Πέμπτη 6 Γενάρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 8
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ
Πιο κοντά στο ΠΑΣΟΚ το 1999
  •  Ακόμα και στον πλέον αντικειμενικό παρατηρητή θα είναι αδύνατη η εύρεση σημείων ουσιαστικής διαφοροποίησης της πολιτικής του ΣΥΝ απ' αυτής του ΠΑΣΟΚ
  • Τη χρονιά που πέρασε η ταύτιση των θέσεων των δύο κομμάτων έγινε  ακόμα περισσότερο αποκαλυπτική

Το 1999 ήταν χρονιά ακόμα μεγαλύτερης προσέγγισης για το ΠΑΣΟΚ και το Συνασπισμό, με την πολιτική του δεύτερου να ταυτίζεται με αυτή του κυβερνώντος κόμματος σε όλα τα ζητήματα, μείζονος ή ήσσονος σημασίας. Το γεγονός αυτό μπορεί να εξηγήσει και την ήττα που υπέστη ο ΣΥΝ στις ευρωεκλογές, παρότι η Κουμουνδούρου επιμένει να βαυκαλίζεται με την ελπίδα ότι το πρόβλημά της έχει να κάνει με την εικόνα της και όχι με την πολιτική της.

Μη έχοντας επί της ουσίας καμία διαφορετική πρόταση ή θέση και με όλη την πολιτική του να χωρά και να εξαντλείται στις λέξεις «να καλυτερεύσουμε κάπως τα πράγματα», η ηγεσία του ΣΥΝ έχει επιδοθεί σε μια εναγώνια προσπάθεια αναζήτησης σημείων διαφοροποίησης, πάντα όμως στα πλαίσια της ευρωπαϊκής φυσιογνωμίας του κόμματος!

Δεν ήταν λίγες οι φορές που η ηγεσία του ΣΥΝ υπερασπίστηκε με πάθος την κυβερνητική πολιτική, «ξελασπώνοντας» την κυβέρνηση και κερδίζοντας επάξια τον τίτλο του «φύσει και θέσει συμμάχου» της. Ας δούμε όμως πώς εκφράστηκε αυτό στην πράξη το χρόνο που μας άφησε.

Εξωτερική πολιτική

Στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής είναι σχεδόν αδύνατον να εντοπίσει κανείς διαφοροποιήσεις μεταξύ ΣΥΝ και ΠΑΣΟΚ. Κατά το Συνασπισμό τα προβλήματα της εξωτερικής πολιτικής έχουν μία και μόνο αιτία: Την έλλειψη εθνικού συμβουλίου, που θα χαράζει εθνική στρατηγική! Ωστόσο, όσο κι αν ψάξει κανείς δε θα βρει σαφή απάντηση του ΣΥΝ στο ερώτημα σε ποια κατεύθυνση θα κινείται η εθνική στρατηγική και πόσο «ανεξάρτητη» μπορεί να είναι στα πλαίσια του ΝΑΤΟ και όλων των άλλων ιμπεριαλιστικών οργανισμών από τους οποίους η χώρα - με ευθύνη των μέχρι σήμερα κυβερνήσεων - άγεται και φέρεται και χρησιμοποιείται για την προώθηση και εδραίωση των συμφερόντων της Νέας Τάξης Πραγμάτων. Γιατί βέβαια είναι μακριά από τον ΣΥΝ κάθε σκέψη, όχι εξόδου, βεβαίως, της χώρας από τέτοιου είδους οργανισμούς, αλλά και όποιας αντίστασης στις αντιδραστικές πολιτικές που προωθούν σε βάρος των λαών.

Σε ό,τι αφορά στις ελληνοτουρκικές θέσεις και το Κυπριακό, οι διαφοροποιήσεις της πολιτικής του σε σχέση με αυτής της κυβέρνησης ήταν εξαιρετικά δυσδιάκριτες και εντοπίστηκαν πάλι σε ζητήματα τακτικής. Ο ΣΥΝ επιμένει να κλείνει τα μάτια στην προωθούμενη και «ντε γιούρε» διχοτόμηση της μαρτυρικής Μεγαλονήσου, αρνούμενος να ψελλίσει έστω μια φωνή διαμαρτυρίας και ακυρώνοντας στην πράξη τη θέση του περί «ενιαίου ομόσπονδου κυπριακού κράτους». Θεωρεί πως η ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ενωση μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στην επίλυση του κυπριακού προβλήματος κι αυτό όταν: α) Η ενταξιακή πορεία χρησιμοποιείται σαν μοχλός πίεσης για τη διχοτόμηση του νησιού. β) Η Ευρωπαϊκή Ενωση στο Ελσίνκι αποφάσισε πως «αν μέχρι την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων προσχώρησης δεν έχει επιτευχθεί λύση, η απόφαση του Συμβουλίου θα ληφθεί χωρίς το ανωτέρω να αποτελεί προϋπόθεση»!

Η λύση που προτείνει ο ΣΥΝ για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι ο... «επαναπροσδιορισμός της στρατηγικής», έτσι γενικά και αόριστα, ενώ θεωρεί ότι ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της Τουρκίας μπορεί να αποτελέσει θετική προοπτική! Κι αυτό όταν και μια απλή ανάγνωση των αποφάσεων του Ελσίνκι αποκαλύπτει ότι ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της Τουρκίας συνδέθηκε εκεί με την εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας. Τέλος, ο ΣΥΝ επαίρεται για τις πρωτοβουλίες και τις προτάσεις που έχει καταθέσει για την αμοιβαία ισόρροπη μείωση των εξοπλισμών των δύο χωρών. Ομως, παραείναι αφελές για να αποτελεί προσδοκία πολιτικής ηγεσίας ότι στα πλαίσια της όλο και πιο σφιχτής πρόσδεσης των δύο χωρών στο άρμα του ΝΑΤΟ και της ιμπεριαλιστικής Νέας Τάξης μπορεί να επιτευχθεί κάτι τέτοιο. Αλλωστε, πώς μπορεί να συνδυαστεί αυτή η τοποθέτησή του, όταν την ίδια ώρα δηλώνει «πανευτυχής» για τη στρατιωτικοποίηση της ΕΕ, συμφωνώντας με τη συγκρότηση εκστρατευτικού σώματος για επεμβάσεις τύπου ΝΑΤΟ;

Με τα πόδια σε δύο βάρκες

Υπάρχουν δύο ακόμα περιπτώσεις όπου η θέση του ΣΥΝ σε θέματα εξωτερικής πολιτικής ήταν αποκαλυπτική: Η υπόθεση Οτσαλάν και η επίσκεψη Κλίντον. Πατώντας σε δύο βάρκες, η ηγεσία του ΣΥΝ επιχειρούσε και με το λαϊκό αίσθημα να συμβαδίσει και με τα μεγάλα «αφεντικά» να μη διαταράξει τις σχέσεις της. Στην πρώτη περίπτωση αναγκάστηκε κάτω από τη λαϊκή αντίδραση για την παράδοση του ηγέτη των Κούρδων στους στρατοκράτες της Αγκυρας να ψελλίσει κάποιες κουβέντες διαμαρτυρίας. Ομως, η αντίδρασή του ήταν δυσανάλογη της προδοσίας, αλλά και του λαϊκού αισθήματος που την καταδίκασε, συμμετέχοντας στις μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις που διοργάνωσαν οι μαζικοί φορείς.

Οσο για τη στάση του κατά την επίσκεψη Κλίντον είναι ακόμα νωπό στη μνήμη το τι συνέβη. Ο Ν. Κωνσταντόπουλος ήταν έτοιμος να δειπνήσει στο ίδιο τραπέζι με τον αρχιδολοφόνο. Οταν η κυβέρνηση - καθ' υπόδειξη της αμερικανικής πρεσβείας - απαγόρευσε την πορεία τη μέρα έλευσης του Κλίντον, κάτω από τη θύελλα της λαϊκής αντίδρασης, ο πρόεδρος του ΣΥΝ αναθεώρησε την απόφασή του, ενώ αποφασίστηκε και η συμμετοχή στη διαδήλωση. Ομως, η στάση του κόμματος σχετικά με τις λαϊκές αντιδράσεις έθετε σοβαρά εμπόδια στη λαϊκή συσπείρωση και συμμετοχή του λαού, ενώ υπήρξαν και οργανώσεις του που τοποθετήθηκαν κατά των λαϊκών αντιδράσεων (στη θεσσαλονίκη). Αρκετά πρωτοκλασάτα στελέχη του κόμματος, μάλιστα, θεώρησαν την επίσκεψη Κλίντον θετική και αναγκαία. Επίσης, η ηγεσία του ΣΥΝ, μετά τη βάρβαρη επίθεση των ΜΑΤ κατά των διαδηλωτών, υπό την πίεση των «εκσυγχρονιστών» της που την κατηγορούσαν πως έγινε ουρά του ΚΚΕ, έσπευσε να μοιράσει ευθύνες γι' αυτά και στο ΚΚΕ! Δίνοντας έτσι άλλοθι στον αυταρχισμό της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ με την επίθεση κατά του λαού.

Και να μην ξεχνάμε βέβαια και τη θέση του κόμματος για τα όσα συντελέστηκαν στη Γιουγκοσλαβία. «Ναι μεν, αλλά...». Κι σ' αυτήν την περίπτωση, και σ' αυτό το εξόφθαλμο έγκλημα, η ηγεσία του ΣΥΝ ακολούθησε την προσφιλή σ' αυτήν τακτική «και στο ληστή ψωμί και στο χωροφύλακα χαμπέρι». Κάτι ψέλλισε για το ΝΑΤΟ, κάτι για τις εθνοκαθάρσεις του Μιλόσεβιτς, κάτι για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Βέβαια, η ηγεσία του όχι μόνο συμφώνησε με την αποστολή Ελλήνων στρατιωτών στο Κόσσοβο και τη Βοσνία - Ερζεγοβίνη, στα πλαίσια του κατοχικού στρατού των ιμπεριαλιστών, αλλά στηρίζει ένθερμα το γνωστό Σύμφωνο Σταθερότητας για τη ΝΑ Ευρώπη, που στόχο έχει να επιβάλει την ιμπεριαλιστική τάξη στην περιοχή και την πλήρη διάλυση της Νέας Γιουγκοσλαβίας, κάτι που προωθείται ανοιχτά και με τις αποφάσεις του Ελσίνκι, τις οποίες έσπευσε να χαιρετίσει.

Σήμερα, μήνες μετά, η εκλογική του διακήρυξη δίνει με πολλή σαφήνεια και κυνισμό τη θέση του για το αιματοκύλισμα του γιουγκοσλαβικού λαού, που ονομάζεται απλά «δραματικό γεγονός». Ασκείται λοιπόν κριτική στην ΕΕ, όχι γιατί συντέλεσε στο έγκλημα, αλλά γιατί με τη στάση της στον πόλεμο στράφηκε εναντίον της προοπτικής της πολιτικής ολοκλήρωσής της με αυτόνομη στρατηγική οντότητα!

Ευρωπαϊκή Ενωση

Εδώ μπαίνουμε στα ιερά και τα όσια του ΣΥΝ και ίσως το μοναδικό σημείο στο οποίο άπαντες στην ηγεσία συμφωνούν, ακολουθώντας μια πολιτική άκρως αποπροσανατολιστική και καλλιεργώντας ουτοπίες περί δυνατότητας να υπάρξει Ευρωπαϊκή Ενωση με «ανθρώπινα και κοινωνικά χαρακτηριστικά». Σ' αυτό ακριβώς το σημείο εξαντλείται η κριτική του Συνασπισμού στην κυβέρνηση, αφού θεωρεί πως με ευθύνη της η πορεία προς την ΟΝΕ γίνεται «χωρίς σχεδιασμό για οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, χωρίς προτεραιότητες, όπως η αντιμετώπιση της ανεργίας» κ. ά. Λες και υπάρχει ή θα υπάρξει ποτέ η δυνατότητα κοινωνικής ανάπτυξης ή αντιμετώπισης της ανεργίας στα πλαίσια των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων και της ΟΝΕ, ενός συστήματος που «γεννά» και στηρίζεται στην κοινωνική ανισότητα, στην αδικία, στην εκμετάλλευση.

Η στάση αυτή του ΣΥΝ ως προς την Ευρωπαϊκή Ενωση, σε συνδυασμό με τα σενάρια κεντροαριστερής σύγκλισης ΣΥΝ - ΠΑΣΟΚ που προωθεί σταθερά η ηγεσία του, καθόρισε εν πολλοίς την ήττα του στις ευρωεκλογές. Και δε θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, μιας και όλο και πλατύτερα τμήματα του ελληνικού λαού συνειδητοποιούν ότι στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της ΟΝΕ τα περιθώρια άσκησης ενός - έστω - μίνιμουμ προγράμματος κοινωνικής πολιτικής είναι από ασφυκτικά έως ανύπαρκτα.

Πρόσφατα η ευρωλαγνία του ΣΥΝ εκφράστηκε και πάλι με αφορμή τη Σύνοδο Κορυφής στο Ελσίνκι. Η ηγεσία του κόμματος δεν αρκέστηκε να χαρακτηρίσει θετικά τα αποτελέσματα, παρέχοντας έτσι πλήρη στήριξη στην κυβέρνηση, αλλά έσπευσε να διεκδικήσει μερίδιο της νίκης, προβάλλοντας τη συμβολή του ώστε να φτάσουμε ως το Ελσίνκι. Μάλιστα, δε δίστασαν και να προβάλουν ως επιτυχία την απόφαση παραπέρα στρατιωτικοποίησης της Ευρωπαϊκής Ενωσης!

Για όλα φταίει η έλλειψη... θεσμών!

Γενικότερα ο ρόλος του ΣΥΝ στο πολιτικό σκηνικό της χώρας ήταν καθαρά ρόλος βαστάζου της κυβερνητικής πολιτικής σε όλους ανεξαιρέτως τους τομείς. Βεβαίως, η προσφορά του ήταν εξαιρετικά εποικοδομητική και πολύτιμη για να συνεχίσει η κυβέρνηση το αντιλαϊκό έργο της. Επειδή, ωστόσο έπρεπε - για να δικαιολογήσει και τον τίτλο του αντιπολιτευόμενου κόμματος - να κάνει προτάσεις ή να ασκεί σε κάποια σημεία κριτική, μοιάζει να ανακάλυψε την... Αμερική, τους θεσμούς εν προκειμένω. Για κάθε πρόβλημα ο ΣΥΝ πρότεινε τη δημιουργία ενός θεσμικού οργάνου, είτε επρόκειτο για ζήτημα εξωτερικής πολιτικής, είτε για τον... έλεγχο των διαπλεκομένων, ακόμα και για την εξέταση των συνθηκών υπό τις οποίες παραδόθηκε ο ηγέτης των Κούρδων. Η θεσμολαγνία, σε όλο της το μεγαλείο, βρίσκει εδώ την απόλυτη έκφρασή της.

Η εσωκομματική «φαγούρα»

Ο πολιτικός καιροσκοπισμός ήταν αναμενόμενο να οδηγήσει σε συγκρούσεις και στο εσωτερικό του κόμματος. Η «φαγωμάρα» άρχισε μετά την ήττα των ευρωεκλογών, διαφωνίες επί διαφωνιών γύρω από το ερώτημα «τις πταίει;» και συνεχίστηκε. Βέβαια, η «πολυφωνία» αυτή, μπορεί να αποδειχτεί εξαιρετικά επωφελής, κυρίως όταν εξυπηρετεί ψηφοθηρικές σκοπιμότητες. Αν μία άποψη έρχεται σε αντίθεση με τα λαϊκά συμφέροντα, θα εκφραστεί μια δεύτερη που θα εξευμενίσει το λαϊκό αίσθημα.

Χαρακτηριστικό για την εσωκομματική κατάσταση είναι το γεγονός πως η ηγεσία του ΣΥΝ, αδυνατώντας να συγκεράσει τις αντιπαραθέσεις των τάσεων και ομάδων που λειτουργούν στο εσωτερικό της, υποχρεώθηκε να αναβάλει για τρίτη φορά το τακτικό Συνέδριο που είχε αποφασίσει για τις αρχές Δεκέμβρη. Και αποφάσισε να οργανώσει εκλογικό συνέδριο, ενόψει των εκλογών. Η κατάσταση αυτή συνοδεύτηκε και από αποστασιοποίηση και παραιτήσεις στελεχών του, κυρίως από τις μεσαίες βαθμίδες της κομματικής ιεραρχίας.

Τώρα, ενόψει των εκλογών μοιάζει να τα «βρήκαν» στην ηγεσία του κόμματος, συμφωνώντας να συμβάλουν όλοι στη βελτίωση της δημόσιας εικόνας του, προβάλλοντας μια επίπλαστη ενότητα. Η εκλογική διακήρυξη του κόμματος, ένα φιρμάνι πίστης στην ΕΕ και στην ΟΝΕ, έτυχε της αποδοχής όλων (απόδειξη του ότι στο διά ταύτα δεν υπάρχουν διαφωνίες επί της ουσίας) και τον τελικό λόγο τον έχει το διαρκές συνέδριο, που συγκαλείται στα τέλη Γενάρη, με τους αντιπροσώπους του προηγούμενου. Δεν αναμένονται βέβαια εκπλήξεις. Απλώς, αφού περάσουν οι εκλογές, φαίνεται ότι οι κόντρες θα ξαναρχίσουν για το αν το όποιο εκλογικό ποσοστό καταφέρουν να συγκεντρώσουν θα επενδυθεί στο «χρηματιστήριο» του ΠΑΣΟΚ άμεσα (βλέπε προσδοκίες περί κεντροαριστεράς) ή έμμεσα (βλέπε στήριξη του ΠΑΣΟΚ και της πολιτικής του, μέσω άσκησης μιας καθ' όλα ψευδεπίγραφης «προγραμματικής αντιπολίτευσης»).


Βάσω ΝΙΕΡΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ