Ως «αφετηρία» για ένα νέο γύρο διεργασιών στο αστικό πολιτικό σύστημα και στόχο τον εγκλωβισμό του λαού στα προτάγματα του κεφαλαίου με βάση τα πλαστά δικομματικά δίπολα περί συγκρότησης «προοδευτικών» ή «αντιΣΥΡΙΖΑ» μετώπων, λειτουργεί η τυπική λήξη του 3ου μνημονίου.
Στην παρούσα φάση πιο έντονες είναι οι σχετικές διεργασίες που δρομολογεί ο ΣΥΡΙΖΑ στο χώρο της σοσιαλδημοκρατίας και της λεγόμενης κεντροαριστεράς, με τον επικείμενο ανασχηματισμό - κατά πάσα πιθανότητα την επόμενη βδομάδα - αλλά και τις οργανωτικές αλλαγές που φαίνεται να προκρίνονται στον ΣΥΡΙΖΑ να υπηρετούν αυτήν την προσπάθεια. Στο πλαίσιο αυτό ακούγεται το όνομα του Π. Σκουρλέτη και φημολογείται η μετακίνησή του απ' το κυβερνητικό σχήμα στη θέση του γραμματέα της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία αναμένεται να συνεδριάσει τις επόμενες μέρες μετά τον ανασχηματισμό που επίκειται.
Χτες, ο υπουργός Εσωτερικών σε δηλώσεις του στον ρ/σ «24/7» επιβεβαίωσε εμμέσως πλην σαφώς τις σχετικές συζητήσεις με τον πρωθυπουργό, όπως και τον ανασχηματισμό, λέγοντας μεταξύ άλλων ότι «πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε τη σχέση κόμματος - κυβέρνησης. Το κόμμα δεν είναι κυβερνητικό παραμάγαζο, θα υπάρχει και μετά την κυβέρνηση», ενώ ανέφερε ότι «υπάρχει ανάγκη ενίσχυσης του ειδικού βάρους του κόμματος, υπάρχει και ανάγκη αναδιάταξης στο εσωτερικό της κυβέρνησης».
Σε ό,τι αφορά το άνοιγμα στην «κεντροαριστερά» επανέλαβε το κυβερνητικό παραμύθι περί «καλής και κακής» σοσιαλδημοκρατίας, λέγοντας ότι «πάντα είναι στην ημερήσια διάταξη ο διάλογος ανάμεσα στην αριστερά και την κεντροαριστερά. Η σχέση αυτή είχε διαρραγεί τα τελευταία χρόνια σε όλη την Ευρώπη λόγω της υιοθέτησης νεοφιλελεύθερων πολιτικών από τη σοσιαλδημοκρατία. Υπάρχουν στελέχη του ΚΙΝΑΛ που είναι πλήρως ταυτισμένα προγραμματικά με τη ΝΔ, όπως ο κ. Βενιζέλος και ο κ. Λοβέρδος, ενώ άλλα θεωρούν ότι πρέπει να υπάρξει αναστοχασμός σε σχέση με στρατηγικές επιλογές αυτού του χώρου. Η Αριστερά μεγάλωσε κάτω από τις δύσκολες συνθήκες του μνημονίου, ωρίμασε και οφείλει να συμβάλει στη διαμόρφωση ενός προοδευτικού μετώπου. Εάν εξασφαλίζονται πολιτικές προϋποθέσεις μπορούμε να το κάνουμε και στο πλαίσιο του ανασχηματισμού».
Απ' το ίδιο «βήμα» ο Δ. Παπαδημούλης δήλωσε ότι «ο δρόμος των συνεργασιών είναι υποχρεωτικός» και πρόσθεσε ότι η συζήτηση αυτή πρέπει να γίνει πριν από την προσφυγή στις κάλπες «με εθνική συνεννόηση σε βασικά θέματα». Κάλεσε δε την Φώφη Γεννηματά να δει «τα μηνύματα που στέλνουν στο κινητό της οι Ευρωπαίοι σοσιαλιστές» και ζήτησε από τα κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης «να διαλέξουν ανάμεσα στον προοδευτικό και τον συντηρητικό πόλο».
Επίθεση στο Κίνημα Αλλαγής για τη στάση του απέναντι στην πρόταση της κυβέρνησης για διάλογο όλων των προοδευτικών δυνάμεων εξαπέλυσε ο υπουργός Δικαιοσύνης, Στ. Κοντονής, λέγοντας ότι «η κυβέρνηση κατέθεσε μια πρόταση και αντί να δούμε μια σοβαρή απάντηση, παρακολουθούμε τη μετατροπή του ΚΙΝΑΛ σε μια ιδιότυπη κεντροδεξιά».
Την ίδια ώρα, με αφορμή και το χτεσινό διάγγελμα του πρωθυπουργού, τις κάλπικες διαχωριστικές γραμμές ενισχύουν και τα υπόλοιπα κόμματα της αστικής διαχείρισης.
Ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Κυρ. Μητσοτάκης, κατηγόρησε χτες τον πρωθυπουργό για «διχαστικό λόγο», υπενθυμίζοντάς του ότι η επόμενη μέρα για το κεφάλαιο απαιτεί συναίνεση και «ενότητα απέναντι στις προκλήσεις του μέλλοντος», όπως λέγονται οι στόχοι του κεφαλαίου, σημειώνοντας ότι «δεν πρόκειται να βγούμε από την κρίση όσο επιμένει δογματικά στο παράλογο μείγμα φόρων και εισφορών υπονομεύοντας την οικονομία και το εισόδημα των πολιτών (...) Δοκιμάστηκαν και απέτυχαν. Γι' αυτό η πολιτική αλλαγή είναι επιβεβλημένη».
Η πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής, Φώφη Γεννηματά, κατηγόρησε τον πρωθυπουργό για «κήρυγμα μίσους και διχασμού», προσθέτοντας ότι «το αχρείαστο και επώδυνο μνημόνιο ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ έληξε, αλλά τα προβλήματα είναι εδώ» και προσήψε στην κυβέρνηση «διχαστικές και πελατειακές λογικές, καθεστωτισμό, λαϊκισμό, δημαγωγία, ψεύτικες υποσχέσεις, κυνισμό και απανθρωπιά». Με τη σειρά της ζήτησε κι αυτή «πολιτική αλλαγή» και «προοδευτική διακυβέρνηση».