Δέκα Κούρδοι πρόσφυγες από το Ιράκ ζουν κάτω από απαράδεκτες συνθήκες στο λόφο του Στρέφη. Δίνουν καθημερινά το δικό τους αγώνα επιβίωσης, χωρίς να περιμένουν, πλέον, βοήθεια από πουθενά...
Δέκα Κούρδοι πρόσφυγες, από το Ιράκ, προσπαθούν να επιβιώσουν "προσωρινά" στο Λόφο Στρέφη, στα Εξάρχεια, όπου μες στο καταχείμωνο δίνουν ολομόναχοι τη δική τους μάχη ζωής...
Οι πρώτες εικόνες που βλέπεις ανεβαίνοντας το λόφο είναι ρούχα απλωμένα στα κλαδιά των δέντρων, καρέκλες μισοσπασμένες. Αμέσως μετά βρίσκεις τον Αντέλ,τον Νιζάρ,τον Ραμαζάν και τον Αμάρ,τέσσερις από τους δέκα Κούρδους που μένουν εκεί και οι οποίοι θεωρούνται και οι πιο "προνομιούχοι". Κι αυτό, γιατί έχουν την τύχη να μην κοιμούνται "κάτω από τα άστρα", αλλά σε ένα παλιό, εγκαταλειμμένο αναψυκτήριο. Εχουν την "τύχη" να σκεπάζονται με παλιές κουβέρτες και πανιά, που βρήκαν μέσα σ' έναν κάδο απορριμμάτων.
Στο πλησίασμα, είναι φιλικοί και χαμογελώντας σε καλούν να καθίσεις γύρω από τη μικρή φωτιά που έχουν ανάψει. Ολοι είναι από 25 - 35 χρονών. Εχουν έρθει στην Ελλάδα εδώ και ένα μήνα. Ο Αμάρ, ο νεότερος απ' αυτούς, παραπονιέται πως δεν μπορεί να βρει δουλιά. "Ψάχνουμε συνέχεια, αλλά κανείς δεν ενδιαφέρεται", λέει. Και συνεχίζει: "Φύγαμε από το Ιράκ, γιατί μας κυνηγούσαν συνέχεια, πολεμούσαμε και κρυβόμασταν. Αν γυρίσουμε πίσω, θα μας σκοτώσουν".
"Αλλά και εδώ που είμαστε", προσθέτει ο συμπατριώτης του Αντέλ, "κανείς δε μας βοηθάει. Τα περιμέναμε καλύτερα, αλλά...". Πάντα οι σκέψεις τους στην Ελλάδα σταματούν στο "αλλά". Η κυβέρνηση, όχι μόνο αδιαφορεί, αλλά αρνείται να τους δώσει την πολυπόθητη άδεια παραμονής και εργασίας, οι αρμόδιες υπηρεσίες υπόσχονται να τους στηρίξουν, αλλά ουσιαστικά τους αγνοούν.
Λίγο πιο πέρα, δύο ακόμα Κούρδοι, ο ένας να κουρεύει τον άλλο, και ένας τρίτος πλένει ρούχα. Ο Ραμέιλ και ο Νιζάρ μένουν, ήδη, δύο μήνες στο λόφο. Εκφράζουν τη νοσταλγία τους για το Ιράκ μόνο για ένα λόγο. Εχουν αφήσει και οι δύο πίσω την οικογένειά τους, ο καθένας τους έχει από δύο παιδιά μέχρι πέντε χρονών. "Δε γινόταν να έρθουν μαζί μας. Εδώ μόνο ένας παπάς μάς βοηθάει. Μας φέρνει φαγητό κάθε Σάββατο, Κυριακή και Δευτέρα. Τις υπόλοιπες μέρες δεν έχουμε να φάμε", λένε.
Παράλληλα, προσπαθούν να διατηρούν όσο μπορούν πιο καθαρό το χώρο που τους "φιλοξενεί". Προσπαθούν μ' αυτόν τον τρόπο να κάνουν τη ζωή τους πιο ανθρώπινη, και ελπίζουν σε ένα καλύτερο μέλλον. Σ' ένα μέλλον, όπου δε θα τρώνε τρεις φορές τη βδομάδα, όπου δε θα χρειάζεται να κρύβονται και να φεύγουν συνέχεια. Ελπίζουν πως η επόμενη μέρα θα είναι λιγότερο σκληρή και απρόσωπη...
Ε. Τ.