Σάββατο 30 Δεκέμβρη 2023 - Κυριακή 31 Δεκέμβρη 2023
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 6
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Σε «τεντωμένο σκοινί» το 2024

Associated Press

Σε «περιβάλλον υψηλού πληθωρισμού, χαμηλότερων ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης, υψηλών επιτοκίων και αυξημένης αβεβαιότητας λόγω των διαδοχικών κρίσεων, με αυξημένους γεωπολιτικούς κινδύνους» θα βαδίσει σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας η ελληνική οικονομία τη νέα χρονιά, με τις «ασκήσεις σε τεντωμένο σκοινί» να συνεχίζονται για τα αστικά επιτελεία, οξύνοντας τα αντιλαϊκά αντανακλαστικά για να θωρακιστούν τα κέρδη του κεφαλαίου.

Τα σύννεφα μιας νέας καπιταλιστικής κρίσης πυκνώνουν, με το βασικό πρόβλημα - την υπερσυσσώρευση του κεφαλαίου που δεν βρίσκει κερδοφόρες διεξόδους - όχι μόνο να μην μπορεί να «παρακαμφθεί» από τα γιατροσόφια που επιστρατεύουν τα αστικά επιτελεία, αλλά στην πραγματικότητα να οξύνεται με κάθε παρέμβαση που συσσωρεύει και επιπλέον καύσιμη ύλη, πολλαπλασιάζοντας τον φαύλο κύκλο και τις «διαδοχικές κρίσεις» που καταγράφουν τα αστικά επιτελεία.

Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, ο ρυθμός ανάπτυξης για το 2023 θα αγγίξει το 2,9% και θα εξασθενήσει στο 2,7%, το 2024, σημαντικά χαμηλότερα από τον ιστορικό μέσο όρο (3,8%) της περιόδου 2000-2019.

Το ΔΝΤ εκτιμάει ότι ο ρυθμός αύξησης του παγκόσμιου ΑΕΠ θα επιβραδυνθεί από 3,5% το 2022 σε 3% το 2023 και σε 2,9% το 2024, κι αυτό με σημαντικές αποκλίσεις ανάμεσα στις καπιταλιστικές οικονομίες. Σε ό,τι αφορά τις λεγόμενες προηγμένες οικονομίες, ο ρυθμός αυτός θα είναι ακόμα χαμηλότερος, αφού αναμένεται να επιβραδυνθεί από 2,6% το 2022, σε 1,5% το 2023 και 1,4% το 2024, ενώ για τις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες προβλέπεται οριακή υποχώρηση από 4,1% το 2022 σε 4% το 2023 και το 2024.

Ακόμα χειρότερα είναι τα πράγματα στην Ευρωζώνη, με δεδομένη και την επιβράδυνση της «ατμομηχανής» της, της γερμανικής οικονομίας, που αναμένεται να καταγράψει ύφεση δύο συνεχόμενες χρονιές (0,5% φέτος), γεγονός που έχει να συμβεί από την περίοδο 2002-2003. Ενδεικτική και η πρόσφατη έρευνα του Ινστιτούτου Ifo του Μονάχου, που διαπιστώνει «σημαντική μείωση στα επενδυτικά σχέδια» περίπου 5.000 γερμανικών επιχειρήσεων, ως «αποτέλεσμα του αυξημένου κόστους χρηματοδότησης, της χαμηλής ζήτησης και της αβεβαιότητας της οικονομικής πολιτικής».

Συνολικά στην Ευρωζώνη το ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα αυξηθεί κατά 0,8% το 2024 (πρόβλεψη χαμηλότερη από αυτή του Ιούνη) από 3,4% το 2022 και 0,6% το 2023, ενώ οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για νέα πλήγματα ιδιαίτερα στις επενδύσεις στις κατοικίες και στη μεταποίηση. Γενικότερα αυξάνεται ο κίνδυνος της ύφεσης, με διατήρηση της ακρίβειας, των υψηλών τιμών, μιας κατάστασης που προσεγγίζει τον στασιμοπληθωρισμό.

Φαρμάκι το «φάρμακο»

Την ίδια ώρα άλλωστε όλο και πιο πολύ αποτυπώνονται οι αντιφάσεις της αστικής πολιτικής, με το γιατρικό για το ένα πρόβλημα της καπιταλιστικής οικονομίας να μετατρέπεται σε «φαρμάκι» για το άλλο, με τους λαούς να πληρώνουν τώρα τον «λογαριασμό» για το «άφθονο χρήμα» που επιστρατεύτηκε τα προηγούμενα χρόνια για να θωρακιστεί το κεφάλαιο, μέσα από την εκτόξευση των επιτοκίων και τα υπόλοιπα μέτρα «αποπληθωρισμού», τα οποία την ίδια ώρα επιβραδύνουν παραπέρα την καπιταλιστική ανάπτυξη.

Οπως χαρακτηριστικά σημειώνει η Τράπεζα της Ελλάδας: «Τα δημοσιονομικά περιθώρια αντιμετώπισης των κρίσεων έχουν εξαντληθεί σε πολλές οικονομίες και το δημόσιο χρέος και το αυξημένο κόστος εξυπηρέτησής του καθιστούν αναγκαία την άσκηση περιοριστικής δημοσιονομικής πολιτικής (...). Παράλληλα, σε ένα μακροοικονομικό περιβάλλον όπου ο υποκείμενος πληθωρισμός παραμένει υψηλός, μεγαλύτερες από τις αναμενόμενες αυξήσεις στους ονομαστικούς μισθούς και μικρότερη συμπίεση των περιθωρίων κέρδους των επιχειρήσεων συνεπάγονται πιο επίμονο πληθωρισμό, ισχυρότερη αντίδραση της νομισματικής πολιτικής και χαμηλότερη ανάπτυξη».

Σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΔΝΤ, ο παγκόσμιος πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί αργά τη νέα χρονιά, κατά μία περίπου μονάδα, στο 5,8% από 6,9%, ενώ και ο λεγόμενος «δομικός πληθωρισμός», που εξαιρεί τις τιμές της Ενέργειας και των τροφίμων, προβλέπεται να μειωθεί σταδιακά, αλλά χωρίς να επιστρέφει στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%, πριν από το 2025.

Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον, οι πρώτες σχετικά «αισιόδοξες» προβλέψεις για μια κάποια μείωση των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες όπως η ΕΚΤ, δείχνουν προς τα μέσα του 2024, με τον «επιτοκιακό κύκλο» μέσα σε δυο χρόνια να έχει εκτοξευτεί στην περιοχή του 5%, διατηρώντας το χρήμα ακριβό και επιβραδύνοντας τη λεγόμενη «πιστωτική επέκταση», τον νέο δανεισμό των επιχειρήσεων.

Την ίδια ώρα, το ιδιωτικό και δημόσιο χρέος εκτινάσσεται παραπέρα φτάνοντας (για το 2022) το 330% του ΑΕΠ παγκοσμίως, ενώ ξεχωρίζει η εκτίναξη του δημόσιου χρέους των ΗΠΑ, που ξεπέρασε τα 31,5 τρισ. δολάρια και το 120% του ΑΕΠ, με τους οίκους αξιολόγησης να εκφράζουν ανησυχία για την ικανότητα του κράτους να ανταποκριθεί σε συνθήκες όπου αυξάνονται το κόστος δανεισμού και οι πιέσεις στον τραπεζικό τομέα.

Σε αυτό το φόντο φουντώνουν και οι αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό της ΕΕ, γύρω από τον διαμοιρασμό του κόστους των νέων δανείων που προβλέπει το περιβόητο Ταμείο Ανάκαμψης, αντιπαραθέσεις που αποτυπώθηκαν και στα παζάρια για το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας (βλέπε και σχετικό θέμα), ενώ ο προσωρινός συμβιβασμός γύρω από μια «ευέλικτη» περιοριστική πολιτική κάθε άλλο παρά αναιρεί τα αποκλίνοντα συμφέροντα, συνέπεια της ανισόμετρης ανάπτυξης.

Ακονίζουν μαχαίρια

Ολα αυτά ρίχνουν κι άλλο «λάδι στη φωτιά», με την ΤτΕ να επισημαίνει: «Οι κίνδυνοι για την ανάπτυξη στην παγκόσμια και την ευρωπαϊκή οικονομία παραμένουν σοβαροί. Η όξυνση της γεωπολιτικής αβεβαιότητας στη Μέση Ανατολή και την Ουκρανία, η αυξημένη μεταβλητότητα στις διεθνείς τιμές των εμπορευμάτων και η περαιτέρω κάμψη του διεθνούς εμπορίου θα ενισχύσουν το δίπτυχο χαμηλότερης ανάπτυξης και υψηλού πληθωρισμού...», ενώ ξεχωρίζει και την κάμψη στην αγορά ακινήτων της Κίνας.

Τα ιμπεριαλιστικά κέντρα «ακονίζουν μαχαίρια» και για τη νέα χρονιά. Ο «οικονομικός πόλεμος», πρώτα απ' όλα ανάμεσα σε ΗΠΑ και Κίνα που ανταγωνίζονται για την πρωτοκαθεδρία στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, επεκτείνεται σε όλα τα επίπεδα, από το Εμπόριο και την Ενέργεια μέχρι το προβάδισμα στις τεχνολογίες αιχμής, ιδιαίτερα στην Τεχνητή Νοημοσύνη και στον έλεγχο των σπάνιων γαιών. Ηδη ΗΠΑ, ΕΕ και Ιαπωνία έχουν επιβάλει περιορισμούς στις εξαγωγές τεχνολογίας στην Κίνα που αφορούν τα μικροτσίπ, ενώ η Κίνα έχει περιορίσει τις εξαγωγές στην Ευρώπη βασικών μετάλλων για την «πράσινη μετάβαση» (γάλλιο, γερμάνιο).

Η ψαλίδα της ΕΕ με τις ΗΠΑ και την Κίνα ανοίγει παραπέρα. Ενδεικτική η «δραματική» έκκληση του υπουργού Οικονομικών της Γαλλίας, που στο περιθώριο των πρόσφατων συνεδριάσεων για το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας έλεγε πως «τώρα διακυβεύονται οι τρεις επόμενες δεκαετίες της Γαλλίας και της Ευρώπης», «διαφορετικά η Ευρώπη θα βγει από την κούρσα του 21ου αιώνα, δεν θα μπορεί να ανταγωνιστεί τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Κίνα, την Ινδία και πολλές αναδυόμενες οικονομίες».

Την ίδια ώρα καύσιμη ύλη στους ανταγωνισμούς προσθέτουν και οι πρόσφατες αποφάσεις της ομάδας των BRICS, για παραπέρα διεύρυνσή της (με τις σχετικές διαδικασίες να εκκινούν για Σαουδική Αραβία, Αίγυπτο, Ιράν, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Αργεντινή και Αιθιοπία), όσο και η προσπάθεια να ισχυροποιηθεί η νέα Αναπτυξιακή Τράπεζά τους, ώστε να αποτελέσει μεσοπρόθεσμα αντίβαρο στο ΔΝΤ, όπως και για τον περιορισμό της ισχύος του δολαρίου στο διεθνές εμπόριο και ως διεθνούς αποθεματικού νομίσματος. Οι αντιθέσεις βέβαια - πρώτα απ' όλα ανάμεσα σε Κίνα και Ινδία - επεκτείνονται και στο εσωτερικό της ομάδας.

Συνολικότερα άλλωστε τα αστικά επιτελεία κάνουν λόγο για πιο «κατακερματισμένο» διεθνές εμπόριο, για «αποπαγκοσμιοποίηση», ενώ βάρος δίνεται και στην εξασφάλιση και «συντόμευση» των εφοδιαστικών αλυσίδων, με τη συζήτηση περί «στρατηγικής αυτονομίας». Σύμφωνα με το ΔΝΤ, o όγκος του διεθνούς εμπορίου αγαθών και υπηρεσιών θα αυξηθεί στο 3,5%, κάτω από το 5,1% το 2022, κι ενώ φέτος κατρακύλησε μόλις στο +0,9%.

Αυτά και χωρίς να μπορεί ακόμη να εκτιμηθεί η επίδραση από το ενδεχόμενο μιας παραπέρα κλιμάκωσης στη Μ. Ανατολή, όπου συνεχίζεται η σφαγή του παλαιστινιακού λαού από το Ισραήλ και οι επιπλοκές στην Ερυθρά Θάλασσα στα κόστη και τον χρόνο μεταφοράς προϊόντων, στις τιμές της Ενέργειας αλλά και τα ασφάλιστρα σε εμπορικά πλοία.

Ο ανταγωνισμός οξύνεται σε όλα τα μήκη και πλάτη για την πρόσβαση σε κρίσιμες πλουτοπαραγωγικές πηγές και σπάνια υλικά (π.χ. στο Σαχέλ, Δ. Αφρική), σε πηγές Ενέργειας (π.χ. Ουκρανία, Ανατ. Μεσόγειος, Βενεζουέλα - Γουιάνα), για τους δρόμους μεταφοράς της και εμπορίου, όπως δείχνουν και οι τελευταίες εξελίξεις στην Ερυθρά Θάλασσα κι ενώ στην ευρύτερη περιοχή «διασταυρώνονται» τα ανταγωνιστικά σχέδια ιμπεριαλιστικών κέντρων όπως η «Πρωτοβουλία Μια Ζώνη Ενας Δρόμος» (OBOR), ο Οικονομικός Διάδρομος Ινδίας - Μέσης Ανατολής - Ευρώπης (IMEC), ο Διεθνής Διάδρομος Μεταφορών Βορρά - Νότου (INSTC), o «Μεσαίος Διάδρομος» (TITR) κ.ά.


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ