρία αυτή στη σύνοδο της γενικής συνέλευσης της Κοινωνίας των Εθνών το Σεπτέμβριο. Υπακούον­τας στις υποδείξεις της Αγγλίας και της Γαλλίας και στην πίεση της αντιδραστικής μερίδας της τσεχοσλοβακικής αστικής τάξης, συνέχιζε να ακολουθεί το δρόμο της συνθηκολόγησης και αρνούνταν τη σοβιετική βοήθεια. Η στάση αυτή ήταν πολύ περισσότερο αδικαιολόγητη γιατί η σοβιετική κυβέρνηση πλη­ροφόρησε τον Μπένες πώς είναι έτοιμη να βοηθήσει στρατιωτικά την Τσεχο­σλοβακία ακόμη και στην περίπτωση που η Γαλλία θα αρνούνταν να τη βοηθήσει. Το μόνο που απαιτούσε από την κυβέρνηση της Τσεχοσλοβακίας ήταν να θέλει να αμυνθεί και να ζητήσει βοήθεια από τη Σοβιετική Ενωση.

Ολες οί προσπάθειες της Σοβιετικής Ενωσης να εμποδίσει την εκμηδέ­νιση της Τσεχοσλοβακίας και να περισώσει την ανεξαρτησία της στάθηκαν μάταιες. Η κυβέρνηση της Τσεχοσλοβακίας συνθηκολόγησε προδίδοντας τα συμφέροντα του λαού. Αυτό ήταν η λογική κατάληξη της αντιλαϊκής και της αντισοβιετικής πολιτικής των τσεχοσλοβακικών κυβερνητικών κύκλων. Ανά­μεσα στους συνθηκολόγους ήταν και οι Τσεχοσλοβάκοι δεξιοί σοσιαλιστές που καλούσαν ανοιχτά το λαό να υποταχθεί στα κελεύσματα του Χίτλερ. Μόνο το κομμουνιστικό κόμμα της Τσεχοσλοβακίας αγωνιζόταν για μια αποφασιστική απόκρουση του εισβολέα και ξεσκέπαζε ασταμάτητα τα συνθηκολογικά σχέ­δια της τσεχοσλοβακικής αστικής τάξης.

Πώς έβλεπε η ΕΣΣΔ τον πόλεμο

Στις 10 Μάρτη του 1939, ο Ι. Β. Στάλιν, παρουσιάζοντας την έκθεση της ΚΕ στο 18ο Συνέδριο του ΚΚ (μπ) της ΕΣΣΔ, αναφερόμενος στον εξελισσόμενο πόλεμο σημείωνε:

«Ο πόλεμος δημιούργησε νέα κατάσταση στις σχέσεις των χωρών, καθιέρωσε σ' αυτές τις σχέσεις την ατμόσφαιρα της ανη­συχίας και της αβεβαιότητας. Αφού υπόσκαψε τις βάσεις του μεταπολεμικού ειρηνικού καθεστώτος και αναποδογύρισε τις στοι­χειώδεις έννοιες του διεθνούς δικαίου, ο πόλεμος έβαλε υπό συ­ζήτηση την αξία των διεθνών συμφώνων και υποχρεώσεων. Ο πασιφισμός και τα σχέδια αφοπλισμού θάφτηκαν. Τη θέση τους την κατέλαβε ο πυρετός των εξοπλισμών. Αρχισαν να εξοπλί­ζονται όλοι, από τα μικρά ως τα μεγάλα κράτη, μαζί και πρώτ' απ' όλα, τα κράτη που ακολουθούσαν την πολιτική της μη επέμβασης. Κανείς πια δεν πιστεύει τους κατανυκτικούς λόγους, ότι οι παραχωρήσεις που έγιναν στο Μόναχο στους επιτιθέμενους και η συμφωνία του Μονάχου εγκαινίασαν τάχα τη νέα εποχή του "κατευνασμού". Δεν τους πιστεύουν κι αυτοί, οι ίδιοι, που πήραν μέρος στη συμφωνία του Μονάχου, η Αγγλία και η Γαλ­λία, που άρχισαν όχι λιγότερο από τους άλλους να δυναμώ­νουν τους εξοπλισμούς τους.

Είναι φανερό, ότι η ΕΣΣΔ δεν μπορούσε να παραβλέψει αυτά τα απειλητικά γεγονότα. Είναι έξω από κάθε αμφιβολία ότι ο κάθε - ακόμα και ο πιο μικρός - πόλεμος που θα άρχιζαν οι επιτιθέμενοι, κάπου σε μια απομακρυσμένη γωνιά του κόσμου, αποτελεί κίνδυνο για τις φιλειρηνικές χώρες. Ακόμα σοβαρό­τερο κίνδυνο αποτελεί ο νέος ιμπεριαλιστικός πόλεμος, που τρά­βηξε κιόλας στην τροχιά του πάνω από πεντακόσια εκατομμύ­ρια πληθυσμό της Ασίας, της Αφρικής, της Ευρώπης. Γι' αυτό το λόγο η χώρα μας, ακολουθώντας σταθερά την πολιτική για τη διατήρηση της ειρήνης, εργάστηκε ταυτόχρονα σοβαρότατα για το δυνάμωμα της μαχητικής ετοιμασίας του Κόκκινου Στρατού μας, του Κόκκινου Πολεμικού Στόλου μας.

Ταυτόχρονα η Σοβιετική Ενωση αποφάσισε να κάνει και μερικά άλλα βήματα για να στερεώσει τις διεθνείς θέσεις της. Στα τέλη του 1934 η χώρα μας μπήκε στην Κοινωνία των Εθ­νών, ξεκινώντας από το γεγονός ότι, παρά την αδυναμία της μπορεί ωστόσο να χρησιμεύσει σα βήμα για το ξεσκέπασμα των επιτιθεμένων και σαν κάποιο, έστω και αδύνατο, όργανο ειρήνης που μπορεί να βάλει, φρένο στο ξέσπασμα του πολέμου.

Η Σοβιετική Ενωση θεωρεί πως σε μια τόσο ταραγμένη εποχή δεν πρέπει να περιφρονεί κανείς ακόμα και μια τόσο ανί­σχυρη διεθνή οργάνωση, όπως είναι η Κοινωνία των Εθνών. Το Μάη του 1935, ανάμεσα στη Γαλλία και τη Σοβιετική Ενωση, είχε συναφθεί σύμφωνο αμοιβαίας βοήθειας, ενάντια σε μια πιθανή επίθεση των επιθετικών κρατών. Ταυτόχρονα είχε συναφθεί ανάλογο σύμφωνο με την Τσεχοσλοβακία. Το Μάρτη του 1936, η Σοβιετική Ενωση υπόγραψε σύμφωνο αμοιβαίας βοήθειας με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Μογγολίας. Τον Αύγου­στο του 1937, υπογράφηκε σύμφωνο μη επίθεσης ανάμεσα στη Σοβιετική Ενωση και στην Κινέζικη Δημοκρατία.

Μέσα σ' αυτές τις δύσκολες διεθνείς συνθήκες εφάρμοζε η Σοβιετική Ενωση την εξωτερική της πολιτική, υπερασπίζοντας την υπόθεση της διατήρησης της ειρήνης.

Η εξωτερική πολιτική της Σοβιετικής Ενωσης είναι σαφής και κατανοητή.

-- Είμαστε υπέρ της ειρήνης και για το δυνάμωμα των εμπορικών σχέσεών μας μ' όλες τις χώρες, είμαστε και θα 'μαστε υπέρ αυτής της θέσης, εφόσον οι χώρες αυτές θα κρατούν την ίδια στάση απέναντι στη Σοβιετική Ενωση, εφόσον δε θα προσπαθήσουν να παραβλάψουν τα συμφέροντα της χώρας μας.

-- Είμαστε υπέρ των ειρηνικών, στενών σχέσεων καλής γει­τονίας με όλες τις γειτονικές χώρες, που έχουν κοινά σύνορα με την ΕΣΣΔ, είμαστε και θα 'μαστε υπέρ αυτής της θέσης, εφό­σον οι χώρες αυτές θα κρατούν την ίδια στάση απέναντι στη Σοβιετική Ενωση, εφόσον δε θα προσπαθήσουν να παραβιάσουν άμεσα ή έμμεσα την ακεραιότητα και το απαραβίαστο των συνόρων του σοβιετικού κράτους.

-- Είμαστε υπέρ της υποστήριξης των λαών, που έπεσαν θύματα επίθεσης και που παλεύουν για την ανεξαρτησία της πατρίδας τους.

-- Δε φοβόμαστε τις απειλές των επιθετικών κρατών και είμαστε έτοιμοι ν' απαντήσουμε με διπλό χτύπημα στο χτύπημα των εμπρηστών του πολέμου που προσπαθoύv να καταπα­τήσουν το απαραβίαστο των σοβιετικών συνόρων.

Αυτή είναι η εξωτερική πολιτική της Σοβιετικής Ενωσης.

Στην εξωτερική της πολιτική η Σοβιετική Ενωση στηρίζεται:

1. Στην αυξανόμενη οικονομική, πολιτική και εκπολιτιστι­κή της ισχύ.

2. Στην ηθικοπολιτική ενότητα της σοβιετικής κοινωνίας μας.

3. Στη φιλία των λαών της χώρας μας.

4. Στον Κόκκινο Στρατό μας και στον Πολεμικό Κόκκινο Στόλο μας.

5. Στη φιλειρηνική της πολιτική.

6. Στην ηθική υποστήριξη των εργαζομένων όλων των χω­ρών που ενδιαφέρονται ζωτικά για τη διατήρηση της ειρήνης.

7. Στη σωφροσύνη εκείνων των χωρών που δεν έχουν συμφέρον γι' αυτούς ή για 'κείνους τους λόγους, να παραβιαστεί η ειρήνη.

Τα καθήκοντα του κόμματος στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής είναι:

1. Να εφαρμόζει και μελλοντικά την πολιτική της ειρήνης και της ενίσχυσης εμπορικών σχέσεων μ όλες τις χώρες.

2. Να δείχνει περίσκεψη και να μην επιτρέπει στους προβοκάτορες του πολέμου, που συνήθισαν να βάζουν τους άλλους να βγάλουν τα κάστανα από τη φωτιά να παρασύρουν τη χώρα μας σε συγκρούσεις.

3. Να δυναμώνει μ' όλα τα μέσα τη μαχητική ισχύ του Κόκκινου Στρατού μας και του Κόκκινου Πολεμικού Στόλους μας.

4. Να δυναμώνει τις διεθνείς σχέσεις φιλίας με τους εργαζόμενους όλων των χωρών που ενδιαφέρονται για την ειρήνη και τη φιλία ανάμεσα στους λαούς».

(Ι. Β.Στάλιν απομαγνητοφωνημένο απόσπασμα από την έκθεση της ΚΕ στο 18ο Συνέδριο του ΚΚ (μπ) της ΕΣΣΔ)

Τορπίλιζαν τις σοβιετικές προτάσεις, επεδίωκαν συμφωνία με τον Χίτλερ ενάντια στην ΕΣΣΔ

Τον Απρίλη - Μάη του 1939 η Γερμανία κατάγγειλε την αγγλοαμερικανική ναυτική συμφωνία του 1935, ακύρωσε το σύμφωνο μη επίθεσης με την Πολωνία, που υπογράφτηκε το 1934 και έκλεισε με την Ιταλία το λεγόμενο Χαλύβδινο σύμφωνο, με βάση το οποίο η ιταλική κυβέρνηση υποχρεωνόταν να βοηθήσει τη Γερμανία, αν αυτή εμπλακεί σε πόλεμο με τις δυτικές δυνάμεις.

Μπροστά σε αυτή την κατάσταση, οι κυβερνήσεις της Μεγάλης Βρετανίας και της Γαλλίας κάτω από την επήρεια της κοινής γνώμης και το φόβο της παραπέρα ισχυροποίησης της Γερμανίας, άρχισαν διαπραγματεύσεις με την ΕΣΣΔ που έγιναν στη Μόσχα το καλοκαίρι του 1939.

Οι δυτικές, όμως, δυνάμεις δε δέχτηκαν την υπογραφή συμφωνίας, που πρότεινε η ΕΣΣΔ και που μιλούσε για κοινό αγώνα κατά των φασιστικών επιδρομέων.

Προτείνοντας μάλιστα στη Σοβιετική Ενωση να αναλάβει μονομερείς υποχρεώσεις να βοηθήσει οποιονδήποτε Ευρωπαίο γείτονα σε περίπτωση επίθεσης εναντίον του, οι δυτικές δυνάμεις ήθελαν να παρασύρουν την ΕΣΣΔ σε πόλεμο εναντίον της Γερμανίας και να την αφήσουν ύστερα να αγωνίζεται μόνη της.

Οι διαπραγματεύσεις του Αυγούστου 1939 δεν έδωσαν κανένα αποτέλεσμα γιατί το Παρίσι και το Λονδίνο τορπίλιζαν κάθε φορά τις σοβιετικές εποικοδομητικές προτάσεις.

Την ώρα που οδηγούσε τις διαπραγματεύσεις της Μόσχας σε αποτυχία, η αγγλική κυβέρνηση ερχόταν σε μυστικές επαφές με τους χιτλερικούς, μέσω του πρεσβευτή τους στο Λονδίνο Χ. Ντίρκσεν, επιδιώκοντας να πετύχει συμφωνία για το ξαναμοίρασμα του κόσμου σε βάρος της ΕΣΣΔ.

Η πολιτική αυτή των δυτικών δυνάμεων προκαθόρισε τη ματαίωση των διαπραγματεύσεων της Μόσχας και έθεσε τη Σοβιετική Ενωση μπροστά στον άμεσο κίνδυνο επίθεσης της φασιστικής Γερμανίας, ή, αφού εξαντλήσει τις πιθανότητες υπογραφής συμμαχίας με τη Μεγάλη Βρετανία και τη Γαλλία, να υπογράψει το προτεινόμενο, από τη Γερμανία, σύμφωνο μη επίθεσης και έτσι να απομακρύνει την απειλή του πολέμου.

Η κατάσταση επέβαλε σαν αναπόφευκτη τη δεύτερη εκλογή. Η υπογραφή στις 23 Αυγούστου 1939 του σοβιετικογερμανικού συμφώνου επέτρεψε, ώστε, παρά τους υπολογισμούς των πολιτικών της Δύσης, ο παγκόσμιος πόλεμος να αρχίσει με τη σύγκρουση στους κόλπους του καπιταλιστικού κόσμου. Η επίθεση στην Πολωνία οδηγήθηκε από τους ίδιους που παρέδωσαν στον Χίτλερ την Αυστρία και την Τσεχοσλοβακία. Η ΕΣΣΔ μπόρεσε να εξασφαλίσει το χρόνο, που της επέτρεψε - όταν οι ναζί κινήθηκαν πιο ανατολικά - να διεξάγει τη νικηφόρα αντεπίθεσή της. Με τίμημα τα 25 εκατομμύρια των νεκρών της, τα οποία όσοι ξαναγράφουν την Ιστορία δεν μπορούν να διαγράψουν.

________________________________________

Πηγή: «Παγκόσμια Ιστορία» της Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ