Πέμπτη 5 Φλεβάρη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 2
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΚΟΙΝΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ

Για όλα φταίνε οι αγρότες που... από πάνω διαμαρτύρονται και κλείνουν τους δρόμους! Αυτοί φταίνε που, αντί να κάνουν αναδιαρθρώσεις καλλιεργειών όλα τα προηγούμενα χρόνια, έτρωγαν τις επιδοτήσεις της ΕΟΚ, καλόμαθαν, και, τώρα, ζητάνε από την κυβέρνηση, από τον κρατικό προϋπολογισμό ενισχύσεις, γιατί, τώρα, η Ευρωπαϊκή Ενωση μειώνει και καταργεί τις επιδοτήσεις... Αυτό είναι το μοτίβο της κυβερνητικής, εκσυγχρονιστικού - γκαιμπελικού τύπου, προπαγάνδας που απευθύνεται στην κοινή γνώμη μέσω των ημετέρων - στη βάση των αλληλοδιαπλεκομένων συμφερόντων των ιδιοκτητών τους - ΜΜΕ και κυβερνητικών παραγόντων.

***

Η πραγματικότητα είναι ότι οι υποτιθέμενες ευθύνες των αγροτών, για το ότι δεν έγιναν οι αναδιαρθρώσεις, που προβάλλονται ως πανάκεια από την κυβερνητική προπαγάνδα - από τον πρωθυπουργό, τον υπουργό Γεωργίας και το επικοινωνιακό κυβερνητικό επιτελείο - και σαν λύση στο αγροτικό πρόβλημα, μόνο για εξαπάτηση της κοινής γνώμης λέγονται... Γιατί το πρόβλημα δεν είναι οι αναδιαρθρώσεις που δεν έγιναν, αλλά το είδος των αναδιαρθρώσεων και, κυρίως, ότι οι όποιες αναδιαρθρώσεις προτείνονται, έχουν ως στόχο τον περιορισμό της αγροτικής παραγωγής, των καλλιεργειών κλπ και όχι τη μείωση του κόστους παραγωγής και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας, που χρειάζονται οι αγρότες και η αγροτική οικονομία.

Αυτές τις αναδιαρθρώσεις που επιδοτεί η ΕΕ, π.χ. για να ...βγάλουν τις βερικοκιές, ροδακινιές, τ' αμπέλια, να σταματήσουν να καλλιεργούν ζαχαρότευτλα, ρύζι, βαμβάκι, στάρι κλπ και να βάλουν βατόμουρα και ακακίες, να εγκαταλείψουν δηλαδή, στην πραγματικότητα, τα χωράφια τους, οι αγρότες τις απορρίπτουν. Αντίθετα διεκδικούσαν και διεκδικούν με τους αγώνες τους να μπορούν να παράγουν και να αυξήσουν τις δυναμικές καλλιέργειες της χώρας μας, να τις κάνουν ανταγωνιστικές με μειωμένο κόστος παραγωγής. Ομως η κυβερνητική προπαγάνδα, αντιστρέφοντας την πραγματικότητα, παρουσιάζει τους αγρότες - που αρνούνται να εφαρμόσουν τις κοινοτικές αναδιαρθρώσεις για εγκατάλειψη των χωραφιών τους - σαν υπεύθυνους για το αδιέξοδο που δημιουργεί, ακριβώς η δική της πολιτική, με σκοπό τη μείωση της αγροτικής παραγωγής και των καλλιεργειών, των τιμών των προϊόντων και των ενισχύσεων στη γεωργία.

***

Βεβαίως, "το ψέμα έχει κοντά ποδάρια" όπως λέει η λαϊκή παροιμία, και το ψέμα αποκαλύπτεται πλέον από την ίδια την πολιτική της ΕΕ, που υλοποιεί η κυβέρνηση. Αποκαλύπτεται από τον ίδιο τον υπουργό Γεωργίας που, απροκάλυπτα, δηλώνει πως εκατοντάδες χιλιάδες αγροτικά νοικοκυριά δεν μπορεί να επιβιώσουν στα πλαίσια της πολιτικής αυτής (ΚΑΠ, ΓΚΑΤΤ και Ατζέντα 2000). Κι αυτή ακριβώς η αντιαγροτική πολιτική, επιβεβαιώνεται, χειροπιαστά πλέον, πως πλήττει άμεσα όχι μόνον τους μικρομεσαίους αγρότες, μα το ίδιο σοβαρά και τους άλλους εργαζόμενους και τους επαγγελματοβιοτέχνες, τους άνεργους και τους χαμηλοσυνταξιούχους. Γιατί αυξάνει την ανεργία και οξύνει το πρόβλημα με το ξερίζωμα των αγροτών. Μειώνει το εισόδημα και άλλων επαγγελματικών ομάδων, των ΕΒΕ, με τη μείωση του αγροτικού εισοδήματος. Ληστεύει το ίδιο αγρότες και εργαζόμενους, άνεργους και χαμηλοσυνταξιούχους, αφού μειώνει τις τιμές των αγροτών και αυξάνει ασύδοτα τις τιμές των προϊόντων στην κατανάλωση.

Αποκαλυπτικά είναι σχετικά και τα συγκεκριμένα στοιχεία που δίνει η Πανθεσσαλική Συντονιστική Επιτροπή για το πού έχει οδηγήσει η πολιτική αυτή: Ετσι, πριν 5 χρόνια, με ένα κιλό βαμβάκι οι αγρότες μπορούσαν να αγοράσουν 7 λίτρα πετρέλαιο, ενώ τώρα αντιστοιχεί σε 1,5 λίτρο μόνο. Με ένα κιλό γάλα αγελαδινό αγοράζανε 6 κιλά καλαμπόκι (ζωοτροφές) αντί 1,5 τώρα. Ενα κιλό στάρι ισοδυναμούσε με 1 κιλό λίπασμα και τώρα χρειάζονται 2,5 κιλά στάρι για το ίδιο λίπασμα. Αλλά η ληστεία δε γίνεται μόνο σε βάρος των αγροτών. Την ίδια στιγμή που οι αγρότες πουλάνε "κοψοχρονιάς", οι εργαζόμενοι ως καταναλωτές αγοράζουν πανάκριβα, σε τιμές πολλαπλάσιες απ' αυτές που πουλάνε οι αγρότες. Ετσι π.χ.: Για ένα κιλό ρύζι, που ο αγρότης πληρώνεται 80 δραχμές, οι εργαζόμενοι πληρώνουν ως 600 δραχμές! Ενα λίτρο γάλα, για το οποίο οι κτηνοτρόφοι πληρώνονται με 90-110 δραχμές, οι καταναλωτές το πληρώνουν 280-340 δραχμές... Οι αγρότες πουλάνε με 650 το λίτρο έξτρα παρθένο ελαιόλαδο και οι καταναλωτές - εργαζόμενοι το πληρώνουν προς 1.550 δραχμές. Το στάρι πουλιέται 40-45 δραχμές και το ψωμί πληρώνεται με 280-300 δραχμές. Ανάλογη είναι η κατάσταση και με τα άλλα προϊόντα, πράγμα που επιβεβαιώνει πως η ασυδοσία πλήττει αγρότες και καταναλωτές.

***

Γίνεται λοιπόν καθαρό ότι ο αγώνας που δίνουν αυτή τη στιγμή οι μικρομεσαίοι αγρότες είναι αγώνας επιβίωσης και ανάπτυξης, είναι αγώνας πέρα για πέρα δίκαιος. Είναι, ταυτόχρονα, αγώνας κοινός για τα ευρύτερα συμφέροντα όλων των εργαζομένων, μαζί και των ανέργων και των χαμηλοσυνταξιούχων. Ο φταίχτης είναι η κυβερνητική πολιτική και η πολιτική της ΕΕ που εφαρμόζεται και στηρίζεται από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και άμεσα ή έμμεσα από τα υπόλοιπα κόμματα - θιασώτες του Μάαστριχτ και της Σύγκλισης σε βάρος των λαϊκών συμφερόντων. Γι' αυτό και το ΠΑΣΟΚ προσπαθεί να τον συκοφαντήσει και να τον διασπάσει. Είναι γι' αυτό που, και οι εργαζόμενοι, οι ΕΒΕ, οι άνεργοι, οι χαμηλοσυνταξιούχοι, στη βάση της κοινότητας των συμφερόντων τους, είναι ανάγκη να εκφράσουν την ενεργητική αλληλεγγύη τους - η οποία πρέπει να πάρει μαζικό χαρακτήρα και με τη συμμετοχή γυναικών, μαθητών, σπουδαστών κλπ - στον ηρωικό αγώνα των αγροτών. Να συμπαραταχτούν σε κοινό μέτωπο όλοι μαζί, εργαζόμενοι και επαγγελματίες, συγκλίνοντας η κάθε κοινωνική ομάδα από το δικό της χώρο σε κοινό Μέτωπο πάλης κατά της γενικότερης κυβερνητικής πολιτικής που στηρίζει το σημερινό μπλοκ εξουσίας, στη βάση της υποστήριξης της κοινοτικής πολιτικής.

Γιάννης ΖΑΓΓΑΝΑΣ

Γίνεται λοιπόν καθαρό ότι ο αγώνας που δίνουν αυτή τη στιγμή οι μικρομεσαίοι αγρότες είναι αγώνας επιβίωσης και ανάπτυξης, είναι αγώνας πέρα για πέρα δίκαιος. Είναι, ταυτόχρονα, αγώνας κοινός για τα ευρύτερα συμφέροντα όλων των εργαζομένων μαζί και των ανέργων και των χαμηλοσυνταξιούχων


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ