Σε εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες μέσα στον τεράστιο λάκκο με όξινο νερό ενός παλιού ανοιχτού ορυχείου, διάφορα είδη μικροοργανισμών κατάφεραν να επιβιώσουν, να προσαρμοστούν και να αναπτυχθούν
Οταν σταμάτησε το 1982 η εξόρυξη σ' αυτό το ορυχείο της Μοντάνα των ΗΠΑ, τα υπόγεια νερά άρχισαν να γεμίζουν το λάκκο βάθους 400 μέτρων, δημιουργώντας μια όξινη και δηλητηριώδη λίμνη, γνωστή σαν λίμνη Μπέρκλεϊ |
Την ίδια χρονιά, ένας χημικός που εξέταζε τη χημική σύνθεση του νερού της λίμνης ανέσυρε απ' αυτή ένα σχοινί καλυμμένο με πράσινη γλίτσα. Ο βιολόγος Γκραντ Μίτμαν, του κοντινού ινστιτούτου μεταλλειολογίας της Μοντάνα, γρήγορα προσδιόρισε τους μικροοργανισμούς σαν άλγες γνωστές με το όνομα Euglena mutabilis. Η ζωή είχε πετύχει να εγκαταστήσει ένα προκεχωρημένο φυλάκιο στην υγρή έρημο του λάκκου του Μπέρκλεϊ. Η έρευνα που ακολούθησε οδήγησε στην ανακάλυψη 40 ακόμη μικροοργανισμών που είχαν καταφέρει να επιζήσουν μέσα στο δηλητηριώδες νερό.
Ισως ακόμα πιο σημαντικό είναι το γεγονός ότι μερικοί απ' αυτούς τους μικροοργανισμούς θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τον καθαρισμό της λίμνης από τις τοξικές ουσίες, άλλοι μειώνοντας την οξύτητα κι άλλοι απορροφώντας τα διαλυμένα μέταλλα. Πέρα απ' αυτό, η ανακάλυψη κάθε νέου ακραιόφιλου (οργανισμού προσαρμοσμένου σε ακραίες περιβαλλοντικές συνθήκες) βοηθάει να φωτιστούν θεμελιώδεις βιολογικές διαδικασίες, που ξεκινούν από τις διεργασίες του μεταβολισμού και φτάνουν ως τα μέσα και την πορεία της εξέλιξης, τόσο στη Γη, όσο και αλλού στο σύμπαν.
Ο βιολόγος Γκραντ Μίτμαν μέσα στο εργαστήριό του φροντίζει διάφορες καλλιέργειες αλγών που βρέθηκαν στη λίμνη Μπέρκλεϊ |
Η λίμνη Μπέρκλεϊ είναι αποτέλεσμα της καπιταλιστικής αδιαφορίας για το περιβάλλον. Η πρώτη μεταλλευτική αξιοποίηση της περιοχής έγινε το 1880, με ορυχεία με στοές. Επί 50 χρόνια το ορυχείο αυτό παρείχε το ένα τρίτο του χαλκού που χρησιμοποιούνταν στις ΗΠΑ και το ένα έκτο που χρησιμοποιούνταν σε όλο τον κόσμο. Τα πλούσια αποθέματα καταναλώθηκαν και το 1955 η εκμετάλλευση πέρασε σε μορφή ανοιχτού ορυχείου που είναι πιο συμφέρουσα για την εκμετάλλευση φτωχών κοιτασμάτων. Το 1982 η εκμετάλλευση του ανοιχτού ορυχείου σταμάτησε και μαζί της και η άντληση των υδάτων, που από τότε ανεβαίνουν συνεχώς.
Αιτία γι' αυτή τη δηλητηριώδη «σούπα» που έχει δημιουργηθεί στη λίμνη Μπέρκλεϊ, είναι η ύπαρξη θείου στα πετρώματα (πυρίτη) που με την επίδραση του νερού, του αέρα και μερικών μικροοργανισμών μετατρέπεται εν μέρει σε θειικό οξύ. Αυτό με τη σειρά του κατατρώει και άλλα μέταλλα από τα βράχια κάνοντας ακόμα πιο τοξική την όξινη «σούπα» που δημιουργείται. Η οξύτητα της λίμνης είναι ανάλογη με αυτή του χυμού λεμονιού.
Μερικοί από τους μικροοργανισμούς που βρέθηκαν στη λίμνη Μπέρκλεϊ δεν επέζησαν απλώς, αλλά ευδοκίμησαν εκεί. Πρόκειται για κάποιους από τους μικροοργανισμούς που έφτασαν τυχαία (από τον άνεμο, από τα νερά της βροχής, από πουλιά κλπ). Αλλοι είναι μύκητες (με μέσο χρόνο πολλαπλασιασμού μία βδομάδα) και άλλοι βακτήρια (με μέσο χρόνο πολλαπλασιασμού μία ημέρα). Κάτω από την εξελικτική πίεση των συνθηκών του περιβάλλοντος οι οργανισμοί αυτοί εξελίσσονται γρήγορα, με αποτέλεσμα να ευδοκιμούν ακόμη περισσότερο οι πιο προσαρμοσμένες τυχαίες μεταλλάξεις τους.
Μια πολλά υποσχόμενη άλγη από τον όξινο λάκκο είναι η Chromulina feiburgensis, που έχει την ικανότητα να συγκεντρώνει τα διαλυμένα μέταλλα. Οι επιστήμονες δεν ξέρουν ακόμα το μηχανισμό με τον οποίο το πετυχαίνει... |
Η λίμνη Μπέρκλεϊ αποτελεί μια απόδειξη της ανθεκτικότητας της φύσης και της ζωής, αλλά και των άκρων που μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος στο κυνήγι του κέρδους. Οπως λέει η Αντρεα Στιρλ, μια από τους χημικούς που μελετούν τη λίμνη, η ζωή μπορεί να είναι παντού, αλλά δεν είναι εγγυημένη παντού.