Σάββατο 6 Γενάρη 2001 - Κυριακή 7 Γενάρη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 16
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
«Δεν καταλαβαίνουμε ότι είναι γιορτές!»

Μια βόλτα αν κάνει κάποιος στα μαγαζιά τις μέρες των γιορτών, διαπιστώνει ότι για τους εμποροϋπαλλήλους την ώρα που σχολάνε δεν είναι καθόλου μέρες γιορτών, αφού τα πρόσωπα και... τα πόδια τους μαρτυρούν πολλά.

Από τις 9 το πρωί - το αργότερο - μέχρι τις 8 το βράδυ - τυπικά, αφού στις περισσότερες περιπτώσεις τα μαγαζιά μένουν ανοιχτά μέχρι τις 9 το βράδυ - είναι όρθιοι, έτοιμοι να εξυπηρετήσουν τους πελάτες στο κάθε κατάστημα. Πολλοί από αυτούς δουλεύουν μόνο αυτή την περίοδο αφού είναι «εποχικοί» και κατά συνέπεια δεν έχουν ούτε ασφάλιση, ούτε ένσημα, ούτε το δικαίωμα να ζητήσουν υπερωρίες. Οι παλιότεροι, μπορεί να έχουν τα παραπάνω, έχουν όμως και το φόβο ότι τα χρόνια περνάνε και μπορεί κάποια μέρα ξαφνικά να πεταχτούν από το κάθε αφεντικό στο δρόμο επειδή απλώς μεγάλωσαν...

Ο «Ρ» και φέτος έκανε μια βόλτα στα μαγαζιά, όχι όμως για να δει τις βιτρίνες, αλλά για να δει και να μιλήσει με αυτούς που δουλεύουν πίσω από αυτές... Ο λόγος λοιπόν είναι δικός τους...

Η Χαρούλα Μιχελή είναι πωλήτρια σε μαγαζί με ανδρικά. Δουλεύει 12 χρόνια στο χώρο του εμπορίου και είναι παντρεμένη με ένα παιδί τεσσάρων ετών. Μόνο εκείνη ξέρει πόσο εορταστικό είναι το ωράριο, αφού δεν προλαβαίνει καλά καλά να δει το παιδί της. Ειδικά φέτος που τα μαγαζιά ήταν δύο Κυριακές ανοιχτά, ήταν ακόμα χειρότερα. «Για εμάς τις εργαζόμενες μητέρες είναι πολύ δύσκολα, αφού δεν μπορούμε να χαρούμε ούτε τις γιορτές ούτε το παιδί μας, ούτε το σπίτι μας», μας λέει και συνεχίζει: «Το ωράριο είναι πολύ σκληρό και δεν προλαβαίνουμε να κάνουμε τίποτα. Οσο για τις γιορτές, δεν τις καταλαβαίνουμε καθόλου, αφού μέχρι και τις παραμονές είμαστε μέχρι αργά στο μαγαζί ενώ μετά τρέχουμε να προλάβουμε κανένα μαγαζί μήπως και ψωνίσουμε κάτι». Οταν τη ρωτάμε αν βλέπει το παιδί της και τι λέει εκείνο, χαμογελάει και κουνά το κεφάλι και λέει: «Ασε καλύτερα, του λείπουμε πολύ και συνεχώς ρωτάει: Πάλι στη δουλιά θα πάτε;».

Ενα παιδί έχει και η Ζωή που δουλεύει σε κατάστημα υποδημάτων, το οποίο όπως μας λέει δεν το βλέπει καθόλου. «Για μας οι γιορτές είναι... τίποτα», σημειώνει και σίγουρα κανείς δεν μπορεί να τη χαρακτηρίσει για κυνισμό, αφού «άμα δουλεύεις σαν τρελός, δεν καταλαβαίνεις ούτε γιορτές ούτε τίποτα. Το μόνο που θες είναι να ξεκουραστείς και να κάτσεις στο σπίτι σου».

Παρόμοια είναι η κατάσταση και για τη Βάσω που δουλεύει 17 χρόνια σε μαγαζί υποδημάτων και όπως είπε, το εορταστικό ωράριο είναι: «... μαύρο χάλι και αδιόρθωτο. Αν ρωτήσεις το 95% των γυναικών εμποροϋπαλλήλων το ίδιο πράγμα θα σου πουν». Οταν τη ρωτάμε «γιατί», μας απαντά: «Τρεις βδομάδες δουλεύουμε από το πρωί ως το βράδυ και δε νιώθουμε ούτε γιορτές, ούτε Χριστούγεννα. Εγώ καταλαβαίνω ότι είναι γιορτές κάθε βράδυ που φεύγω και πάω σπίτι και περνάω από το Σύνταγμα! Βλέπω τους ανθρώπους με ψώνια, με δώρα και τότε καταλαβαίνω ότι ήρθαν οι γιορτές. Είμαι τυχερή που δεν έχω παιδιά, γιατί αν είχα σίγουρα θα το είχα σκοτώσει μετά από τόση κούραση να μου ζήταγε να πάμε βόλτα».

Οσον αφορά τα χρήματα και τα παραπάνω που μπορεί να παίρνουν με τις υπερωρίες, η Βάσω μας λέει: «Με την κούραση που τραβάμε ακόμα και τα ελάχιστα που παίρνουμε παραπάνω δε μετράνε».

Αυτή είναι η κατάσταση που αντιμετωπίζουν εμποροϋπάλληλοι οι οποίοι είναι λίγο μεγαλύτεροι στην ηλικία και παλιοί στο επάγγελμα. Οι νέοι είναι κατά πολύ χειρότερα και αυτό φαίνεται από τα λεγόμενά τους.

Η Εύη είναι υπάλληλος σε γνωστό πολυκατάστημα. Δουλεύει εδώ και δύο χρόνια, αλλά χρειάστηκε ένας χρόνος με τρίμηνες συμβάσεις, με τετράωρα πρωί και απόγευμα για να υπογράψει τελικά σύμβαση αορίστου χρόνου. Τώρα όπως μας λέει: «Οχι ότι ησύχασα, αλλά δεν τρέμει η ψυχή μου κάθε τρίμηνο αν θα μου ανανεώσουν τη σύμβαση». Οσον αφορά τις γιορτές, η Εύη είπε: «Οι γιορτές είναι για τους καταναλωτές. Εμείς είμαστε απαραίτητοι για να εξυπηρετούμε τους πελάτες. Ούτε γιορτές δεν έχει για μας, ούτε τίποτα. Για την ακρίβεια, εμείς γιορτάζουμε μετά τα Χριστούγεννα, που μπορούμε να ξεκουραστούμε λιγάκι...».

Σε σούπερ μάρκετ δουλεύει η Μαρία. Το πρωί ξεκίνησε με σφουγγάρισμα, συνέχισε με το φόρτωμα στα ράφια, μετά πήγε στο ταμείο και εμείς την «πετύχαμε» ξανά στα ράφια. Η Μαρία είναι δύο χρόνια στο μαγαζί αλλά η τακτική του μαγαζιού είναι ίδια από την αρχή όπως μας λέει: «Οποιος δεν έχει δουλιά πρέπει να βρίσκει και άμα δε βρίσκει του βρίσκουνε με το ζόρι». Στην ερώτηση πώς περνάνε οι γιορτές στο μαγαζί, η Μαρία ξεσπά σε γέλια και λέει ειρωνικά: «Πολύ ωραία!» για να συνεχίσει: «Σπίτι μου μπορεί να μην έχω προλάβει να στολίσω δέντρο, αλλά εδώ έχω τρελαθεί να στολίζω». Αναφορικά με την κούραση, η Μαρία τονίζει: «Οταν τελειώνει η δουλιά δε νιώθουμε ούτε τα πόδια, ούτε τα χέρια μας. Το μόνο που θέλουμε είναι ένα κρεβάτι και να κοιμηθούμε για μια βδομάδα για να φύγει η κούραση των τελευταίων ημερών».

Η Χαρά δουλεύει σε μεγάλο κατάστημα ρούχων, στο κέντρο. Δεν έχει ούτε ασφάλιση, ούτε ένσημα τις κολλάνε, ούτε «Δώρο» παίρνει, αφού την έχουν προσλάβει μόνο για τις γιορτές. Ενα χρόνο ψάχνει για δουλιά και όμως ακόμα δεν μπορεί να βρει. Δουλεύει τρεις μήνες εδώ, δύο μήνες εκεί και τίποτα. Φέτος είναι η δεύτερη χρονιά σε ένα μαγαζί και ελπίζει μήπως και την προσλάβουν μόνιμα. Για τις γιορτές όπως μας λέει: «Εγώ και κάτι άλλες κοπέλες όπως εγώ, κάνουμε ό,τι μπορούμε μήπως και μας προσλάβουν μόνιμα. Αν σου πούνε μείνε μια ώρα ακόμα θα μείνεις. Δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς και ας είναι παραμονή Χριστουγέννων...».

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
Παιδιά για όλες τις δουλιές...(2005-07-24 00:00:00.0)
Εξαντλητικά ωράρια(2005-06-19 00:00:00.0)
«Πάγωσε» και η αγορά(2003-05-24 00:00:00.0)
Μια ζωή «από κάτω»...(2002-12-22 00:00:00.0)
"Τι γιορτή, τι καθημερινή..."(1997-12-28 00:00:00.0)
Μοναδική ευχή τους ...να πουλήσουν τα λαχεία(1996-12-25 00:00:00.0)

Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ