Στην τακτική των ψευτοδιλημμάτων κατέφυγε εκ νέου χτες βράδυ ο Αλ. Τσίπρας, σε προεκλογική συγκέντρωση του ΣΥΡΙΖΑ στη Λαμία, προκειμένου να υφαρπάξει τη λαϊκή ψήφο.
Καταλόγισε στη ΝΔ «υπηρεσίες στην αριστοκρατία», με τον Κυρ. Μητσοτάκη «άνθρωπό» της, όντας «φανατικός νεοφιλελεύθερος», μιλώντας για τις κυβερνήσεις ΝΔ - ΠΑΣΟΚ που «φόρτωναν τα βάρη της κρίσης στους πολλούς και ενίσχυαν την προκλητική φοροασυλία του μεγάλου πλούτου, των βιομηχάνων». Ολα αυτά τα είπε λίγες μόνο ώρες απ' όταν μαζί με τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα είχαν ψηφίσει ένα ακόμα πακέτο με προκλητικές φοροαπαλλαγές και άλλα μέτρα για το κεφάλαιο.
Προσπερνώντας εξάλλου τις αντιλαϊκές δεσμεύσεις έως το 2060 και τα μνημόνια διαρκείας, επανέλαβε τα μεταμνημονιακά παραμύθια για το λαό που «ορίζει ξανά τις τύχες του», μετά τον «επώδυνο, αλλά τελικά όπως αποδείχθηκε αναγκαίο συμβιβασμό» του 2015, προκειμένου να διασφαλιστούν στρατηγικές επιλογές των ντόπιων επιχειρηματικών ομίλων εντός ΕΕ και ευρώ.
Επέμεινε άλλωστε να παρουσιάζει ως πανάκεια μέτρα - ψίχουλα για το λαό, ως άλλοθι για τη συνέχιση της αντιλαϊκής πολιτικής, που θυσιάζει τις ανάγκες του λαού για τα συμφέροντα του κεφαλαίου.
Την ίδια ώρα, μιλώντας σε εκδήλωση της ΝΔ με εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα, ο Κυρ. Μητσοτάκης παρέθεσε τι μπορεί να «εγγυηθεί» απέναντί τους, λέγοντας μεταξύ άλλων ότι εγγυάται τη «συμμετοχή» τους «στην επιτυχία της επιχείρησης», που δεν σημαίνει τίποτε άλλο παρά να ταυτίσει ο εκμεταλλευόμενος τα συμφέροντά του με αυτά του εκμεταλλευτή του. Επιχείρησε δε να παρουσιάσει τη ΝΔ ως «βαθιά λαϊκό κόμμα», «όλων των Ελλήνων», και ειδικά των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, που θα «επωφεληθούν» από τις «επενδύσεις» που θα προσελκύσει η ΝΔ, παρέχοντας φυσικά στο κεφάλαιο νέες φοροαπαλλαγές και εισφοροαπαλλαγές, από το ξεζούμισμα του λαού.
«Εγγυήθηκε» επίσης - όπως και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - «σύνδεση της αγοράς εργασίας με την Κατάρτιση και την Εκπαίδευση» και επέμεινε ότι «η αγορά εργασίας αλλάζει», ότι ένας εργαζόμενος μπορεί στη διάρκεια του εργασιακού του βίου «να χρειαστεί να αλλάξει κατεύθυνση», να αποκτήσει «νέες δεξιότητες». Εξ ου και επέμεινε στην κατάρτιση και επανακατάρτιση, ώστε να καλύπτονται πάντα οι ανάγκες του κεφαλαίου.