Ενας άλλος κόσμος...
Δύο - τρία κουνούπια δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα μπροστά στη νύστα μου, βλέπεις δύο μέρες ταξίδι για να μην υπολογίσω και την αλλαγή κλίματος και ηπείρου. Αποδείχτηκε μετά από λίγο ότι η νίκη μου ήταν μάταιη μπροστά στην αποφασιστικότητά τους, αλλά κυρίως από αυτό το ζεστό και υγρό αεράκι της Καραϊβικής που με έβγαλε "βιαίως" από το γλυκό βύθισμα. Δεν είχα άλλη λύση από το να βγω σε αναζήτηση μίας εναλλακτικής πρότασης στην αγρύπνια μου.
Ακολούθησα τα φώτα που τρεμόσβηναν μπροστά μου, ομολογώ αγριεμένη μια και όλη μου τη ζωή την πέρασα και την περνώ σε τερατουπόλεις όπου και το να αναπνέεις και να επιβιώνεις ως την επομένη... είναι νίκη. Στις παρυφές του δρόμου φύτρωναν κάθε λογής φοίνικες, ενώ μικρά τροπικά φυτά τους κύκλωναν και κρύβονταν κάτω από τους κορμούς τους λες και ήθελαν να προστατευτούν, άραγε από τι; Κατανυκτική σιωπή, μόνο η ανάσα μου ακουγόταν και το κύμα που έσπαγε με δύναμη στα βράχια. Εκείνη τη νύχτα αφουγκράστηκα την ανάσα και το χτύπο της καρδιάς της Αβάνας. Δε μου συνέβη τίποτα, δεν επρόκειτο, το συνειδητοποίησα πολύ αργότερα... Το κατάλαβα όταν πέρασε καιρός και παίρνω όρκο ότι ήταν ίδιο με το όνειρο που είχα δει νωρίτερα, μια μέρα πριν αποβιβαστώ στην Κούβα.
Ενα όνειρο που απέπνεε σιγουριά και γαλήνη και απουσίαζαν παντελώς λεπτομέρειες, όπως τι θα φορέσω, να πληρώσω το νοίκι, τι θα γίνει με την ασφάλισή μου, άραγε αυτός που μου χαμογελά και με παινεύει τι μου σούρνει πίσω από την πλάτη μου μόλις εγώ γυρίσω; Λεπτομέρειες που συνήθως μας απασχολούν όλους μας καθημερινά, μια και είναι αυτός ο κόσμος που έφτιαξαν για μας. Ενας κόσμος όπου απουσιάζει η πραγματική ζωή και ασχολούμαστε απλώς με ψευδείς αντανακλάσεις της. Η ζωή που έχει χρώμα και ήχο και χροιά. Χρώμα κατακόκκινο, όπως το αίμα που κυλά στις φλέβες όλων αυτών των Κουβανών, νέων, γέρων, που χτίζουν τα σπίτια τους μόνοι τους, που μπορούν και ελπίζουν, παλεύουν και ατενίζουν στον ορίζοντα τις μέρες τις καλύτερες που θα 'ρθουν. Ολων αυτών που δεν τους πτοεί να πηγαίνουν με το ποδήλατο μια και η βενζίνη δε φτάνει πάντα. Που δεν τους πτοεί να τρώνε λιγότερο μοσχάρι ή να μην έχουν αυτοκίνητο ή κομπιούτερ, αντικείμενα - φετίχ στον κόσμο μας μια και είναι "απολύτως απαραίτητα, μια και δεν μπορείς να ζήσεις χωρίς αυτά"... Οχι δεν τα έχουν, έχουν όμως παιδιά που μπορούν και πάνε ΟΛΑ στο σχολείο και μπορούν, άκουσον άκουσον, να παίζουν στο δρόμο και το γέλιο τους να αντιλαλεί στις ρούγες. Γείτονες να σε χαιρετάν και να σου χαμογελούν, αλλά και να σε καλούν στο σπίτι τους να μοιραστούν το φαϊ τους. Ανθρώπους να μοιραστούν τον ιδρώτα σου και την αγωνία σου, χωρίς να ζητούν τίποτα πίσω, απλώς να υπάρχεις και να είσαι καλά.
Αυτά θυμάμαι, όπως και την αίσθηση ότι τους συνάντησα όλους, τον Τσε και τον Καμίλο και όλα τα νέα παιδιά να σχεδιάζουν ΜΑΖΙ τις μάχες και να ονειρεύονται το μέλλον της επανάστασης, αυτής που θα χτίσουν με τα δικά τους χέρια. Τους συνάντησα στο πρόσωπο κάθε Κουβανού, κάθε μικρού ή γέρου. Μου έκλειναν όλοι τους πονηρά το μάτι και μου χαμογελούσαν πλατιά, σίγουροι για μένα αλλά και για αυτούς. Ενα χαμόγελο και βλέμμα προσκλητήριο... για ένα άλλο κόσμο!
Χριστίνα ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ