Συζήτηση με τον Τίτο Βανδή
Ετσι απλά, και με το χέρι στην καρδιά, ο Τίτος Βανδής ξεκίνησε για να συναντηθεί και να κουβεντιάσει με τους φίλους, χωρίς πρόθεση να θεωρητικολογήσει, να αναλύσει, να υποδείξει. Το βιβλίο, με τίτλο «Κουβέντα με τους φίλους μου» (εκδόσεις «προσκήνιο» - Αγγελου Σιδεράτου), δεν είναι μια τυπική βιογραφία, αλλά μια πραγματικά δυνατή αναγνωστική ιστορία, μυθιστορηματικής αξίας δημιούργημα, με μια εκπληκτική ισορροπία συναισθημάτων, που περνά λες με μαεστρία από τη συγκίνηση στο χιούμορ. Ο τρόπος που αποτυπώνει ο Τίτος Βανδής την ιστορία του μοιάζει με τα μεγάλα έργα, που ακροβατούν ανάμεσα στο τραγικό και το κωμικό, μοιάζει με τη ζωή την ίδια, γι' αυτό είναι αληθινό. Και αν κάποιος γνωρίζει τον Τίτο Βανδή, καταλαβαίνει ότι δεν κόπιασε να πετύχει κάτι τέτοιο, γιατί πολύ απλά αυτός είναι ο Τίτος Βανδής.
Το χιούμορ και ο αυτοσαρκασμός του είναι απολαυστικός, ο λόγος του λιτός και εύστοχος. Δύσκολο να εξηγήσει ο ίδιος αυτό το χαρακτηριστικό του. «Αυτό που ξέρω» - λέει ο Τίτος Βανδής - «είναι ότι με τον Αλμπέρτο είμαστε μαζί από 6 χρονών παιδιά και κάποτε, πρέπει να ήμουν όχι πάνω από 11, του είπα "ξέρεις καμιά φορά θα μας τουφεκίσουν, τι θα κάνουμε;". "Ε, τι θα κάνουμε - μου λέει - θα πεθάνουμε". "Οχι ρε, του λέω, θα γελάμε". Εχω μια τάση να βλέπω αστεία μερικά πράγματα, όταν φτάνουν στο πολύ τραγικό. Οχι ότι δεν έχω πονέσει, δεν έχω στενοχωρηθεί, αλλά τελικά έχω μια διέξοδο. Ανακάλυψα πράγματα για τον εαυτό μου που δεν ήξερα. Δεν έχω να ντρέπομαι για τίποτα. Ακούω, όσο ακούω, που μιλάνε για το βιβλίο και νομίζω ότι μιλάνε για κάποιον άλλο και λέω με κοροϊδεύουν. Ξεκίνησα να θέλω να πω κάτι. Δεν ήθελα να κάνω κάποια μελέτη για το θέατρο. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει το κλειδί το οποίο το δίνεις στο νέο και αυτός συνεχίζει».
Ο Τ. Βανδής με τον Χ. Φλωράκη στην παρουσίαση του βιβλίου «Κουβέντα με τους φίλους μου» |
Θα σταθούμε για λίγο στον κυρ Κώστα, τον τσαγκάρη, στη Θεσσαλονίκη. Δεν ξόδεψαν μαζί τις χιλιάδες ώρες και τις χιλιάδες φορές. Τέσσερις - πέντε φορές τον είδε από δέκα λεπτά την κάθε φορά. «Ομως, θαρρείς - λέει ο Τίτος Βανδής - ότι τα δύο τρία πράγματα που μου είπε μου άνοιξαν δρόμους που ίσως δεν έβλεπα ή που σίγουρα θα αργούσα να δω».
Ο λόγος του κυρ Κώστα έπεφτε σαν βροχή σε δέντρο που κάρπιζε αμέσως. Και ήταν, μάλλον είναι ακόμη, μαζί με τον Τίτο Βανδή, του οποίου τα μάτια γεμίζουν δάκρυα, όταν μιλάει για κείνον. Ο Τίτος Βανδής αισθάνεται άσχημα που τον προδίδουν τα βουρκωμένα μάτια του. Ισως να σκέφτεται ότι δεν ταιριάζουν με την ηλικία του, αλλά σίγουρα ξέρει και ξέρουμε ότι η ευαισθησία δεν έχει ηλικία και η επιστροφή μέσω της μνήμης μας στην παιδική μας ηλικία τροφοδοτεί με ενέργεια, δύναμη και εφόδια το παρόν και το μέλλον μας.
Μπ. Βαλάση - Ζ. Ντασσέν - Τ. Βανδής |
Οι πολιτικές πεποιθήσεις του Τ. Βανδή έχουν πολύ βαθιές ρίζες. Τα γεγονότα και οι θύμησες της μακριάς πορείας του στη ζωή και τον αγώνα του λαού μας ανθίζουν μέσα από τις διηγήσεις του και τα συναισθήματά του. «Αν τα συναισθήματα εκείνης της μέρας» - γράφει στο βιβλίο του αναφερόμενος στη μέρα που μπήκαν οι Γερμανοί στην Ελλάδα - «που ασφαλώς, έξω από τους στρατιώτες, τα ένιωσαν όλοι οι Ελληνες σε κάθε γωνιά της Ελλάδας γίνονταν για όλους μια άσβηστη θύμηση, δε θα υπήρχε εμφύλιος, ούτε εξαπάτηση και προδοσία και συνεργασία με τους εχθρούς μας τους Αγγλους και μετά η συνεχιζόμενη παράδοσή μας άνευ όρων στους Αμερικάνους. Πολύ γρήγορα θα καταλαβαίναμε ότι οι Γερμανοί στρατιώτες, που παρελάσανε θριαμβευτικά μπροστά μας, ήταν προπομποί των Αμερικάνων».
Σήμερα, πώς εντάσσεται ο Τίτος Βανδής στον αγώνα; «Δεν το βάζω κάτω» - λέει. «Δε λέω στον εαυτό μου, κοίτα, δεν ακούς, δεν περπατάς, μένεις στην άκρη. Εξακολουθώ να κάνω το μέγιστο, το οποίο μπορεί να είναι ελάχιστο μπροστά σ' αυτό που κάνουν οι νέοι, αλλά ως την τελευταία στιγμή θέλω να κάνω ό,τι μπορώ. Ξέρω ότι αιώνες υπέφερε ο κόσμος και ξέρω ότι αιώνες μπορεί να υποφέρει ακόμη, αλλά αυτός δεν είναι λόγος να πούμε δε βαριέσαι. Μπορεί να είναι ασήμαντο, αν και τίποτε δεν είναι ασήμαντο. Αν ο καθένας έκανε από λίγο, θα γινόταν πολύ».
Οσο για τα απογοητευτικά επιχειρήματα με τα οποία προσπαθούν να εγκλωβίσουν τον άνθρωπο και να τον αποτρέψουν από τη διεκδίκηση, τον αγώνα και το όνειρο, στο «τι να κάνουμε αυτός είναι ο κόσμος» ή «το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό», ο Τίτος Βανδής τονίζει: «Πάντα θα υπάρχουν πολλοί που θα μείνουν με τα μάτια ανοιχτά και με το όνειρο να φτιάξουν έναν καινούριο και δίκαιο κόσμο. Κι αυτοί θα τον αλλάξουν σίγουρα τον κόσμο. Είναι μακρύς ο δρόμος, όμως υπάρχει όαση στο τέλος. Γιατί αυτός ο λαός που έχει τόσους μεγάλους και μικρούς λόγους να ενωθεί και να αντισταθεί στην εκμετάλλευση και την κοροϊδία, δεν το έχει κάνει ακόμα, είναι απορίας άξιο. Ας ελπίσουμε ότι κάποια μέρα θα το κάνουν. Ολοι μαζί. Ολοι όσοι προσφέρονται και μπορούν να βοηθήσουν. Μόνο στις αμερικάνικες ταινίες δίνει τη λύση ο "Ενας"».
Κλείνοντας το βιβλίο του, αλλά ανοίγοντας ένα παράθυρο στην ελπίδα, κάνει μια ευχή, που είναι ευχή όλων μας: «Να καταργηθεί το ρητό "Η σιωπή είναι χρυσός". Να μην ξανακουστεί. Γιατί είναι ντροπή. Να φωνάζουμε όλοι μαζί για το Δίκιο. Για τη Λευτεριά. Για τον Ανθρωπο»!