Σάββατο 9 Αυγούστου 2025 - Κυριακή 10 Αυγούστου 2025
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 31
ΔΙΕΘΝΗ
ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Περικοπές σε Υγεία και Κοινωνική Ασφάλιση για χάρη του επανεξοπλισμού

«Ποταμό» χρημάτων και φοροελαφρύνσεων στο κεφάλαιο προβλέπει ο προϋπολογισμός 2026, αύξηση των στρατιωτικών δαπανών κατά 32% στο πλαίσιο της πολεμικής οικονομίας

Bundeswehr/Marco Dorow

Πορεία πολέμου χαράσσει η Γερμανία, και ο δρόμος είναι στρωμένος με θυσίες και κινδύνους για τον γερμανικό λαό. Το προσχέδιο του προϋπολογισμού της ισχυρότερης καπιταλιστικής οικονομίας της Ευρώπης δίνει το «σήμα» για το πώς θα προχωρήσει ο εξοπλιστικός «μαραθώνιος» σε όλη την ήπειρο. Οπως και στη Γαλλία, η γερμανική κυβέρνηση του «μεγάλου συνασπισμού» ξεκαθαρίζει ότι για να χρηματοδοτηθεί η πολεμική προετοιμασία θα γίνουν νέες περικοπές στην Υγεία και στο σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης, ενώ ακόμα μεγαλύτερο μέρος του παραγόμενου πλούτου θα δαπανηθεί για την ενίσχυση των επιχειρηματικών ομίλων.

Υπενθυμίζεται ότι τον περασμένο Μάρτη η γερμανική Βουλή ενέκρινε τη συνταγματική αναθεώρηση του «φρένου χρέους» προκειμένου να χρηματοδοτηθεί η πολεμική προετοιμασία, που υπολογίζεται να κοστίσει 1 τρισ. ευρώ (500 δισ. για εκσυγχρονισμό των Ενόπλων Δυνάμεων και 500 δισ. για σχετικές υποδομές και τεχνολογίες).

Εξάλλου, το Βερολίνο συντάσσεται με τον στόχο του ΝΑΤΟ για συνολικές στρατιωτικές δαπάνες στο 5% του ΑΕΠ μέσα στην επόμενη δεκαετία και έχει δεσμευτεί για αύξηση στο 3,5% του ΑΕΠ το 2029. Με διακηρυγμένο στόχο η Γερμανία να συγκροτήσει τις ισχυρότερες Ενοπλες Δυνάμεις στην Ευρώπη, προβλέπεται οι ετήσιες στρατιωτικές δαπάνες να εκτοξευτούν στα 162 δισ. ευρώ, σηματοδοτώντας αύξηση 70% έως το 2029 σε σχέση με το φέτος!

Τώρα αυτό το σχέδιο αρχίζει να παίρνει μορφή και να εξειδικεύεται με περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες και πακτωλό χρημάτων, ελαφρύνσεων και κινήτρων στην πολεμική βιομηχανία και άλλους επιχειρηματικούς ομίλους.

Περικοπές στην Υγεία και μείωση φόρου για επιχειρηματικούς ομίλους

Ο Γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς ανακοίνωσε τον Ιούλη ένα διπλό πακέτο μεταρρυθμίσεων με το οποίο επιδιώκει να «τρέξει» επενδυτικό πακέτο - μαμούθ στην Aμυνα και στις υποδομές, ύψους 318 δισ. ευρώ, την επόμενη τετραετία.

Eιδικότερα, ο Μερτς μιλώντας στο ομοσπονδιακό συμβούλιο, όπου εκπροσωπούνται οι κυβερνήσεις των κρατιδίων (Bundesrat), συνέδεσε τη χρηματοδότηση του επανεξοπλισμού της Γερμανίας και τις επενδύσεις σε υποδομές με δύο βασικές παρεμβάσεις:

Το πρώτο σκέλος αφορά περικοπές στις δαπάνες Υγείας και παρεμβάσεις που ενισχύουν την εμπορευματοποίηση των υπηρεσιών ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, με στόχο την «εξοικονόμηση» δημόσιων δαπανών.

Το δεύτερο σκέλος προβλέπει μείωση φόρων για τους επιχειρηματικούς ομίλους, με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της γερμανικής οικονομίας και την προσέλκυση επενδύσεων.

Να σημειωθεί, ότι αυτό είναι πρόσθετο στον πακτωλό κρατικού χρήματος που έχει ήδη δρομολογήσει η γερμανική κυβέρνηση και προέβλεπαν τα προεκλογικά προγράμματα τόσο των Χριστιανοδημοκρατών / Χριστιανοκοινωνιστών (CDU/CSU) όσο και των Σοσιαλδημοκρατών (SPD). Για παράδειγμα, πρόκειται να αυξηθούν οι επιχειρήσεις που θα επιδοτούνται για ηλεκτρική ενέργεια, από 350 σε 2.200. Θα χρηματοδοτείται από το κράτος έως και το 50% των λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος σε διάστημα τριών ετών, και θα κοστίσει στο κράτος περίπου 4 δισ. ευρώ.

«Το νέο σχέδιο προϋπολογισμού προβλέπει σημαντική αύξηση των επενδύσεων σε υποδομές και στην άμυνά μας», είπε ο Μερτς από το βήμα του Bundesrat. Και συμπλήρωσε:

«Ο προβλεπόμενος όγκος όλων των επενδυτικών δαπανών φέτος ανέρχεται σε περίπου 116 δισ. ευρώ, δηλαδή ήδη 40 δισ. ευρώ περισσότερα απ' ό,τι πέρυσι. Τα επόμενα 4 χρόνια θα επενδύσουμε επίσης άλλα 200 δισ. στην Αμυνα, και 1,4 δισ. είναι διαθέσιμα στο δεύτερο κυβερνητικό σχέδιο για το 2025 μόνο για την πολιτική προστασία».

Πώς θα πληρωθούν αυτές οι «επενδύσεις»;

«Αποτελεί υποχρέωση για όλους μας να προχωρήσουμε στο μεγάλο έργο της μεταρρύθμισης των συστημάτων Κοινωνικής Ασφάλισης», ξεκαθάρισε ο Γερμανός καγκελάριος. Η κρατική επιτροπή για τις περικοπές στην περίθαλψη έχει ήδη ξεκινήσει το «έργο» της.

Ταυτόχρονα «πρέπει να καταστήσουμε ξανά τη Γερμανία πιο ελκυστική για ιδιωτικές επενδύσεις το συντομότερο δυνατόν. Γι' αυτό εγκαινιάζουμε το πρόγραμμα άμεσων επενδύσεων, την πρώτη μεγάλη μεταρρύθμιση της φορολογίας των επιχειρήσεων στη Γερμανία εδώ και πάνω από 15 χρόνια».

Επενδυτικό Ταμείο για Αμυνα, Ενέργεια και πρώτες ύλες

Σε αυτήν την κατεύθυνση η Γερμανία ετοιμάζει και ένα επενδυτικό ταμείο - Deutschlandfonds ή Ταμείο Γερμανίας - ύψους 100 δισ. ευρώ, ώστε να προσελκύσει επενδυτές από τη Γερμανία και την Ευρώπη σε στρατηγικούς τομείς όπως Αμυνα, Ενέργεια και κρίσιμες πρώτες ύλες (σπάνιες γαίες κ.ά.).

Το ταμείο θα υποστηριχθεί αρχικά με τουλάχιστον 10 δισ. ευρώ από κρατικό χρήμα, με στόχο την κινητοποίηση έως και δέκα φορές περισσότερου ιδιωτικού κεφαλαίου, σύμφωνα με δήλωση του υπουργείου Οικονομίας στο «Bloomberg».

«Το Ταμείο Γερμανίας θα χρησιμοποιηθεί για επενδύσεις στην ανάπτυξη, στην καινοτομία και στην ανταγωνιστικότητα, σε συνεργασία με ιδιωτικούς επενδυτές από τη Γερμανία και την Ευρώπη», ανέφερε το υπουργείο.

Το νέο ταμείο αντανακλά επίσης τον εντεινόμενο γεωπολιτικό ανταγωνισμό, καθώς η γερμανική κυβέρνηση επιδιώκει να ενισχύσει την «αυτονομία» της σε βασικές αλυσίδες εφοδιασμού, μειώνοντας την εξάρτησή της από τη Ρωσία, τις ΗΠΑ και την Κίνα.

Η ενεργειακή υποδομή μπαίνει στο επίκεντρο της «στρατηγικής αυτονομίας». Η Γερμανία κατέχει μερίδια στους διαχειριστές δικτύων «50Hertz» και «TransnetBW», και εξετάζει το ενδεχόμενο αγοράς των γερμανικών περιουσιακών στοιχείων της ολλανδικής εταιρείας ηλεκτρικής ενέργειας «TenneT» και τμημάτων της «Amprion», με έδρα το Ντόρτμουντ. Ο στόχος είναι η εδραίωση του κρατικού ελέγχου επί των δικτύων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

Παρόμοια σχέδια συζητούνται στον τομέα της αμυντικής βιομηχανίας και θα μπορούσαν επίσης να ενταχθούν στο νέο ταμείο. Το Βερολίνο διαπραγματεύεται την απόκτηση μειοψηφικού μεριδίου στη γαλλογερμανική εταιρεία κατασκευής όπλων KNDS, και έχει πραγματοποιήσει συνομιλίες για την απόκτηση μεριδίου στην υποβρύχια διεύθυνση της «ThyssenKrupp». Μικρότερες αρχικές επενδύσεις σε εγχώριες νεοσύστατες εταιρείες στον τομέα της Αμυνας πρόκειται επίσης να ενταχθούν στο χαρτοφυλάκιο του Ταμείου.

Μακροχρόνιες συμβάσεις με την πολεμική βιομηχανία

Τη διαβεβαίωση ότι η συγκυβέρνηση δεν θα κάνει τσιγκουνιές στις στρατιωτικές δαπάνες έδωσε στη γερμανική πολεμική βιομηχανία ο Σοσιαλδημοκράτης υπουργός Αμυνας Μπόρις Πιστόριους σε συνέντευξή του στους «Financial Times». Κάλεσε τους βιομηχάνους να πάψουν να γκρινιάζουν ότι η κυβέρνηση δεν είναι γενναιόδωρη μαζί τους, και να αρχίσουν να ανταποκρίνονται στην αυξημένη ζήτηση που θα υπάρξει τα επόμενα χρόνια.

Η γερμανική κυβέρνηση σχεδιάζει να υπογράψει μακροχρόνιες συμβάσεις με τις πολεμικές βιομηχανίες της χώρας, που θα περιλαμβάνουν ρήτρα υποχρεωτικών ετήσιων αγορών. Πρόκειται ουσιαστικά για μια μορφή έμμεσης χρηματοδότησης, καθώς οι επιχειρηματικοί όμιλοι αρνούνται να επενδύσουν σε ακριβές νέες γραμμές παραγωγής χωρίς να έχουν εξασφαλίσει τις μελλοντικές παραγγελίες. Βάσει του σχεδίου, η κυβέρνηση θα χορηγήσει προκαταβολές στις βιομηχανίες όπλων, προκειμένου να τις βοηθήσει ...«να κερδίσουν δυναμική».

Ο Πιστόριους δήλωσε ότι το υπουργείο του επεξεργάζεται ένα σχέδιο προμηθειών για στρατιωτικό εξοπλισμό, συμπεριλαμβανομένων αρμάτων μάχης, υποβρυχίων, μαχητικών και drones, μέχρι τη δεκαετία του 2030.

Πρόσφατα οι Ενοπλες Δυνάμεις της Γερμανίας παρήγγειλαν από τη «Rheinmetall» περίπου 1.400 στρατιωτικά οχήματα logistics, αξίας 770 εκατ. ευρώ, που θα παραδοθούν πριν το τέλος του 2025.

Η «Rheinmetall» υπήρξε ένας από τους βασικούς επιχειρηματικούς ομίλους που ωφελήθηκαν από τη στροφή της Ευρώπης στην πολεμική οικονομία, με την αξία των μετοχών της να αυξάνεται πάνω από 190% από την αρχή του έτους.

Δύσκολοι καιροί

Με όλον αυτόν τον «ποταμό» χρήματος που θα δοθεί στο κεφάλαιο, δεν προκαλεί καμία εντύπωση ότι υπάρχει ένα «έλλειμμα» 172 δισ. ευρώ στα κρατικά ταμεία, το οποίο θα πληρώσει και πάλι ο λαός.

Την προηγούμενη βδομάδα, παρουσιάζοντας τον προϋπολογισμό του επόμενου έτους, ο Σοσιαλδημοκράτης υπουργός Οικονομικών Λαρς Κλίνγκμπαϊλ προανήγγειλε «δύσκολους καιρούς» και δήλωσε ότι το Βερολίνο πρέπει να κλείσει ένα κενό στον προϋπολογισμό ύψους 172 δισ. ευρώ μέχρι το 2029. Καθώς ο «μεγάλος συνασπισμός» συμφώνησε να μην αυξήσει τους φόρους, αυτό πιθανότατα θα απαιτήσει βαθιές περικοπές σε όλα τα υπουργεία και μεταρρυθμίσεις στο σύστημα Κοινωνικής Πρόνοιας, πρόσθεσε.

Ηδη ο προϋπολογισμός για το 2026 δημιουργεί νέο χρέος, παρότι προβλέπει περικοπές σε μια σειρά υπουργεία, με εξαίρεση το υπουργείο Αμυνας, του οποίου οι δαπάνες αυξάνονται κατά 32,4%. Ο υπουργός προσπάθησε να δικαιολογήσει το νέο χρέος με τη φράση «επενδύουμε τώρα στο μέλλον».

«Δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο», συνέχισε. Μόνο ο προϋπολογισμός του 2027 θα πρέπει να καλύψει ένα κενό 30 δισ. ευρώ, «μία από τις μεγαλύτερες εσωτερικές προκλήσεις που πρέπει να ξεπεράσουμε τους επόμενους 12 μήνες».

Συζητιέται η σύνταξη στα 70!

Ενόψει των «κοινωνικών μεταρρυθμίσεων» που έχει προαναγγείλει ο Μερτς για το φθινόπωρο, έχει ανοίξει και η συζήτηση για αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης στα 70.

«Οι Γερμανοί θα πρέπει να εργάζονται περισσότερο - εν ανάγκη μέχρι τα 70», είπε η υπουργός Οικονομίας Κατερίνα Ράιχε σε συνέντευξή της (FAZ), προσθέτοντας ότι «σε βάθος χρόνου δεν θα βγει σε καλό αν οι Γερμανοί περνάμε το 1/3 της ενήλικης ζωής μας στη σύνταξη».

Να σημειωθεί ότι το 2029 θα ολοκληρωθεί στη Γερμανία η μετάβαση στη συνταξιοδότηση στα 67, ενώ οι δύο κυβερνητικοί εταίροι, CDU/CSU και SPD, έχουν καταλήξει σε συμφωνία που προωθεί στην πράξη τη δουλειά μέχρι τον τάφο. Κάνουν λόγο για «ευέλικτες μορφές» στο πέρασμα στη συνταξιοδότηση και για μοντέλο της «ενεργητικής σύνταξης», δηλαδή συντάξεις πείνας, που θα ωθούν όσους έχουν φτάσει στη νόμιμη ηλικία συνταξιοδότησης να συνεχίσουν να εργάζονται ...εθελοντικά για «πρόσθετο εισόδημα».

Απρόθυμοι να πολεμήσουν

Ενώ στη Γερμανία βρίσκεται σε εξέλιξη η συζήτηση για υποχρεωτική στράτευση, ενδιαφέρον παρουσιάζει πρόσφατη δημοσκόπηση για λογαριασμό του δικτύου RND:

1 στους 4 φοβάται ότι η Γερμανία μπορεί να δεχτεί επίθεση την επόμενη πενταετία, το 59% όμως δεν θα ήταν πρόθυμο να πολεμήσει.

Μόλις το 16% των ερωτηθέντων σε ηλικία στράτευσης θα έπαιρνε τα όπλα για τη Γερμανία χωρίς δισταγμό, ενώ το 22% «πιθανώς» θα το έκανε.


Ε. Μ.


Κορυφή σελίδας
Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τη συμπλήρωση 80 χρόνων από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ