Ενδεικτική των διαστάσεων που αποκτά η όξυνση των ενδοαστικών αντιθέσεων και στη Νότια Ασία είναι η απόφαση που έλαβε το Διεθνές Δικαστήριο Εγκλημάτων που εδρεύει στην πρωτεύουσα του Μπαγκλαντές, Ντάκα, κρίνοντας την πρώην πρωθυπουργό της χώρας, Σεΐχ Χασίνα, ένοχη για εγκλήματα πολέμου και καταδικάζοντάς την σε θάνατο.
Μετά από μια δίκη διάρκειας ενός μήνα, για τα γεγονότα που σημάδεψαν τη χώρα το πρώτο εξάμηνο του 2024, με μαζικές διαδηλώσεις κατά της κυβέρνησης Χασίνα και εκατοντάδες θανάτους διαδηλωτών (ο ΟΗΕ κάνει λόγο για 1.400), η πρώην πρωθυπουργός καταδικάστηκε ερήμην, καθώς από τον Αύγουστο του 2024 έχει διαφύγει στην Ινδία.
Η δικαστική απόφαση εκδόθηκε λίγους μήνες πριν τις βουλευτικές εκλογές που έχουν προγραμματιστεί να γίνουν τον Φλεβάρη, στις οποίες το κόμμα της Χασίνα, Σύνδεσμος Αουάμι, απαγορεύτηκε να συμμετάσχει.
Από τη μεριά της η Χασίνα έκανε λόγο για «μεροληπτική και πολιτικά υποκινούμενη» απόφαση, δηλώνοντας ότι «δεν φοβάμαι να αντικρίσω αυτούς που με κατηγορούν, σε ένα κανονικό δικαστήριο, όπου τα αποδεικτικά στοιχεία μπορούν να εξεταστούν δίκαια».
Η ποινή μπορεί να εφεσιβληθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο, αλλά ο Σατζίμπ Ουαζέντ, γιος της Χασίνα και σύμβουλός της, δήλωσε στο «Ρόιτερς» την παραμονή της ετυμηγορίας ότι δεν θα ασκηθεί έφεση αν δεν αναλάβει την εξουσία μια δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση, όπου θα συμμετέχει και ο Σύνδεσμος Αουάμι.
Από τη μεριά τους οι εισαγγελείς επικαλέστηκαν στοιχεία σύμφωνα με τα οποία η Χασίνα διέταξε τη χρήση θανάσιμης βίας για την καταστολή των κινητοποιήσεων τον Ιούλη και τον Αύγουστο του 2024.
Από τη φυγή της Χασίνα και μετά το Μπανγκλαντές διοικείται από μεταβατική κυβέρνηση υπό τον βραβευμένο με Νόμπελ τραπεζίτη Μουχάμαντ Γιουνούς, που εδώ και χρόνια διατηρεί σταθερή επικοινωνία με τις ΗΠΑ. Μιλώντας πρόσφατα στο «Ρόιτερς», η Χασίνα εκτίμησε ότι οι οπαδοί του κόμματός της θα μποϊκοτάρουν τις εκλογές του Φλεβάρη.