Οι Ευρωπαίοι του ΝΑΤΟ «ανησυχούν» για τις διαπραγματεύσεις ΗΠΑ - Ρωσίας, ενώ ο Πούτιν τονίζει πως «αν η Ευρώπη θέλει πόλεμο, η Ρωσία είναι έτοιμη»
Sputnik |
Από τη χθεσινή συνάντηση Πούτιν - Γουίτκοφ στη Μόσχα |
Χθες το απόγευμα ο Αμερικανός ειδικός απεσταλμένος, Στιβ Γουίτκοφ, είχε μέχρι αργά το βράδυ πολύωρες συνομιλίες στη Μόσχα με τον Ρώσο Πρόεδρο, Βλ. Πούτιν, στον οποίο μετέφερε όσα συζητήθηκαν μεταξύ Ουκρανών και Αμερικανών αξιωματούχων στη Φλόριντα την Κυριακή και τις παρεμβάσεις που έχουν γίνει στο «σχέδιο 28 σημείων» των ΗΠΑ.
Στο επίκεντρο των διαπραγματεύσεων βρίσκονται τα εδάφη που διεκδικεί η Ρωσία, ο αποκλεισμός της ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, το μέγεθος και ο εξοπλισμός του στρατού της, καθώς και οι λεγόμενες «εγγυήσεις ασφαλείας».
Λίγο πριν τη συνάντηση ο Βλ. Πούτιν στοχοποίησε τους Ευρωπαίους του ΝΑΤΟ, δηλώνοντας χαρακτηριστικά ότι αν θέλουν πόλεμο, η Ρωσία είναι έτοιμη και τώρα να πολεμήσει.
Κατηγόρησε τους Ευρωπαίους ηγέτες ότι «εμποδίζουν την αμερικανική κυβέρνηση να πετύχει ειρήνη μέσω των συνομιλιών». Είπε πως οι ευρωπαϊκές δυνάμεις προβάλλουν απαιτήσεις για μια πιθανή «ειρηνευτική» συμφωνία για την Ουκρανία, τις οποίες η Μόσχα θεωρεί απολύτως απαράδεκτες.
Ο Ρώσος Πρόεδρος πρόσθεσε ότι θα λάβει μέτρα κατά των τάνκερ των χωρών που βοηθούν την Ουκρανία.
Χαρακτήρισε δε ως «πειρατεία» τις πρόσφατες επιθέσεις κοντά στην Τουρκία σε δεξαμενόπλοια που φέρονται να ανήκουν στον ρωσικό «σκιώδη στόλο», και δήλωσε ότι η Ρωσία θα εντείνει τις επιθέσεις σε ουκρανικές εγκαταστάσεις και πλοία.
Χθες, ένα δεξαμενόπλοιο με σημαία Ρωσίας, το οποίο έπλεε από τη Ρωσία στη Γεωργία φορτωμένο με ηλιέλαιο, ανέφερε πως δέχθηκε επίθεση στα ανοικτά των τουρκικών ακτών, αλλά τα 13 μέλη του πληρώματός του είναι σώα, όπως ανακοίνωσαν η Διεύθυνση Ναυτιλιακών Υποθέσεων, η ναυτιλιακή αρχή της Τουρκίας και η ναυτιλιακή εταιρεία «Tribeca».
Το Κίεβο δήλωσε ότι δεν έχει καμία σχέση με αυτό το περιστατικό.
Στο μεταξύ, σε χθεσινή ανακοίνωσή της η Υπηρεσία Εξωτερικών Πληροφοριών της Ρωσίας (SVR) επικαλέστηκε πληροφορίες ότι το Παρίσι συνεχίζει να αναζητά τρόπους, προκειμένου να συμμετάσχει άμεσα στον πόλεμο στην Ουκρανία.
«Η Γαλλία είναι πρόθυμη να στείλει στρατό στην Ουκρανία», σημειώνουν οι ρωσικές μυστικές υπηρεσίες, προειδοποιώντας το Παρίσι ότι δεν πρέπει να τρέφει αυταπάτες πως «θα αποφύγει την ευθύνη για συμμετοχή των στρατευμάτων του στη σύγκρουση».
Η SVR παραπέμπει σε διάταγμα της γαλλικής κυβέρνησης που επιτρέπει, όπως αναφέρεται, «τη χρήση ιδιωτικών στρατιωτικών εταιρειών για την παροχή βοήθειας σε "τρίτο κράτος που βρίσκεται αντιμέτωπο με ένοπλη σύγκρουση"».
Οπως αναφέρει, «οι κινητές ομάδες αεράμυνας και ο περιορισμένος αριθμός F-16 Fighting Falcon που διαθέτει η Ουκρανία δεν είναι σε θέση να αναχαιτίσουν ρωσικούς αεροπορικούς στόχους. Η εκμάθηση του χειρισμού μαχητικών Mirage και άλλων μηχανημάτων απαιτεί πολύ χρόνο και υψηλό επίπεδο εμπειρογνωμοσύνης».
«Γι' αυτόν τον λόγο, το Κίεβο θα χρειαστεί ξένες ιδιωτικές στρατιωτικές εταιρείες εξοπλισμένες με σύγχρονα δυτικά, κυρίως γαλλικά, όπλα», συμπληρώνει.
«Η παρουσία γαλλικών ιδιωτικών στρατιωτικών εταιρειών στην Ουκρανία (...) θα θεωρηθεί ως άμεση εμπλοκή της Γαλλίας σε εχθροπραξίες κατά της Ρωσίας» και οι «γαλλικές ιδιωτικές στρατιωτικές εταιρείες θα γίνουν νόμιμος στόχος υψηλής προτεραιότητας», προειδοποιεί η SVR.
Από την πλευρά της, η φινλανδική κυβέρνηση δεν είναι έτοιμη να παράσχει στην Ουκρανία «εγγυήσεις ασφαλείας», αλλά μπορεί να βοηθήσει στη δημιουργία μηχανισμών ασφαλείας για το Κίεβο, δήλωσε ο Φινλανδός πρωθυπουργός Π. Ορπο.
«Οι εγγυήσεις ασφαλείας είναι ένα αρκετά σοβαρό ζήτημα» και σύμφωνα με τον ίδιο, η Φινλανδία «συνεχίζει να εργάζεται για τη διευθέτηση μέτρων ασφαλείας, αλλά αυτό είναι κάτι διαφορετικό από τις εγγυήσεις». Τέτοιοι μηχανισμοί, πρόσθεσε, μπορούν να παρασχεθούν μόνο από «μεγαλύτερες χώρες» και τόνισε την «ανάγκη συμμετοχής των ΗΠΑ» στην εφαρμογή τους.
Οι αντιθέσεις μέσα στον ευρωατλαντικό άξονα - κυρίως μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ - βγαίνουν απροκάλυπτα στη φόρα και όπως σημειώνει δημοσίευμα της «Wall Street Journal», που επικαλείται Ευρωπαίους διπλωμάτες και εκπροσώπους «δεξαμενών σκέψης», οι «ειρηνευτικές συνομιλίες για την Ουκρανία προκαλούν έντονες αμφιβολίες σε πολλούς Ευρωπαίους ηγέτες για το εάν οι προτεραιότητες της Ουάσιγκτον εξακολουθούν να ευθυγραμμίζονται με εκείνες της Ευρώπης».
Υπάρχει η εντύπωση ότι η κυβέρνηση Τραμπ «ενδιαφέρεται περισσότερο για τη βελτίωση των σχέσεων και της οικονομικής συνεργασίας με τη Ρωσία παρά για την υπεράσπιση του ΝΑΤΟ».
Το σχέδιο των ΗΠΑ «αντιμετωπίζει τη Ρωσία ως σαφή νικήτρια και την Ουκρανία ως ηττημένη, αναγκάζοντας το Κίεβο να εγκαταλείψει στρατηγικά εδάφη που δεν έχει χάσει ακόμη και να συρρικνώσει τον στρατό της».
Επιπλέον, «οι ΗΠΑ παρουσιάζονται μεσολαβητής μεταξύ της Ρωσίας και του NATO, υποδηλώνοντας ότι η Αμερική δεν θεωρεί πλέον τον εαυτό της μέλος της Συμμαχίας».
«Αν δεν ήταν οι Ευρωπαίοι», ανέφερε Γάλλος αξιωματούχος, «ο Πούτιν και ο Τραμπ θα είχαν καταλήξει σε συμφωνία προ πολλού. Η Ευρώπη βρίσκεται μόνη, επειδή οι Αμερικανοί αποσυνδέονται από την περιοχή, πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει να βασίζεται περισσότερο στον εαυτό της».
Υπενθυμίζεται εξάλλου ότι δηλώσεις ενδεικτικές των αντικρουόμενων συμφερόντων μεταξύ ΕΕ - ΗΠΑ έκανε προχθές και η επικεφαλής της Εξωτερικής Πολιτικής της ΕΕ, Κ. Κάλας, μια μέρα μετά τις διαπραγματεύσεις Ουκρανίας - ΗΠΑ στη Φλόριντα και μια μέρα πριν τις διαπραγματεύσεις Πούτιν - Γουίτκοφ στη Μόσχα.
Εξέφρασε έντονη ανησυχία ότι «οι προσπάθειες των ΗΠΑ να ωθήσουν την Ουκρανία σε ένα άνισο ειρηνευτικό σχέδιο θα ενθάρρυναν μόνο την πολεμοχαρή στάση της Ρωσίας».
«Φοβάμαι ότι όλη η πίεση θα ασκηθεί στην πιο αδύναμη πλευρά, επειδή αυτός είναι ο ευκολότερος τρόπος να σταματήσει αυτός ο πόλεμος, όταν η Ουκρανία παραδοθεί», είπε, εκτιμώντας ότι οι διαπραγματεύσεις στη Μόσχα θα μπορούσαν να είναι «καθοριστικές», δηλαδή να φέρουν την ΕΕ και τα ευρωπαϊκά κράτη προ τετελεσμένου.
Οι Ρώσοι «βλέπουν ότι ασκείται μεγάλη πίεση στο θύμα, αλλά δεν απαιτούνται πραγματικές θυσίες από την πλευρά τους. Είναι σαφές ότι θέλουν να διαπραγματευτούν με όσους τους προσφέρουν κάτι επιπλέον από αυτό που ήδη έχουν. Αυτό είναι σαφώς προς το συμφέρον τους, αλλά δεν πρέπει να είναι και προς το δικό μας», επισήμανε η Κάλας.
Σε ένα τέτοιο κλίμα προωθούνται και οι πολεμικές προετοιμασίες στην Ευρώπη, με την Ουκρανία να θεωρείται «προκεχωρημένο φυλάκιο» στη γεωπολιτική σύγκρουση με τη Ρωσία.
Ολλανδία και Ουκρανία υπέγραψαν προχθές συμφωνία για κοινή παραγωγή drones, με τον Ολλανδό υπουργό Αμυνας, Ρ. Μπρέκελμανς, να τονίζει ότι «αυτή η συνεργασία όχι μόνο αυξάνει την παραγωγική μας ικανότητα, αλλά επίσης ενισχύει την κοινή μας ασφάλεια, ανθεκτικότητα και καινοτομία».
Τη Δευτέρα εξάλλου, Γερμανία και Πολωνία υπέγραψαν διευρυμένη, κοινή δήλωση συνεργασίας για την άμυνα και την ασφάλεια, κατά την επίσκεψη του Πολωνού πρωθυπουργού Ντ. Τουσκ στο Βερολίνο και τη συνάντησή του με τον Γερμανό καγκελάριο Φρ. Μερτς.
Στο μεταξύ, σε μια ακόμη εξέλιξη που αναδεικνύει τα αντικρουόμενα συμφέροντα και τον ανταγωνισμό μέσα στους κόλπους της ΕΕ, δημοσίευμα των «Financial Times» αναφέρει πως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αρνήθηκε να υποστηρίξει και να παράσχει εγγυήσεις για το σχέδιο της Κομισιόν να χρησιμοποιήσει τα «παγωμένα» ρωσικά περιουσιακά στοιχεία για την παροχή δανείου 140 δισ. ευρώ στην Ουκρανία.
Το Κίεβο βρίσκεται σε δύσκολη θέση και προβλέπεται ότι θα ξεμείνει από χρήματα τους πρώτους μήνες του 2026.
Τα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία βρίσκονται δεσμευμένα στο αποθετήριο Εuroclear στο Βέλγιο, το οποίο έχει ήδη απορρίψει την πρόταση της Κομισιόν.
Ο Βέλγος πρωθυπουργός Μπ. ντε Βέβερ επισήμανε ότι εκτός από τους νομικούς και οικονομικούς κινδύνους από αντίποινα της Ρωσίας, «η βιαστική προώθηση του προτεινόμενου σχεδίου δανείου για τις αποζημιώσεις θα είχε ως παράπλευρη συνέπεια ότι εμείς, ως ΕΕ, ουσιαστικά εμποδίζουμε την επίτευξη μιας ενδεχόμενης ειρηνευτικής συμφωνίας».
Ο δε Βέλγος ΥΠΕΞ, Μ. Πρεβό, σε συνέντευξή του στο RTL δήλωσε ότι «εάν η Ρωσία μας πάει στο δικαστήριο, θα έχει κάθε πιθανότητα να κερδίσει και δεν θα μπορέσουμε να αποπληρώσουμε αυτά τα 200 δισ. ευρώ, που αντιπροσωπεύουν το ισοδύναμο του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού ενός έτους. Αυτό θα σήμαινε πτώχευση του Βελγίου».
Σε διαφορετικό κλίμα κινήθηκαν οι χθεσινές δηλώσεις του γγ του ΝΑΤΟ, Μ. Ρούτε, ο οποίος λίγο πριν τη συνάντηση Πούτιν - Γουίτκοφ, δήλωσε πεπεισμένος ότι οι προσπάθειες των ΗΠΑ για την Ουκρανία «θα αποκαταστήσουν τελικά την ειρήνη στην Ευρώπη», τόνισε ο Ρούτε σε δημοσιογράφους, επαινώντας το έργο των ΗΠΑ για «τερματισμό» του πολέμου στην Ουκρανία.
«Χρειάζονται δύο για το ταγκό. (...) Οι Ουκρανοί θέλουν να μπουν στον χορό, θέλουν να βάλουν ένα τέλος σε αυτό και εκτιμούν ιδιαίτερα τις αμερικανικές ειρηνευτικές προσπάθειες. Σήμερα θα δούμε αν και οι Ρώσοι είναι πρόθυμοι να χορέψουν», πρόσθεσε ο επικεφαλής της ιμπεριαλιστικής «συμμαχίας».
Ο Ουκρανός Πρόεδρος, Β. Ζελένσκι, από την Ιρλανδία όπου πραγματοποιούσε επίσκεψη, επισήμανε ότι το Κίεβο είναι «πλήρως δεσμευμένο στις διαπραγματεύσεις». Ισχυρίστηκε δε ότι η Ουκρανία «είναι πιο κοντά στην ειρήνη από ποτέ» και ότι υπάρχει μια «πραγματική, αληθινή ευκαιρία» που πρέπει να αξιοποιηθεί.
Λίγες ώρες πριν τη συνάντησή του με τον Γουίτκοφ στη Μόσχα, ο Ρώσος Πρόεδρος χαιρέτισε την κατάληψη της πόλης Ποκρόφσκ (Κρασνοαρμέισκ) στο Ντονέτσκ, κάνοντας λόγο για μια σημαντική νίκη και εκτιμώντας ότι θα βοηθήσει τη Μόσχα να επιτύχει τους πολεμικούς της στόχους.
Η κατάληψη του Ποκρόφσκ «θα προσφέρει λύσεις καθώς προχωρούμε με την αποστολή που θέσαμε αρχικά κατά την έναρξη της ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης», τόνισε ο Πούτιν.
Ο ουκρανικός στρατός αναφέρει ότι εξακολουθεί να ελέγχει το βόρειο τμήμα της πόλης.
Αυτή η νίκη, αν επιβεβαιωθεί, προσφέρει στα ρωσικά στρατεύματα μια βάση για να προελάσουν βόρεια, προς τις δύο μόνες πόλεις του Ντονέτσκ που εξακολουθούν να ελέγχονται από την Ουκρανία, το Κραματόρσκ και το Σλοβιάνσκ. Παράλληλα θα είναι πιο ευάλωτη στις ρωσικές δυνάμεις η περιφέρεια Ντνιπροπετρόφσκ.
Η Ρωσία επιδιώκει να θέσει υπό τον έλεγχό της όλο το Ντονμπάς (Λουγκάνσκ και Ντονέτσκ) και αυτή η νίκη θα μπορούσε να ενισχύσει τη διαπραγματευτική θέση της. Η Ουκρανία εξακολουθεί να ελέγχει περίπου το 10% του Ντονμπάς.