Οι ελεύθερες και δημοκρατικές χώρες της Δύσης άνοιξαν τις πύλες και τις αγκάλες τους και δέχτηκαν με χαρά τους «αδελφούς» Αλβανούς, που το τυραννικό καθεστώς τούς κρατούσε τόσα χρόνια «μαντρωμένους» πίσω από τα καταθλιπτικά του τείχη.
Πολλοί απ' αυτούς τους «δραπέτες προς την ελευθερία» ήρθαν, όπως είναι γνωστό, στην Ελλάδα, εργάζονται εδώ, κάτω από ιδανικές συνθήκες αμοιβής, ασφάλισης, περίθαλψης και περνούν ζωή χαρισάμενη. Αλλά και οι λίγοι, που δε θέλησαν να εγκαταλείψουν την πατρική τους γη, με την αλλαγή και τον εκδημοκρατισμό του καθεστώτος (και βεβαίως, με την αμέριστη συμπαράσταση, ηθική και υλική, των αδελφών χωρών της Δύσης), σημειώνουν τώρα τεράστια πρόοδο και ζουν, επίσης, ζωή χαρισάμενη.
Απτή και εύγλωττη απόδειξη για τα αποτελέσματα της μεγάλης προόδου που συντελείται σε όλους τους τομείς, στη γειτονική μας Αλβανία, είναι ένα μικρό μονόστηλο (ανταπόκριση από τα Τίρανα, με ημερομηνία 13-2-2000), που πέρασε «στα ψιλά» μιας ελληνικής εφημερίδας: «Η αυτοκτονία αποτελεί για τους Αλβανούς ψυχολόγους το δείγμα της αποκορύφωσης του κοινωνικο-οικονομικού αδιεξόδου στη χώρα. Χτες, δύο νέα άτομα, μια 25χρονη και ένας 29χρονος αποτέλεσαν τις τελευταίες περιπτώσεις εθελοντικού τερματισμού της ζωής.
Οσο για τη ζωή και την «καλοπέραση» όσων προτίμησαν τη «φιλόξενη» αγκαλιά της Ελλάδας, δε χρειάζεται να μας την περιγράψει κάποιος δημοσιογράφος, γιατί τα ζούμε κάθε μέρα από κοντά, αφού μαζί τους και οι Ελληνες εργαζόμενοι, μεροκαματιάρηδες, συνταξιούχοι, άνεργοι, «τσιγαριζόμαστε στο ίδιο τηγάνι». Οι μεγάλοι, στο απελπισμένο κυνήγι του μεροκάματου, χωρίς καμιά προοπτική, «δίχως νερό, δίχως ψωμί, δίχως έν' αστεράκι/ στον πικραμένο ουρανό, το δρόμο να τους δείχνει», όπως λέει και ο ποιητής. Και τα παιδιά τους, τα «παιδιά των φαναριών», τέκνα ενός κατώτερου θεού, με το χεράκι τους απλωμένο, να ξυλιάζουν στα σταυροδρόμια και στις στάσεις των λεωφορείων, ζητιανεύοντας τον οίκτο και τη δραχμή των συνανθρώπων τους.
Νηστικοί και άστεγοι, χωρίς ένα φωτάκι ελπίδας μέσα στο μαύρο «τούνελ» της καπιταλιστικής νύχτας, τι να την κάνουν την περιβόητη «Ελευθερία» που απόκτησαν; Τότε, με το «τυραννικό» καθεστώς του Εμβέρ Χότζα, είχαν τουλάχιστον ένα κομμάτι ψωμί και ένα πιάτο φαΐ, να στομώσουν την πείνα τους, και ένα κεραμίδι να βάλουν αποκάτω το κεφάλι τους. Τώρα έχασαν και τη στέγη τους και το ψωμί τους και τους έμεινε μονάχα η «Ελευθερία». Και η ελευθερία, δυστυχώς, «σκέτη και ανάλατη», δεν τρώγεται...