(που έμεινε μισοτελειωμένη)
ΘΑ ΘΥΜΗΘΟΥΜΕ σήμερα, μέρα της γενικής απογραφής, μια άλλη που έγινε εδώ και 61 χρόνια το φθινόπωρο του 1940 κι έπεφτε ακριβώς πάνω στην ώρα της φασιστικής εισβολής και την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου.
ΣΤΗΝ πράξη η απογραφή εκείνη έμεινε μεσοστρατίς, αφού την πρόλαβε ο πόλεμος κι οι απογραφείς οι περισσότεροι ούτε τα δελτία τ' απογραφικά δεν πρόλαβαν να παραδώσουν, καθώς έφυγαν για να πάνε στο μέτωπο.
ΒΡΕΘΗΚΑ, τότε, φοιτητής με τις ομάδες που θα δούλευαν στην απογραφή στην περιοχή της Αθήνας και μάλιστα σε μια πολυάνθρωπη λαϊκή γειτονιά, τα Ανω Πετράλωνα, φορτωμένη με πολλά κι οξύτατα προβλήματα, που καθιστούσαν τη συμπλήρωση του απογραφικού δελτίου ιδιαίτερα περίπλοκη και δύσκολη για τον πρωτάρη απογραφέα.
Η «ΠΡΟΠΟΝΗΣΗ» μας στα της απογραφής έγινε στα θρανία ενός δημοτικού σχολείου, νομίζω στην οδό Ερυσίχθονος. Εκεί κι έγινε κι η κατανομή των δρόμων, στους οποίους θα καταγράφαμε τα νοικοκυριά. Στη μερίδα μου είχε πέσει ένα κομμάτι, με 20 περίπου νούμερα στην οδός Θεσσαλονίκης.
ΕΚΕΙ δίπλα κι απέναντι στις γραμμές του Ηλεκτρικού, στη γέφυρα και κοντά στο εργοστάσιο του Πουλόπουλου. Με πρώτη ματιά η επιλογή αυτή φάνηκε πως θα 'ταν εύκολη και στρωτή, αλλά στην πράξη αποδείχτηκε πως είχε μπόλικες μπερδεψιές για να μπορέσει ν' αποτυπωθεί στο απογραφικό δελτίο.
Η ΓΕΙΤΟΝΙΑ δε μου ήταν άγνωστη. Βρισκόταν κι ακουμπούσε στην παλιά Λαχαναγορά και στο Γκαζοχώρι. Ενας ολόκληρος κόσμος δούλευε και ζούσε στον εξοντωτικό ρυθμό της στο σχεδόν ολονύχτιο ωράριο που είχε τότε η λειτουργία της. Τα Πετράλωνα, σε κοντινή σχετικά απόσταση, αναζητούσαν εκεί το μεροκάματο, την μπουκιά το ψωμί, ακόμη και τα μικρά παιδιά, που τα 'βλεπες να γυροφέρνουν εκεί βαθιά τη νύχτα για να πουλήσουν τσιγάρα.
Μ' ΟΛΑ τα υλικά της απογραφής, τα δελτία κι όλα τα σχετικά, που είχα παραλάβει από το απογραφικό κέντρο βρέθηκα αρκετά νωρίς στο δρόμο και τα νούμερα, που είχα αναλάβει... Με τη σιγουριά, πως μέσα στη μέρα θα τέλειωνα και έτσι σύντομα θα μπορούσα να παραδώσω το απογραφικό έργο, που έπεφτε στο μερίδιό μου.
Η ΠΡΩΤΗ όμως διαπίστωση, που ανέτρεπε την αισιόδοξη προοπτική, πως θα ξεμπέρδευα γρήγορα ήρθε όταν πια χτύπησα το πρώτο νούμερο και τότε βρέθηκα μπροστά σε μια μεγάλη αυλή κι ολόγυρα καμιά δεκαριά δωμάτια, το καθένα κι ένα νοικοκυριό ξεχωριστό κι όπως θ' αποδειχνόταν κι όχι και τόσο απλό αλλά αντίθετα δύσκολο.
ΤΑ ΜΟΝΑ που ήταν απλά και δεν ήθελαν καθόλου αναζητήσεις ήταν η μοναδική βρύση με το νερό, που υδροδοτούσε όλους στη μια γωνιά της αυλής και στην άλλη ακριβώς, η κοινόχρηστη τουαλέτα, που έπρεπε απαραίτητα να σημειωθούν στα απογραφικά δελτία.
ΚΑΠΟΙΑ στιγμή χτυπώντας στο πρώτο δωμάτιο βρέθηκα μπροστά σε μια ηλικιωμένη γυναίκα, που καλοσυνάτα αλλά και κάπως στενοχωρημένη για την αταξία την πρωινή του σπιτιού της με δέχτηκε, μου πρόσφερε να καθίσω και πριν προλάβω να πω κάτι για την πρωινή αυτή επίσκεψη, δίχως εισαγωγές μου 'λεγε: «... Πάμε για πόλεμο... Και μας μετράτε...».
ΤΑ ΑΝΤΑΝΑΚΛΑΣΤΙΚΑ του λαού «έπιαναν» του πολέμου τα σημάδια, όσο κι αν η μεταξική δικτατορία προσπαθούσε να τα αποκρύψει. Συμπλήρωσα το πρώτο μου απογραφικό, προσθέτοντας και του άντρα της τα στοιχεία, που άρρωστος από καιρό ήταν άνεργος. Φαινόταν πως είχαμε τελειώσει, την έβλεπα όμως δισταχτική σαν να θέλει να προσθέσει κι άλλα. Τη ρώτησα και τότε μου 'πε πως έπρεπε να γράψουμε και την κόρη της την 25χρονη Νίτσα που κι αυτή άρρωστη βρισκόταν δυο χρόνια στη «Σωτηρία». Ο τεράστιος, φοβερός λογαριασμός με τη φυματίωση. Πέντε χιλιάδες ψυχές περίπου τότε στη «Σωτηρία».
ΠΑΝΩ σχεδόν στα ίδια πλαίσια και τ' άλλα 20 νοικοκυριά... με τα δωμάτια γύρω - γύρω στην αυλή, που καθώς διάβαινες την πόρτα τους συναπαντούσες την ανάγκη και τον πόνο, τη φτώχεια και την αρρώστια. Ολα όμως αυτά ήταν άπιαστα κι αδιάφορα για το ερωτηματολόγιο που είχε η απογραφή της δικτατορίας του Μεταξά.
Η ΑΠΟΓΡΑΦΗ του 1940 έμεινε μισοτελειωμένη την πρόλαβε ο πόλεμος. Οι απογραφείς έμειναν με τα δελτία στο χέρι. Η μεταξική δικτατορία είχε επιχειρήσει μιαν απογραφή που με τον τρόπο που έγινε και με τα ερωτηματολόγια που δόθηκαν δεν μπορούσε να 'ναι τίποτε άλλο παρά έκφραση και στόχος ενός καταπιεστικού φασιστικού καθεστώτος.
Ο ΜΑΡΤΥΡΙΚΟΣ λογαριασμός, που θα γινόταν δέκα χρόνια αργότερα θα ήταν πολύ οδυνηρός και πολυαίμακτος για τις τεράστιες θυσίες του λαού μας, με χιλιάδες και χιλιάδες ψυχές, που θα πλησίαζε το εκατομμύριο.