Σάββατο 12 Απρίλη 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 11
ΝΕΑ ΠΟΡΕΙΑ ΣΤΟ ΛΑΟ
Βαρύ το τίμημα των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων

Πολλούς και μαζικούς αγώνες έχει δώσει η μικρομεσαία αγροτιά ενάντια στην αντιαγροτική πολιτική της κυβέρνησης και της ΕΕ προκειμένου να μείνει στον τόπο της...

ICON

Πολλούς και μαζικούς αγώνες έχει δώσει η μικρομεσαία αγροτιά ενάντια στην αντιαγροτική πολιτική της κυβέρνησης και της ΕΕ προκειμένου να μείνει στον τόπο της...
Το συντριπτικό χτύπημα στη βιομηχανική παραγωγική βάση της Πάτρας, λίγο πριν τη δεκαετία του '90 και στις αρχές της, πληρώνουν με βαρύ τίμημα η εργατική τάξη της πόλης, τα φτωχά λαϊκά στρώματα και ένα κομμάτι της αγροτιάς: Η ανεργία από το 5% το 1988 εκτινάχτηκε λίγα χρόνια αργότερα στα ύψη. Σήμερα το ποσοστό των ανέργων βρίσκεται σταθερά πάνω από το 25%, όταν ταυτόχρονα το ποσοστό των ημιαπασχολήσιμων αγγίζει το 40%!!!

Ηταν τότε που περισσότεροι από 25 εγχώριοι επιχειρηματίες, αλλά και πολυεθνικές εταιρείες, με δυναμικό άνω των 100 εργαζομένων έβαλαν οριστικό λουκέτο στις επιχειρήσεις τους ή τις μετέφεραν σε βαλκανικές χώρες και αλλού, με στόχο την αναζήτηση μεγαλύτερων κερδών. Αξιοποίησαν έτσι στο έπακρο την πολιτική των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, αλλά και τις ντιρεκτίβες της ΕΕ, ιδιαίτερα μετά την ψήφιση της Συνθήκης του Μάαστριχτ, το 1992, που «έλυσε» ακόμα περισσότερο τα χέρια του μεγάλου κεφαλαίου.

Ετσι, μια σειρά βιομηχανικές επιχειρήσεις - κυρίως από το χώρο της κλωστοϋφαντουργίας και του ιματισμού - που αποτελούσαν την καρδιά της οικονομικής ζωής της πόλης, έκλειναν η μια μετά την άλλη. Μια μεγάλη μερίδα επιχειρηματιών, αφού «ξεκοκάλισαν» ποικιλώνυμες επιδοτήσεις της EE και κονδύλια του κρατικού προϋπολογισμού - υποτίθεται για να συνεχίσουν να λειτουργούν - στη συνέχεια δήλωναν χρεοκοπία, οδηγώντας στην ανεργία χιλιάδες εργαζόμενους.

Παρ' όλα αυτά, οι απολογητές και οι λογής κράχτες της κυβερνητικής πολιτικής αποπροσανατόλιζαν τους εργαζόμενους λέγοντας πως ...«δεν έγινε και τίποτα! Απλώς το μέλλον της πόλης βρίσκεται στην ανάπτυξη των κλάδων των υπηρεσιών, των μεταφορών και του τουρισμού». Αποτέλεσμα, δέκα χρόνια μετά, η ανεργία να εξακολουθεί να βρίσκεται στα ύψη και η αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων και η κατάργηση των εργατικών δικαιωμάτων έχουν πάρει τη μορφή γενικευμένης επίθεσης.

Η μερική και ανασφάλιστη εργασία οργιάζει

Συγκεκριμένα, ιδιαίτερα στους κλάδους του εμπορίου και του επισιτισμού, όπου το εργατικό δυναμικό αποτελεί κυρίως η νεολαία - μεταξύ αυτών και πολλοί φοιτητές - η μερική απασχόληση έχει πάρει διαστάσεις μόνιμης εργασιακής σχέσης. Η 4ωρη απασχόληση, η οποία ...ξεχειλώνει σε πέντε και έξι ώρες, με την πληρωμή να παραμένει στις τέσσερις ώρες, είναι καθεστώς, ενώ η ανασφάλιστη εργασία οργιάζει.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στους κλάδους του επισιτισμού έχει αρχίσει σιγά σιγά να γίνεται πράξη η περίφημη διευθέτηση του χρόνου εργασίας. Ετσι, υπάρχουν καταστήματα (καφετερίες, μπαρ, κ.ά.) όπου η εργοδοσία πληρώνει τον υπάλληλο όχι από την αρχή της παρουσίας του στη δουλειά αλλά από την ώρα που θα αρχίσουν να μαζεύονται πελάτες στο μαγαζί. Το γεγονός ότι νωρίτερα έχει εργαστεί για να προετοιμάσει το μαγαζί ώστε να είναι σε θέση να υποδεχτεί τον κόσμο δε λαμβάνεται υπόψη.

Στο έλεος των μεγαλεμπόρων

Η μικρομεσαία αγροτιά στην περιοχή εξακολουθεί και στενάζει κάτω από την αντιαγροτική πολιτική της κυβέρνησης και της ΕΕ, με μοναδικούς ωφελημένους τους μεγαλέμπορους και μεγαλοκτηματίες, τους μεσάζοντες και τους συσκευαστές. Το κόστος παραγωγής έχει ανέβει κατακόρυφα σε πρώτες ύλες, φυτοφάρμακα, πετρέλαιο, μηχανικά εξαρτήματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα λιπάσματα η τιμή σε σχέση με πέρσι έχει αυξηθεί από 30% έως 250%!

Τα προβλήματά τους πολλαπλασιάζονται από το γεγονός ότι το περασμένο καλοκαίρι μεγάλες καλλιέργειες σε ελαιόδεντρα και αμπελοειδή καταστράφηκαν από τις πυρκαγιές και το χειμώνα επλήγησαν από τον παγετό. Η καταστροφή της παραγωγής και η αδυναμία καρποφορίας των δέντρων τους έχουν οδηγήσει σε απόγνωση καθώς οι όποιες αποζημιώσεις θα τους δοθούν όχι μόνο δε θα καλύπτουν την πραγματική ζημιά αλλά και θα καθυστερήσουν. Την ίδια στιγμή τα χρέη, κυρίως προς την Αγροτική Τράπεζα, συνεχώς αυξάνονται.

Επιπρόσθετα, οι τιμές στα δύο βασικά αγροτικά προϊόντα της περιοχής, τη σταφίδα και το λάδι, παραμένουν στάσιμες τα τελευταία χρόνια, καθώς καθορίζονται ουσιαστικά από τους μεγαλεμπόρους. Συγκεκριμένα, την τελευταία τριετία η τιμή του ελαιολάδου κυμαίνεται από 2,6 έως 3 ευρώ όταν στο ράφι των καταστημάτων η τιμή ξεπερνά τα 6 ευρώ. Η σταφίδα βρίσκεται σταθερά στα 50 λεπτά περίπου - στα μαγαζιά πωλείται στη 10πλάσια τιμή - εκτός από φέτος που η τιμή της κυμαίνεται στα 75 λεπτά. Και αυτό γιατί η παραγωγή από 12.000 τόνους έπεσε φέτος στους 6.000 τόνους.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ