Την παραπέρα προώθηση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων στη βάση των αποφάσεων και τη στρατηγική της Λισαβόνας αναλαμβάνει η ελληνική προεδρία. Αυτό προκύπτει καθαρά και από τη χτεσινή συνάντηση της ηγεσίας του υπουργείου Εργασίας με τους «κοινωνικούς εταίρους». Στη συνάντηση, στην οποία ο Δ. Ρέππας ανέλυσε τις πρωτοβουλίες και τις προτεραιότητες της ελληνικής προεδρίας στον τομέα της απασχόλησης και της λεγόμενης κοινωνικής συνοχής, συμμετείχε ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Χρ. Πολυζωγόπουλος, ο πρόεδρος του ΣΕΒ Ο. Κυριακόπουλος, ο Χ. Κεφάλας πρόεδρος της ΕΣΕΕ, καθώς και εκπρόσωποι της ΠΑΣΕΓΕΣ και της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ατόμων με Αναπηρίες.
Μάλιστα οι εταίροι «εξέφρασαν την ικανοποίησή τους», γιατί όλοι μαζί με την κυβέρνηση επιβεβαιώνουν τις αποφάσεις της Λισαβόνας, συμμετέχουν στον έλεγχο και στην εφαρμογή τους και στηρίζουν τη στρατηγική που εξασφαλίζει μεγαλύτερα κέρδη για το ευρωπαϊκό κεφάλαιο, φτηνότερη εργατική δύναμη, με τη γενίκευση των ευέλικτων μορφών απασχόλησης. Αλλωστε η ΕΕ, δεν κρύβει ότι ο «κοινωνικός διάλογος» είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να επιτευχτεί η κοινωνική συναίνεση στις επιδιώξεις του ευρωπαϊκού κεφαλαίου.
Επιδιώξεις που δεν κρύβει ούτε η ελληνική προεδρία, η οποία -σύμφωνα με την ανακοίνωση του υπουργείου Εργασίας - «θεωρεί αναγκαία την επιμονή για την επίτευξη του στόχου να καταστεί η ευρωπαϊκή οικονομία η πλέον ανταγωνιστική και δυναμική οικονομία...».
Σε ένα, λοιπόν, πιο ανταγωνιστικό ευρωπαϊκό κεφάλαιο υποτάσσονται οι πολιτικές για την απασχόληση, τις σχέσεις εργασίας, η κοινωνική ασφάλιση, η μεταναστευτική πολιτική, τα δικαιώματα των ανέργων, των ατόμων με ειδικές ανάγκες, οι ανάγκες των φτωχών, που κατά εκατοντάδες γεννά η πολιτική της ΕΕ. Οι αναφορές στην «κοινωνική συνοχή», στο «ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο» - που συνυπάρχουν και σε αυτό το κείμενο- δεν είναι παρά το περιτύλιγμα μιας σκληρής και απάνθρωπης επέλασης που έχει εξαπολυθεί σε όλη τη Γηραιά Ηπειρο. Οι όποιες «διαφορές» ανάμεσα στους κυρίαρχους κύκλους που πρωταγωνιστούν στην υλοποίηση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων δεν αφορούν την ουσία, ούτε την κατεύθυνση, αλλά τη δοσολογία, το «μείγμα» των μέτρων και τους ρυθμούς εφαρμογής τους, μπροστά στην όξυνση των προβλημάτων και τον κίνδυνο να προκαλέσουν κοινωνικές αναταράξεις.