«Η διαχωριστική γραμμή επανέρχεται εκεί που πάντοτε ήταν. Πρόοδος - συντήρηση, δεξιά - αριστερά. Υπεράσπιση των κοινωνικών δυνάμεων, υπεράσπιση των συμφερόντων της εργατικής τάξης, του εργαζόμενου λαού, υπεράσπιση των συμφερόντων των ολίγων. Ξαναέρχεται η διαχωριστική γραμμή στο πολιτικό της και ταξικό της πρόσημο (...) Κι αυτό μας δίνει από τώρα το περιθώριο να σχεδιάσουμε την επόμενη μέρα. Το ρόλο του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα, παράταξη που εκφράζει παραδοσιακά την αριστερά αλλά και εκπροσωπεί αυτό που ονομάζουμε το στρώμα των "από κάτω", των κατώτερων τάξεων και της μεσαίας τάξης (...) Να σχεδιάσουμε μαζί τη μεταμνημονιακή Ελλάδα».
Το απόσπασμα είναι απ' την ομιλία του πρωθυπουργού και προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, Αλ. Τσίπρα, στην Κεντρική Επιτροπή του κόμματός του το περασμένο Σάββατο. Χτες, επιβεβαιώνοντας ότι η «γραμμή» αυτή παγιώνεται στον προπαγανδιστικό λόγο τους, ο γραμματέας της ΚΕ, Π. Ρήγας, δήλωσε («Πρώτο Πρόγραμμα»): «Κανείς μας δεν έχει σκοπό να εγκρίνει μια συμφωνία που δεν θα δίνει διέξοδο, δεν θα συνδράμει στην προσπάθεια της ελληνικής κοινωνίας και δεν θα ανοίγει το δρόμο για την επόμενη ημέρα της Ελλάδας εκτός μνημονίων και εκτός επιτροπείας. Το μήνυμα αυτό είναι σαφές και εκφράζει την Κεντρική Επιτροπή στο σύνολό της (...) Το διακύβευμα είναι αν κανείς θα ταχθεί με όσους επιδιώκουν την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους, την εφαρμογή των εργασιακών δικαιωμάτων, την ενδυνάμωση της δημοκρατίας, την πάταξη της διαπλοκής και του παρασιτικού καπιταλισμού ή αν θα πάει στην αντίπερα όχθη με τους πρεσβευτές της σκληρής λιτότητας. Σε αυτό το δίλημμα θα κληθεί να πάρει θέση η κοινωνία αλλά και όλα τα πολιτικά υποκείμενα».
Η απόπειρα κυβέρνησης και κόμματος να χαράξουν εκ νέου κίβδηλες διαχωριστικές γραμμές και να θέσουν στο λαό παλιά γνωστά κάλπικα διλήμματα δεν είναι προφανώς άσχετη απ' την επιδίωξή τους να χειραγωγήσουν και ενσωματώσουν λαϊκές δυνάμεις στα άμεσα και μακροπρόθεσμα προτάγματα της αστικής τάξης. Πόσο μάλλον που μπροστά βρίσκεται νέο «κύμα» αντιλαϊκών μέτρων που θα «σκάσει» με το κλείσιμο της δεύτερης «αξιολόγησης».
Φαίνεται όμως ότι η άσκηση της αστικής διαχείρισης τους όπλισε με περίσσιο θράσος για να ισχυρίζονται, δύο χρόνια μετά, δύο χρόνια άνευ προηγουμένου λεηλασίας του ισχνού λαϊκού εισοδήματος, καρατόμησης ασφαλιστικών, συνταξιοδοτικών, εργασιακών δικαιωμάτων, καταβύθισης του επιπέδου ζωής των εργατικών - λαϊκών νοικοκυριών, ότι είναι οι εκπρόσωποι των συμφερόντων τους, οι θεματοφύλακες των ιερών και όσιων των «από κάτω»! Να μιλούν για «κοινωνικό κράτος», όταν Υγεία, Παιδεία, Πρόνοια αγκομαχούν και συνθλίβονται. Οτι υπερασπίζονται τα εργασιακά δικαιώματα, όταν αυτά έχουν τεθεί στην προκρούστεια κλίνη και της δεύτερης «αξιολόγησης», όπως επιτάσσει το συμφέρον του κεφαλαίου.
Οτι είναι η «πρόοδος» κόντρα στη «συντήρηση», όταν συνέχισαν το αντιλαϊκό έργο των προηγούμενων, δίχως να αναιρέσουν ούτε μισό μέτρο, όπως ακριβώς υπαγόρευε ο κοινός τους στόχος για ανάκαμψη της καπιταλιστικής κερδοφορίας, για ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου και αναβάθμιση του ρόλου του στα τεκταινόμενα στην ευρύτερη περιοχή.
Η διαχωριστική γραμμή, για την οποία μίλησε ο Αλ. Τσίπρας, δεν μετακινήθηκε ποτέ ούτε έχασε ποτέ το ταξικό της πρόσημο, γιατί ποτέ δεν έπαψε να διαχωρίζει τους «από κάτω» απ' τους «από πάνω», την εργατική τάξη απ' το κεφάλαιο, το λαό απ' τα μονοπώλια και την εξουσία τους. Η ακαμψία της είναι ευθέως ανάλογη της ευλυγισίας του πολιτικού προσωπικού του κεφαλαίου, που, όπως η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, ντύνει με εθνικό «μανδύα» τα συμφέροντα των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων και εμφανίζει στην ίδια πλευρά τους εργαζόμενους και την «υγιή επιχειρηματικότητα», κόντρα τάχα στον ...παρασιτικό καπιταλισμό και στους πρεσβευτές της λιτότητας.
Στη «μεταμνημονιακή Ελλάδα», ο λαός θα συνεχίσει να στενάζει από τις συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης και από τα μέτρα για την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία του κεφαλαίου, που είναι βαρέλι δίχως πάτο. Το «πρότυπο» του αντιλαϊκού «ευρωπαϊκού κεκτημένου», που η κυβέρνηση προβάλλει για να σκιαγραφήσει την προοπτική που υπόσχεται, είναι από μόνο του αποκαλυπτικό και επιβεβαιώνει ότι η φτώχεια και η ανέχεια θα είναι μόνιμοι συνοδοιπόροι του λαού στο πλαίσιο του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης.
Επομένως, το διακύβευμα για το λαό είναι αν θα συνταχθεί με τα κελεύσματα υποταγής στους αντιλαϊκούς σχεδιασμούς του κεφαλαίου ή θα απορρίψει την κάλπικη διαχωριστική γραμμή που του πασάρει η κυβέρνηση, οργανώνοντας την πάλη του για ανάκτηση των απωλειών, κατάργηση των αντεργατικών νόμων, διεκδικήσεις στο ύψος των σύγχρονων λαϊκών αναγκών. Βάζοντας στο στόχαστρο τους «από πάνω», παλεύοντας για να ανοίξει ρήγματα στον αρνητικό συσχετισμό και συγκεντρώνοντας δυνάμεις για την ανατροπή του.