Δεν είναι τυχαίο ότι γύρω από την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, μέρος της οποίας αποτελεί και η διαχείριση των λεγόμενων «κόκκινων» δανείων, παίζονται αυτό το διάστημα χοντρά παιχνίδια, με παρεμβάσεις από διάφορα κέντρα. Για παράδειγμα, δεν περνάει απαρατήρητη μια αρθρογραφία στον Τύπο που «ενθαρρύνει» την κυβέρνηση και τους μεγαλομετόχους των τραπεζών να διαχειριστούν τα «κόκκινα» δάνεια με τέτοιο τρόπο που θα βοηθάει το ξεκαθάρισμα ανάμεσα στις «υγιείς» και τις μη βιώσιμες επιχειρήσεις σε έναν κλάδο, ώστε οι πρώτες να παίξουν με καλύτερους όρους στο τερέν του εγχώριου και διεθνούς ανταγωνισμού. Αντίστροφα, ο ΣΕΤΕ ζητούσε τις προάλλες από την κυβέρνηση να προσέξει την ανακεφαλαιοποίηση επειδή υπάρχει ο κίνδυνος μεγάλες τουριστικές επιχειρήσεις με «άνοιγμα» στις τράπεζες, είτε να κλείσουν, είτε η διαχείρισή τους να περάσει σε ξένα «funds», διασυνδεδεμένα με ανταγωνιστικούς τουριστικούς κολοσσούς του εξωτερικού. Οι ανταγωνισμοί, δηλαδή, είναι μεγάλοι ανάμεσα σε επιχειρήσεις του ίδιου κλάδου, αλλά και ανάμεσα σε διαφορετικούς κλάδους, που επιδιώκουν να πάρουν τη μερίδα του λέοντος από το ξαναμοίρασμα της πίτας στο πλαίσιο της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Μάλιστα, το μοίρασμα αυτό δεν αφορά μόνο τα μερίδια της αγοράς που θα απελευθερωθούν από τον «ξαφνικό θάνατο» ορισμένων μεγάλων υπερχρεωμένων ομίλων, αλλά και τα νέα δάνεια που θα δίνουν οι ανακεφαλαιοποιημένες πλέον τράπεζες. Αυτό είναι το ζουμί της υπόθεσης και όχι βέβαια η προπαγάνδα της κυβέρνησης ότι με την ανακεφαλαιοποίηση προτεραιότητά της είναι να σώσει τις λαϊκές αποταμιεύσεις...