Τετάρτη 31 Δεκέμβρη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 6
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Τα προβλήματα θα συνεχιστούν

Πολυάριθμες αναφορές, δεκάδες προφορικές διαμαρτυρίες αλλοδαπών, καθώς και το περιεχόμενο ειδικής έκθεσης που εκπόνησε ο «Συνήγορος» ύστερα από αυτοψία, πιστοποιούν τα προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί στους ενδιαφερομένους και στις εμπλεκόμενες με την εφαρμογή του Ν. 2910/2001 (περί «νομιμοποίησης» των εν Ελλάδι αλλοδαπών) υπηρεσίες, αφότου τέθηκε σε ισχύ ο εν λόγω νόμος.

Η Εκθεση εντοπίζει τα κυριότερα προβλήματα στη διαδικασία χορήγησης και ανανέωσης αδειών παραμονής σε: Δυσλειτουργίες των αρμόδιων υπηρεσιών. Εσφαλμένη ερμηνεία νομοθετικών διατάξεων. Καθυστερήσεις κατά την εφαρμογή διατάξεων του Ν. 2910/2001. Και αδυναμία συμμόρφωσης των ενδιαφερομένων προς τις προϋποθέσεις του νόμου συνεπεία λόγων ανωτέρας βίας.

Ειδικότερα, από τις αναφορές, αλλά και από την επικοινωνία του με τις αρμόδιες υπηρεσίες, διαπιστώθηκε ότι η εξέταση των αιτημάτων χορήγησης και ανανέωσης αδειών παραμονής καθυστερεί δραματικά, μολονότι το προσωπικό των εμπλεκόμενων υπηρεσιών (περιφερειών, νομαρχιακών αυτοδιοικήσεων και δήμων) έχει καταβάλει κάθε προσπάθεια. Η ελλιπής στελέχωση των υπηρεσιών, το ανεπαρκές πληροφοριακό σύστημα, η καθυστέρηση στην ανάπτυξη συστημάτων απλοποίησης της διαδικασίας, η έλλειψη μεθόδων σύγχρονης επικοινωνίας μεταξύ των εμπλεκόμενων υπηρεσιών και, τέλος, ατέλειες του νόμου αποτελούν τις βασικότερες αιτίες του προβλήματος.

Με βάση την υπάρχουσα εμπειρία, ο «Συνήγορος» εκτιμά ότι το πρόβλημα θα συνεχίσει να υφίσταται επί μακρόν, καθώς δεν περιορίζεται μόνο στη χορήγηση των αδειών παραμονής, αλλά και στην ανανέωσή τους.

Οι δίχως διαβατήριο;

Με τον αρ. 1030/2002 Κανονισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων καθιερώθηκε η χορήγηση ενιαίου τύπου άδειας παραμονής από τα κράτη - μέλη στους υπηκόους τρίτων χωρών. Η Ελληνική Κυβέρνηση επέλεξε να υιοθετήσει ως έγγραφο παραμονής την ετικέτα που επικολλάται στο διαβατήριο του ενδιαφερομένου. Ως εκ τούτου, οι μη κατέχοντες έγκυρο διαβατήριο δεν μπορούν να λάβουν άδεια παραμονής ενιαίου τύπου.

Ικανός αριθμός αλλοδαπών νομιμοποίησε την παραμονή του στη χώρα κάνοντας χρήση των μεταβατικών διατάξεων της παραγρ. 2ια του άρθρου 66 του Ν. 2910/2001. Δηλαδή, προσκομίζοντας αντί για επικυρωμένο αντίγραφο διαβατηρίου ή άλλου ταξιδιωτικού εγγράφου, πιστοποιητικό γέννησης, πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης ή δελτίο ταυτότητας.

Με βάση μια σειρά από έγγραφες αναφορές και προφορικές διαμαρτυρίες, ο «Συνήγορος» εκτιμά ότι «σημαντικός αριθμός αλλοδαπών, κυρίως αυτοί που εγκατέλειψαν τη χώρα προέλευσής τους διωκόμενοι, όπως επίσης και οι ανιθαγενείς (σ.σ.: χωρίς ιθαγένεια, απάτριδες) θα αντιμετωπίσουν πρόβλημα στην περαιτέρω νομιμοποίησή τους, καθώς οι μεν πρώτοι στερούνται διαβατηρίου και αδυνατούν να το αποκτήσουν από τη χώρα προέλευσής τους για λόγους ανωτέρας βίας, οι δε δεύτεροι, ως ανιθαγενείς, αδυνατούν εξ ορισμού να αποκτήσουν διαβατήριο».

Το υπουργείο απαγορεύει...

Εξάλλου στο «Συνήγορο» έγιναν πολλές διαμαρτυρίες δικηγόρων, είτε μεμονωμένα είτε ως εκπροσώπων οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ότι η Αστυνομία αρνείται να επιτρέψει σε αυτούς την πρόσβαση σε χώρους κράτησης παράνομα αφιχθέντων αλλοδαπών, εάν δεν έχουν γραπτή εξουσιοδότηση από τους ίδιους τους κρατουμένους.

Η Διεύθυνση Αλλοδαπών του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης διατύπωσε την άποψη ότι η νομική συνδρομή σε κρατουμένους που δεν έχουν ακόμη εκφράσει αυτοπροσώπως την επιθυμία να ζητήσουν άσυλο, παραβιάζει τις διατάξεις του ΠΔ 61/1999, στο μέτρο που «δημιουργεί αιτούντες άσυλο», καθώς και τον Κώδικα Δεοντολογίας του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών (ΔΣΑ), ο οποίος καταδικάζει την αθέμιτη άγρα πελατών...

Ωστόσο, η εξουσία των δικηγόρων να εκπροσωπούν πελάτες τους χωρίς προηγούμενο έγγραφο τύπο κατοχυρώνεται ρητά στο άρθρο 217 του Αστικού Κώδικα και στο άρθρο 45 του Κώδικα περί Δικηγόρων (ΝΔ 3026/1954). Παράλληλα, η αναλογική εφαρμογή του Σωφρονιστικού Κώδικα στην αστυνομική κράτηση επιβάλλει την κατοχύρωση της ελεύθερης επικοινωνίας και της πρόσβασης του κρατουμένου σε συνήγορο (άρθρα 51 και 53 του Ν. 2776/1999). Επίσης, οι σχετικές διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας κατοχυρώνουν την ελεύθερη πρόσβαση των δικηγόρων κατά την προδικασία της ποινικής δίκης, δεδομένης της πρακτικής δυσκολίας εξεύρεσης συνηγόρου από το πρόσωπο που κρατείται. Στην περίπτωση των κρατούμενων αλλοδαπών, τούτο καθίσταται αδύνατον, καθώς οι χώροι μαζικής κράτησης συνήθως δε διαθέτουν τηλέφωνο και δε διασφαλίζουν την επικοινωνία των κρατουμένων με τρίτους, όπως υπογραμμίζεται στην Εκθεση.

Αλλωστε, από γραπτή αναφορά μιας από τις λεγόμενες μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ), καθώς και από προφορικές καταγγελίες άλλων, ο Συνήγορος πληροφορήθηκε ότι η Αστυνομία δεν επιτρέπει την πρόσβαση εκπροσώπων ΜΚΟ σε χώρους κράτησης αλλοδαπών και ότι καθυστερεί υπέρμετρα να απαντήσει στα σχετικά αιτήματά τους για χορήγηση άδειας επίσκεψης. Μια ΜΚΟ διαμαρτυρήθηκε επίσης για την άνευ αιτιολογίας διακοπή επίσκεψης των εκπροσώπων της στα κρατητήρια του Αερολιμένα Αθηνών τον Ιούνιο του 2002.

Η ΕΛ.ΑΣ. απάντησε στο «Συνήγορο» ότι η πρόσβαση εκπροσώπων των ΜΚΟ σε χώρους κράτησης αλλοδαπών επιτρέπεται κατά περίπτωση, καθώς δεν υπάρχει έννομη υποχρέωση της διοίκησης προς τούτο, εκτός εάν πρόκειται για οργάνωση που έχει συσταθεί δυνάμει διεθνών συμβάσεων ή λειτουργεί στο πλαίσιο διεθνών οργανισμών. Οτι οι περιορισμοί στην πρόσβαση καθίστανται αναγκαίοι λόγω των σοβαρών προβλημάτων για την ασφάλεια των κρατητηρίων, τα οποία μπορεί να προκαλέσει η ελεύθερη πρόσβαση των ΜΚΟ σε αυτά.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ