Σάββατο 6 Μάρτη 2021 - Κυριακή 7 Μάρτη 2021
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 26
30 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟ 13ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΟΥ ΚΚΕ
Το 13ο Συνέδριο του ΚΚΕ κρίσιμος σταθμός της εσωκομματικής διαπάλης

Μετά την Ευρεία Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ τον Ιούνη του 1990 και με δεδομένη την απόρριψη του Προσχεδίου των Θέσεων από την πλειοψηφία της ΚΕ, στις 2 Ιούλη συνέρχεται εκ νέου η ΚΕ και αναθέτει στο ΠΓ να διαμορφώσει το τελικό σχέδιο θέσεων. Το Κόμμα όμως ήδη έχει μπει σε περίοδο σκληρής εσωκομματικής διαπάλης που διαρκεί περίπου ένα χρόνο μέχρι τον Ιούλη του 1991, οπότε και η κρίση κορυφώθηκε και πήρε χαρακτήρα ανοιχτής ρήξης. Τους μήνες που ακολούθησαν ξετυλίχθηκε μια συστηματική προσπάθεια των στελεχών της οπορτουνιστικής ομάδας με ανοιχτές παραβιάσεις των αρχών λειτουργίας του Κόμματος και φραξιονισμό, με στόχο να επιβάλουν τις θέσεις τους στο Κόμμα. Στην όλη προσπάθεια στρατεύτηκαν και άλλες οπορτουνιστικές και σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις που δρούσαν ως σύμμαχοι μέσα στον Συνασπισμό της Αριστεράς και της Προόδου, αποδεικνύοντας πως οι δυνάμεις αυτές δεν έχασαν ποτέ τον αντι-ΚΚΕ χαρακτήρα τους.

Σε αυτή τους την προσπάθεια αξιοποίησαν και τον «Ριζοσπάστη». Με απόφαση της Διεύθυνσης της εφημερίδας ανοίγουν στήλες «διαλόγου» και «γνώμης», στις οποίες καταγράφονται ατομικές απόψεις των μελών του Κόμματος επί παντός του επιστητού. Σκοπός αυτής της διαδικασίας ήταν η ζύμωση των θέσεων της ομάδας σε όλο το Κόμμα, ενώ ταυτόχρονα εξέφραζε και την αντίληψη ότι ο «Ριζοσπάστης» δεν πρέπει να είναι Οργανο της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, δηλαδή καθημερινός οργανωτής και προπαγανδιστής υπό την καθοδήγηση της ΚΕ, εκφράζοντας τις συλλογικά επεξεργασμένες θέσεις του Κόμματος, αλλά ένα «βήμα διαλόγου», ανταλλαγής απόψεων των μελών και στελεχών του. Αυτήν την άποψη την εξέφρασε, άλλωστε, ανοιχτά ο Θ. Καρτερός, διευθυντής του «Ριζοσπάστη», πρόταση που βεβαίως απορρίφθηκε από το Συνέδριο.


Στα στελέχη της αντικομματικής ομάδας «δόθηκε βήμα» και στήριξη από τον αστικό Τύπο, για να διατυπώνουν τη γνώμη τους, να προωθούν τις απόψεις τους.

Με τη δημοσίευση των προσυνεδριακών, για το 13ο Συνέδριο, κειμένων (τον Σεπτέμβρη του 1990 οι Θέσεις της ΚΕ, τον Οκτώβρη το Σχέδιο Προγραμματικής Διακήρυξης και τον Νοέμβρη το Σχέδιο Καταστατικού), αρχίζει και η προσυνεδριακή διαδικασία, η οποία όπως είναι φυσικό διεξάγεται σε συνθήκες έντονης διαπάλης.

Τα προσυνεδριακά κείμενα παρουσιάστηκαν ως αποτέλεσμα «σύνθεσης απόψεων». Ομως, αυτό που έγινε στην πραγματικότητα ήταν να παρουσιαστούν κείμενα με αντιφατικές θέσεις και συγχύσεις, που επί της ουσίας εξέφραζαν διαφορετικές θεωρητικές και ιδεολογικές αντιλήψεις.

Επιβεβαιώνεται ότι όταν υπάρχουν διαφωνίες τέτοιου επιπέδου και τέτοιου χαρακτήρα μέσα στο Πολιτικό Γραφείο και την Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος, δεν μπορούν ούτε πρέπει να συγκαλύπτονται ή να κουκουλώνονται. Σε περιόδους που για διάφορους λόγους ο οπορτουνισμός απειλεί το Κόμμα από τα μέσα ή δυσκολεύει ακόμα την αποτελεσματικότητά του, διαβρώνει την ιδεολογικοπολιτική του ενότητα, η ΚΕ έχει την ευθύνη να θέσει μπροστά στα μέλη του Κόμματος τις διαφορές και τα μέλη του Κόμματος μετά λόγου γνώσης κι ευθύνης να δώσουν λύση από τα κάτω προς τα πάνω. Σύνθεση διαφορών σε ιδεολογικό και προγραμματικό επίπεδο δεν μπορεί να γίνει, και, αν γίνει, τότε το Κόμμα μετατρέπεται σε οπορτουνιστικό και μόνο, γιατί εκφράζει συμβιβασμό ανάμεσα σε αντιδιαμετρικές απόψεις. Η λεγόμενη «ενότητα μέσα από τη διαφορετικότητα», η σύνθεση διαφορετικών απόψεων σε θέματα ιδεολογίας και προγράμματος, στο όνομα να μη γίνει διάσπαση, λειτουργεί ως ο πιο ασφαλής δρόμος για τη μετάλλαξη του Κόμματος ή για την αυτοπεριθωριοποίησή του, ακόμα και την αυτοδιάλυση που τη γνωρίσαμε ως εξέλιξη σε πολλά Κομμουνιστικά Κόμματα μετά από το 1991.


Αυτή η πολύτιμη εκτίμηση αποτυπώνεται και στις Θέσεις που ενέκρινε το 14ο Συνέδριο του ΚΚΕ, όπου εκφράζεται η εξής θέση: «(...)Η προσπάθεια που έκανε η πλειοψηφία της ΚΕ να συντεθούν οι διαφορετικές απόψεις ξεκινούσε από τη θέληση να αποτραπεί η ρήξη και διάσπαση. Η όλη μετασυνεδριακή πορεία απόδειξε ότι η σύνθεση μπορεί να γίνει μόνο στο βαθμό που υπάρχει κοινή ιδεολογική αφετηρία, ενιαία ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική δομή. Οι διαφορές όμως ήταν βαθύτατες και σε τελευταία ανάλυση αφορούσαν την αναγκαιότητα ύπαρξης Κομμουνιστικού Κόμματος και κομμουνιστικού κινήματος στην εποχή μας. Γι' αυτό και η κρίση δεν μπόρεσε να αποφευχθεί».

Αλλωστε, οι εκπρόσωποι της αντικομματικής ομάδας μέσα στο Κόμμα στην πορεία προς το 13ο Συνέδριο είχαν κάνει σημαία τους το σύνθημα «ενότητα μέσα από τη διαφορετικότητα». Το σύνθημα αυτό επί της ουσίας καλούσε σε συμβιβασμό των δυνάμεων που υπερασπίζονταν τον κομμουνιστικό και επαναστατικό χαρακτήρα του ΚΚΕ με σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις. Ενας τέτοιος συμβιβασμός όπου και όποτε έχει πραγματοποιηθεί έχει οδηγήσει ουσιαστικά στην ουσιαστική απώλεια του χαρακτήρα του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Τα σχέδια Προγραμματικής Διακήρυξης και Καταστατικού

Στα βασικά προσυνεδριακά κείμενα μπορούμε να δούμε ότι η «σύνθεση των διαφορών» ουσιαστικά οδηγεί, ώστε η «κομμουνιστική θέση» να καταγράφεται αντιφατικά και να υπάρχει μόνο ως πρόσχημα, ενώ η σοσιαλδημοκρατική αντίληψη κυριαρχεί στο πνεύμα και το γράμμα των κειμένων.

Στην εισαγωγή του «Σχεδίου Προγραμματικής Διακήρυξης» γίνεται λόγος για την «επαναστατική ανανέωση» του ΚΚΕ, η οποία προσδιορίζεται ως εξής: «Βασικό περιεχόμενο της επαναστατικής ανανέωσης είναι ο εκσυγχρονισμός του ίδιου του Κόμματος, της συγκρότησης και λειτουργίας του. Η αποφασιστική ανάπτυξη της δημοκρατίας στη λειτουργία του με διεύρυνση των δικαιωμάτων, της πρωτοβουλίας και του αποφασιστικού ρόλου των μελών του... Σ' αυτήν την κατεύθυνση πρέπει να αντιμετωπίζονται φαινόμενα παθητικότητας και αδράνειας που παρατηρήθηκαν το τελευταίο διάστημα». Ομως παρόλο που τέτοιες αδυναμίες στην εσωκομματική λειτουργία όντως υπήρχαν και τα προηγούμενα χρόνια, οι βασικοί παράγοντες της αδράνειας και της αποστράτευσης υπήρξαν η φραξιονιστική δράση της αντικομματικής ομάδας, η απογοήτευση που ενισχυόταν από τις αντεπαναστατικές εξελίξεις στην ΕΣΣΔ και την Ανατολική Ευρώπη, αλλά και από τη διάψευση εκλογικών και κοινοβουλευτικών αυταπατών που είχαν ενισχυθεί μετά τη συγκρότηση του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου. Η εστίαση στην «έλλειψη εσωκομματικής δημοκρατίας» και τη «μη ύπαρξη διευρυμένων δικαιωμάτων των μελών» ήταν προσχηματική, δεν αφορούσε προβλήματα παραβίασης της συλλογικής δημοκρατικής λειτουργίας και πρώτα απ' όλα του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, που πρώτοι απ' όλους παραβίαζαν και καταστρατηγούσαν οι φραξιονιστές. Στην πραγματικότητα, επικαλούμενοι τέτοια προβλήματα, αποσκοπούσαν στην κατοχύρωση του ιδεολογικού - πολιτικού πλουραλισμού μέσα στο Κόμμα, στην υπονόμευση της ιδεολογικοπολιτικής ενότητάς του, στην «ελευθερία» στη λειτουργία φραξιονιστικών ομάδων και τάσεων.

Η επίθεση στα οικονομικά του Κόμματος, βασικό στοιχείο της παρέμβασης του αστικού Τύπου της περιόδου. Δημοσίευμα της «Ελευθεροτυπίας» 25/2/1991
Η επίθεση στα οικονομικά του Κόμματος, βασικό στοιχείο της παρέμβασης του αστικού Τύπου της περιόδου. Δημοσίευμα της «Ελευθεροτυπίας» 25/2/1991
Στο Σχέδιο Προγραμματικής Διακήρυξης υπήρχε ιδιαίτερη παράγραφος στο κεφάλαιο για τον σοσιαλισμό, με τίτλο «Επανάσταση και μεταρρυθμίσεις». Το θέμα της σχέσης «μεταρρύθμισης - επανάστασης» τοποθετούνταν ως εξής: «Οι μεταρρυθμίσεις, πέρα από τα άμεσα αποτελέσματά τους, μπορούν κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις και με ευνοϊκό συσχετισμό των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων να αποκτούν δομικό χαρακτήρα και να οδηγούν σε ποιοτικούς κοινωνικούς μετασχηματισμούς. Αυτό εξαρτάται από το χαρακτήρα της εξουσίας και απαιτεί οι μεταρρυθμίσεις να επεκτείνονται στο σύνολο των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών σχέσεων. Το σημαντικότερο όμως είναι στηριζόμενες στα κοινωνικά κινήματα να προχωρούν μέχρι τις ρίζες της κοινωνικής αδικίας και εκμετάλλευσης, του συντηρητισμού και της καθυστέρησης.

Ετσι είναι δυνατόν οι μεταρρυθμίσεις να μην απορροφώνται στο υπάρχον σύστημα, να μην υποβοηθούν απλώς την προσαρμοστική του ικανότητα, αλλά να οδηγούν σε ρήξεις μ' αυτό, σε μετασχηματισμό δομών και θεσμών και να φέρνουν τον κόσμο της εργασίας στα κέντρα λήψης των αποφάσεων».

Βεβαίως, σε επόμενο σημείο το Σχέδιο Προγραμματικής Διακήρυξης αναφέρει: «Το ΚΚΕ αντιμετωπίζει το ζήτημα των μεταρρυθμίσεων με ριζικά διαφορετικό τρόπο σε σχέση με τη σοσιαλδημοκρατία... Η πάλη για μεταρρυθμίσεις δεν υποκαθιστά την ανάγκη της κοινωνικής επανάστασης, μπορεί όμως να αποτελέσει τρόπο προσέγγισής της».

Στη συγκεκριμένη προσέγγιση, γίνεται λόγος για μεταρρυθμίσεις που θα αποκτούν «δομικό χαρακτήρα», δεν θα «απορροφώνται από το σύστημα» και θα «φέρνουν τον κόσμο της εργασίας στα κέντρα λήψης των αποφάσεων».

Με τις θέσεις αυτές γίνεται ένα βήμα υιοθέτησης ανοιχτά των θέσεων του ευρωκομμουνισμού για μετάβαση στον σοσιαλισμό μέσω των αστικών θεσμών και των «δομικών μεταρρυθμίσεων» του καπιταλισμού. Το αστικό κράτος και οι θεσμοί του χάνουν τον ταξικό τους χαρακτήρα και γίνονται «πεδίο ταξικής πάλης», ο χαρακτήρας τους καθορίζεται από τον «συσχετισμό των κοινωνικών πολιτικών δυνάμεων». Πέρα για πέρα ουτοπική είναι η προσέγγιση περί «μεταρρυθμίσεων που δεν μπορούν να απορροφηθούν από το υπάρχον σύστημα». Οποτε υιοθετήθηκε αυτή η λογική προσέκρουσε στην πραγματικότητα, που επιβεβαιώνει ότι το κύριο ζήτημα πάντα είναι το ποια τάξη έχει την εξουσία, ποιος έχει στα χέρια του τα μέσα παραγωγής, η πολιτική και οικονομική κυριαρχία του κεφαλαίου είναι το μέτρο των πάντων στον καπιταλισμό. Η όποια αναφορά στην «κοινωνική επανάσταση» χάνει το νόημά της, αφού ουσιαστικά δεν τίθεται το κύριο ζήτημα της επανάστασης, δηλαδή το ζήτημα της κατάκτησης της εξουσίας από την εργατική τάξη με τη στήριξη των σύμμαχών της λαϊκών δυνάμεων. Η αναφορά που γίνεται στο Σχέδιο ότι «η κατάληψη της εξουσίας και η αλλαγή των σχέσεων ιδιοκτησίας αποτελούν θεμελιακές προϋποθέσεις του σοσιαλισμού» υπάρχει για να υπάρχει μετέωρη και χωρίς κανένα περιεχόμενο. Αντίθετα, προχωρώντας στον προσδιορισμό των αρχών της σοσιαλιστικής δημοκρατίας και των οικονομικών σχέσεων στον σοσιαλισμό γίνεται φανερό ότι ο σοσιαλισμός στον οποίο αναφέρεται το κείμενο απέχει πολύ από την ανώριμη βαθμίδα του κομμουνισμού, που βασίζεται στην κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, στον κεντρικό επιστημονικό σχεδιασμό, στη δικτατορία του προλεταριάτου, στον εργατικό έλεγχο. Ο σοσιαλισμός που περιγράφεται στο Σχέδιο αποτυπώνει τη βαθιά επίδραση των αντιλήψεων της περεστρόικα και των υποστηρικτών των αντεπαναστατικών αλλαγών στην ΕΣΣΔ και την Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη. Οι έννοιες της «δημοκρατίας» και της «ελευθερίας» εμφανίζονται με «οικουμενικό χαρακτήρα», δηλαδή μακριά από το ταξικό τους περιεχόμενο. Ετσι στη «σοσιαλιστική δημοκρατία» υπάρχουν στοιχεία της αστικής δημοκρατίας, ενώ αναγνωρίζεται ως βασικό στοιχείο της «σοσιαλιστικής οικονομίας» η πολυμορφία «σχέσεων ιδιοκτησίας», δηλαδή η ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και βεβαίως η λειτουργία των νόμων της αγοράς. Η έννοια δε της «κοινωνικοποίησης» αποκτά έναν αφηρημένο χαρακτήρα, που αναπτύσσεται σε όλες τις «μορφές ιδιοκτησίας».


Στο Σχέδιο Καταστατικού έγινε προσπάθεια «σύνθεσης απόψεων» σε μια σειρά από θεμελιακά ζητήματα για τον χαρακτήρα του Κόμματος και στην αρχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού. Ετσι, για παράδειγμα, αναφερόταν στην εισαγωγή ότι το ΚΚΕ είναι «κόμμα της εργατικής τάξης και όλων των εργαζομένων», ενώ σε άλλο σημείο αναφέρεται ως «συνειδητή πρωτοπορία της εργατικής τάξης...». Είναι προφανές ότι μια τέτοια αντιφατική διατύπωση αποσκοπεί να αλλοιώσει τον ταξικό χαρακτήρα του Κόμματος, αφού εργαζόμενοι δεν είναι μόνο η εργατική τάξη αλλά και άλλες κοινωνικές δυνάμεις. Είναι άλλο το γεγονός ότι η εργατική τάξη (και πρώτα απ' όλα το Κόμμα της), πρωτοστατώντας στην πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού αγωνίζεται όχι μόνο για τη δική της απελευθέρωση αλλά και όλων των εργαζομένων όπως διατυπώνεται με σαφήνεια στο Καταστατικό που ψήφισε το 19ο Συνέδριο του ΚΚΕ. Στο άρθρο του Σχεδίου Καταστατικού για τον δημοκρατικό συγκεντρωτισμό, αναφερόταν σωστά ότι «η ύπαρξη και δράση οργανωμένων ομάδων στο εσωτερικό του Κόμματος είναι ασυμβίβαστη με τη λειτουργία του». Σε άλλο σημείο, όμως, γινόταν αναφορά σε μειοψηφούσες απόψεις, ως εξής: «Οι κάθε φορά μειοψηφούσες απόψεις μπορούν να συμβάλουν στη συνολική σκέψη του Κόμματος. Είναι θεμιτό να διεκδικούν την επικράτησή τους μέσα στα καταστατικά πλαίσια. Η εκάστοτε μειοψηφούσα άποψη έχει δικαίωμα να υπερασπίζεται τις θέσεις της, να καταγράφεται η άποψή της, να ενημερώνεται γι' αυτήν το Κόμμα, να απαιτεί την επανεξέταση επίμαχων ζητημάτων. Αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι ισχύουν για όλους οι αποφάσεις».

«Μεγάλες προσδοκίες» εκφράζονταν από αστικές δυνάμεις
«Μεγάλες προσδοκίες» εκφράζονταν από αστικές δυνάμεις
Είναι προφανές ότι μια τέτοια διαδικασία είναι παραλυτική, γιατί υποσκάπτει την ενιαία θέληση και δράση του Κόμματος, οδηγεί σε ατέρμονες συζητήσεις και ζυμώσεις και αποσπά το Κόμμα από τη δράση. Βεβαίως, οι διαφορετικές απόψεις συζητούνται στα όργανα που εμφανίζονται, στο πλαίσιο του Καταστατικού, εκεί κρίνονται και καταλήγουν σε αποφάσεις. Αλλά και αυτό δεν σημαίνει ότι μπορούν να συζητούνται όλα τα ζητήματα διαρκώς και πάντα. Το να συνεχίζουν να διεκδικούν την επικράτησή τους οι μειοψηφούσες απόψεις μετά τη λήψη αποφάσεων, στην πράξη σημαίνει ότι δεν θα μπαίνει όλο το Κόμμα και όλα τα στελέχη στην ουσιαστική υλοποίησή τους. Εξάλλου, δεν αναφερόμαστε σε διαφορετικές προτάσεις ή σκέψεις για ζητήματα της τρέχουσας δουλειάς, περιορισμένης σημασίας, αλλά για κρίσιμα πολιτικά ζητήματα. Η συστηματική διαφωνία όταν εμφανίζεται σε στελέχη, πολύ περισσότερο όταν συζητιέται μονίμως σ' ολόκληρο το Κόμμα, επιδρά αρνητικά στη λειτουργία και τη δράση.

Μια τέτοια λειτουργία ανοίγει τον δρόμο σε «τάσεις» και «πλατφόρμες», σε διαχωρισμό των στελεχών του Κόμματος σε μειοψηφίες και πλειοψηφίες. Αυτή η διαδικασία έχει νόημα μόνο σε κόμματα στα οποία δεν υπάρχει ιδεολογική, πολιτική, οργανωτική και προγραμματική ενότητα. Η υπεράσπιση των «δικαιωμάτων μιας μειοψηφούσας άποψης» γίνεται πρόσχημα για τη μετατροπή του ΚΚΕ σε πολυτασικό κόμμα.

Η διεξαγωγή του 13ου Συνεδρίου

Το 13ο Συνέδριο του ΚΚΕ συνήλθε στην Αθήνα, στην κλειστή αίθουσα του Ολυμπιακού Σταδίου, από τις 19 έως τις 24 Φλεβάρη του 1991. Στο Συνέδριο είχαν εκλεγεί, για να πάρουν μέρος 1.275 αντιπρόσωποι και 660 παρατηρητές. Η ημερήσια διάταξη που απασχόλησε το Συνέδριο περιλάμβανε τα παρακάτω θέματα: α) Εισήγηση της ΚΕ του ΚΚΕ και Εκθεση της Κεντρικής Εξελεγκτικής Επιτροπής. β) Εγκριση ντοκουμέντων όπως: Πολιτική Απόφαση, Προγραμματικές κατευθύνσεις, Καταστατικό του ΚΚΕ. γ) Εκλογή καθοδηγητικών οργάνων του Κόμματος.

Οπως γίνεται φανερό, αντικειμενικά, και ο προσυνεδριακός διάλογος και η εσωκομματική διαδικασία για το Συνέδριο, το ίδιο το Συνέδριο, διεξήχθησαν μέσα σε συνθήκες οξύτατης διαπάλης, που στο επίκεντρό της είχε τον χαρακτήρα του ΚΚΕ, την ίδια την ύπαρξή του.

Από την πλευρά της φραξιονιστικής οπορτουνιστικής ομάδας, η επίθεση στην πλειοψηφία της Κεντρικής Επιτροπής δεν έμεινε μόνο σε ιδεολογικά ζητήματα, πήρε «βρώμικα» χαρακτηριστικά με κατηγορίες για «γραφειοκρατικές τακτικές» και «αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις», για υπονοούμενα για τη διαχείριση των οικονομικών του Κόμματος κ.λπ. Συζήτηση που τροφοδότησε και τροφοδοτήθηκε από αντίστοιχες παρεμβάσεις του αστικού Τύπου.

Το θέμα αυτό καθαυτό της λειτουργίας του Κόμματος, της εσωκομματικής του ζωής έγινε αντικείμενο ανοιχτής παρέμβασης της αστικής τάξης. Οι νουθεσίες, τα διλήμματα, οι ευχές έδιναν και έπαιρναν με δηλώσεις στελεχών των αστικών κομμάτων, θέτοντας ουσιαστικά όρους για την προσαρμογή της λειτουργίας του ΚΚΕ στα πρότυπα των αστικών κομμάτων... Η όλη συζήτηση θυμίζει πολύ τους «όρους» και τις «προϋποθέσεις» που έθεσε πολύ αργότερα η Ευρωπαϊκή Ενωση για τη λειτουργία των κομμάτων και για τη νόμιμη λειτουργία τους, που σημαίνει ευθεία επέμβαση στο εσωτερικό τους από το θεσμικό κρατικό πλαίσιο.

Η διαπάλη με την οπορτουνιστική τάση που επιδίωκε τη σοσιαλδημοκρατικοποίηση και τη διάλυση του Κόμματος δεν έληξε βέβαια στις μέρες του Συνεδρίου, συνεχίστηκε μέχρι τον Ιούλη του 1991. Παρ' όλα αυτά, η πλειοψηφία του Συνεδρίου πάλεψε για τη διατήρηση του ΚΚΕ, για τον επαναστατικό του χαρακτήρα και τον ρόλο του ως οργανωμένη συνειδητή πολιτική πρωτοπορία της εργατικής τάξης. Εγινε κατορθωτό να αντιμετωπιστεί η προσπάθεια διάλυσης του Κόμματος, ενώ επιβεβαιώθηκαν - έστω διακηρυκτικά - οι βασικές θεμελιώδεις αρχές ύπαρξης του ΚΚΕ.

Τα κείμενα που ψηφίστηκαν από το Συνέδριο πρέπει να αντιμετωπιστούν ως προϊόντα της εσωκομματικής κρίσης. Ουσιαστικά, όχι μόνο δεν έλυναν κανένα πρόβλημα αλλά ως αποτέλεσμα «σύνθεσης» διαφορετικών ιδεολογικο-πολιτικών ρευμάτων δεν μπορούσαν να αξιοποιηθούν ουσιαστικά στην ιδεολογικο-πολιτική και μαζική δράση του Κόμματος. Τα ζητήματα του Προγράμματος του Κόμματος, της αντίληψής του για τον σοσιαλισμό, της πολιτικής των συμμαχιών αντικειμενικά δεν μπορούσαν να λυθούν από το 13ο Συνέδριο, η επίλυσή τους προϋπέθετε να εξασφαλιστούν πρώτα απ' όλα η ύπαρξη και η ιστορική συνέχεια του ΚΚΕ.

Το 13ο Συνέδριο ανέδειξε σε πλειοψηφία της ΚΕ στελέχη που τάσσονταν υπέρ της διατήρησης του κομμουνιστικού χαρακτήρα του Κόμματος. Η ΚΕ εξέλεξε Γενική Γραμματέα του Κόμματος την Αλέκα Παπαρήγα καθώς και 13μελές Πολιτικό Γραφείο στο οποίο επίσης πλειοψηφούν τα στελέχη που εναντιώνονται στις επιδιώξεις σοσιαλδημοκρατικοποίησης του ΚΚΕ. Οι διαδικασίες αυτές έγιναν αντικείμενο σφοδρής επίθεσης και αντικομμουνισμού από τον αστικό Τύπο που τροφοδοτούνταν από τα στελέχη της οπορτουνιστικής ομάδας. Το επόμενο βήμα τους ήταν η προσπάθεια διάλυσης του ΚΚΕ, με όχημα τον Συνασπισμό της Αριστεράς και της Προόδου, με τη στήριξη διάφορων «συμμάχων» του ΚΚΕ οπορτουνιστικών και σοσιαλδημοκρατικών δυνάμεων και την προώθηση διαδικασιών για τη μετατροπή του Συνασπισμού σε ενιαίο κόμμα.

(Συνεχίζεται...)

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
Το ΑΑΔΜ και η πάλη για το Σοσιαλισμό(2013-03-27 00:00:00.0)
Το 15ο και το 16ο Συνέδριο του ΚΚΕ(2005-02-13 00:00:00.0)
Ανησυχούν από την απήχηση των Θέσεων του ΚΚΕ(2000-12-01 00:00:00.0)
Αναντικατάστατο εφόδιο για την ύπαρξη και δράση του ΚΚΕ(2000-07-14 00:00:00.0)
Συνέδριο της Κομσομόλ(1998-12-16 00:00:00.0)
Η απάντηση για το σήμερα και το αύριο(1996-12-25 00:00:00.0)

Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ