Τετάρτη 12 Νοέμβρη 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 12
18ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΚΚΕ ΣΥΖΗΤΑΜΕ
ΕΡΩΤΗΣΗ - ΑΠΑΝΤΗΣΗ 18ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΚΚΕ

Στη Θέση 7 των Θέσεων στην ενότητα Γ (Το πρόβλημα του περιβάλλοντος και η απατηλή διέξοδος της «πράσινης οικονομίας») αναφέρεται: «Οι διαφαινόμενες κλιματικές αλλαγές, η τάση υπερθέρμανσης του πλανήτη που, ως ένα βαθμό, είναι αποτέλεσμα της άναρχης ανάπτυξης με κριτήριο το καπιταλιστικό κέρδος, της εμπορευματοποίησης της γης και της ενέργειας, αξιοποιούνται από διάφορα ιμπεριαλιστικά κέντρα, για να αναπτυχθεί μια νέα αγορά εμπορευμάτων τεχνολογίας εξοικονόμησης ενέργειας, καθώς και το εμπόριο ρύπων. Από ορισμένους φορείς παρουσιάζονται συχνά αποσπασματικά οι αιτίες και διογκωμένες οι συνέπειες του υπαρκτού φαινομένου των κλιματικών αλλαγών».

Πώς αξιοποιούν τα μονοπώλια τις κλιματικές αλλαγές;

Είναι γεγονός ότι η κοινή γνώμη, τα τελευταία χρόνια, βομβαρδίζεται από μελέτες διαφόρων φορέων και επιστημόνων που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τις κλιματικές αλλαγές και το λεγόμενο «φαινόμενο του θερμοκηπίου». Σύμφωνα με τα σενάρια αυτών των μελετών, αν δε ληφθούν μέτρα ανάσχεσης του φαινομένου, τότε θα υπάρξει μια αύξηση της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη κατά 1 έως 2 βαθμούς Κελσίου έως το 2050, με αποτέλεσμα να λιώσουν οι πάγοι στους πόλους, να εξαφανιστούν παραθαλάσσιες πόλεις, να ενταθούν φαινόμενα ξηρασίας και πλημμυρών. Υπάρχουν, βέβαια, και αντίθετες απόψεις, σύμφωνα με τις οποίες οι αυξομειώσεις της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη αποτελεί περιοδικό φαινόμενο και δε σχετίζεται μόνο με τη ρύπανση της ατμόσφαιρας.

Γεγονός είναι ότι οι κλιματικές αλλαγές, στο βαθμό που επέρχονται, οφείλονται στην ασύδοτη δράση των μονοπωλίων αφού, παρά τις αντίθετες δηλώσεις και «δεσμεύσεις» των φυσικών και πολιτικών εκπροσώπων τους, το περιβάλλον δεν είναι τίποτε άλλο παρά πηγή άντλησης και καταλήστευσης των πεπερασμένων πόρων του πλανήτη. Ο φυσικός χώρος στον οποίο ασκούν τις ανεξέλεγκτες στην πράξη δραστηριότητές τους και απορρίπτουν (νερά, έδαφος, ατμόσφαιρα) τα απόβλητά τους. Ο επικερδής τομέας παραγωγικών, μόνο όμως για τους ίδιους, επενδύσεων.

Τα μονοπώλια, λοιπόν, άδραξαν και αυτήν την ευκαιρία, αξιοποιώντας και τις διάφορες καμπάνιες των «μη κυβερνητικών οργανώσεων» για τον επερχόμενο κίνδυνο, για τις οποίες τα ίδια ευθύνονται, ώστε και να αναλάβουν το όσο δυνατόν μικρότερο κόστος των οποιωνδήποτε μέτρων απαιτηθούν και να επωφεληθούν αναπτύσσοντας μια νέα κερδοφόρα γι' αυτά αγορά, στο πλαίσιο της λεγόμενης «πράσινης» ανάπτυξης και οικονομίας.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα μέτρα του Πρωτοκόλλου του Κιότο, όπου με πρωταγωνιστή τη δήθεν «φιλοπεριβαλλοντική» ΕΕ, οι κυβερνήσεις, υπακούοντας στις υπαγορεύσεις των πολυεθνικών, αντί να δώσουν βάρος στη λήψη μέτρων ευθείας μείωσης των αερίων που προκαλούν το «φαινόμενο του θερμοκηπίου», προώθησαν τους λεγόμενους «ευέλικτους μηχανισμούς», που στηρίζονται στο «εμπόριο ρύπων». Αυτό σημαίνει ότι οι βιομηχανίες, αντί να πληρώσουν για να εγκαταστήσουν αντιρρυπαντική τεχνολογία, ώστε να εκπέμπονται λιγότεροι ρύποι στην ατμόσφαιρα, μπορούν να αγοράζουν το «δικαίωμα» να τη βομβαρδίζουν με περισσότερους ρύπους! Είναι χαρακτηριστικό ότι στο «Χρηματιστήριο ρύπων» από 30 δολάρια που αγόραζε μια ρυπογόνα επιχείρηση το «δικαίωμα» αγοράς ενός τόνου διοξειδίου του άνθρακα, έφτασε πέρσι στα 2,7 δολάρια και σήμερα κυμαίνεται γύρω στο 1 δολάριο. Γιατί, λοιπόν μια ρυπογόνα βιομηχανία να προτιμήσει να επενδύσει σε αντιρρυπαντική τεχνολογία και να μην αγοράσει «δικαιώματα» που της κοστίζουν λιγότερο, εξακολουθώντας να ρυπαίνει;

Η ΕΕ δεν πρωτοστατεί τυχαία στην όλη αυτή προσπάθεια. Ο στόχος της είναι τριπλός: Καταρχήν, να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα των μονοπωλίων της απέναντι κυρίως στις ΗΠΑ και την Ιαπωνία, δηλαδή το ακόμη μεγαλύτερο ξεζούμισμα των εργαζομένων, στο πλαίσιο του ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού. Από την άλλη, να διευκολύνει με τη μεγαλύτερη δυνατή κερδοφορία τη διείσδυση επενδύσεων των πολυεθνικών της στις αναπτυσσόμενες χώρες και στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες πουλώντας, μεταξύ άλλων «πράσινη» τεχνολογία. Τρίτος στόχος είναι η αναχαίτιση της δυναμικής οικονομιών όπως αυτές της Κίνας, της Ινδίας και της Ρωσίας, εντάσσοντας και αυτές στους μηχανισμούς εφαρμογής «καθαρής ανάπτυξης» και του «εμπορίου των ρύπων».

Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι η μαζική στροφή στην παραγωγή βιοκαυσίμων οδήγησε στην εγκατάλειψη πολύτιμης γης από καλλιέργειες τροφίμων (ακόμη και από δάση πολύτιμα για τη δέσμευση διοξειδίου του άνθρακα), συμβάλλοντας στην τεράστια αύξηση της τιμής τους, ενώ παράλληλα έδωσε την ευκαιρία στις βιομηχανίες των μεταλλαγμένων να προωθήσουν τα προϊόντα τους.


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ