Το μόνο βέβαιο αποτέλεσμα από τις προχτεσινές «εκλογές» στο Ιράκ είναι η δυνατότητα των ΗΠΑ να αξιοποιήσουν πιο έντονα από δω και πέρα το χαρτί της διαίρεσης του ιρακινού λαού. Από τη μία μεριά αυτοί που είτε ως αχυράνθρωποι των Αμερικανών είτε για δικούς τους πολιτικούς λόγους κατέβηκαν στις εκλογές και από την άλλη αυτοί που απείχαν αρνούμενοι να νομιμοποιήσουν τη διαδικασία. Στο επίπεδο των ψηφοφόρων, αυτή η αποχή μεταφράζεται κοντά στο 42% (σύμφωνα με τα επίσημα και άρα ισχνής αξιοπιστίας στοιχεία). Αν μάλιστα σημειωθεί ότι από αυτό το επισήμως καταγεγραμμένο 42% το μέγιστο μέρος του αποτελείται από Σουνίτες, έχουμε μπροστά μας τον πολιτικό χάρτη που διαμορφώνεται στο μετεκλογικό Ιράκ: Μια ολόκληρη και συμπαγής πληθυσμιακή ομάδα Ιρακινών, στέκεται απέξω και απέναντι στην αμερικανική «λύση», και όχι μόνο αυτό αλλά αποτελεί και την πλειοψηφία, αν από το «εκλογικό σώμα» αφαιρεθούν οι κάτοικοι των κουρδικών περιοχών που συμμετείχαν στις «εκλογές».
*
Ούτως εχόντων των πραγμάτων οι πανηγυρισμοί των Αμερικανοβρετανών για τη «νίκη της δημοκρατίας» στο Ιράκ μετά τις «εκλογές», κρύβουν και κάτι το αληθινό: Την ικανοποίησή τους για την... εκλογική «νομιμοποίηση» ενός διχασμού, που πιθανότατα θα οδηγήσει, με λίγη «βοήθεια» αν είναι απαραίτητο, σε εμφύλιο. Τακτική που έχει ακολουθηθεί συχνά, όπως βεβαιώνει η ιστορία του «διαίρει και βασίλευε», από τις εκάστοτε κατοχικές δυνάμεις.