Επανέρχονται στην επιφάνεια οι ενδοαστικές αντιθέσεις Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατικών με αφορμή τις αγεφύρωτες έως τώρα διαφορές σε θέματα χρηματοδότησης του κρατικού προϋπολογισμού, που αναμένεται να αξιοποιηθούν από την κυβέρνηση του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ μεταξύ άλλων για απολύσεις κρατικών και δημοσίων υπαλλήλων.
Η αναστολή πληρωμής 750.000 κρατικών και δημόσιων υπαλλήλων αναμένεται να προκαλέσει τη δυσλειτουργία σε σειρά δημόσιων υπηρεσιών που εκτείνονται από τη λειτουργία εθνικών πάρκων και μουσείων ή τους ελέγχους στα τρόφιμα και τη διενέργεια ελέγχων σε αεροδρόμια έως τα επιδόματα επισιτιστικής βοήθειας σε φτωχές οικογένειες.
Πρόκειται για την πρώτη δημοσιονομική παράλυση δημοσίων υπηρεσιών (λεγόμενο «shutdown») από το 2018 που είχε εκδηλωθεί στη διάρκεια της πρώτης θητείας του Προέδρου Τραμπ και το 15ο από το 1981.
Ο ίδιος καθώς και ηγετικά στελέχη των Ρεπουμπλικάνων στο Κογκρέσο επέρριψαν την ευθύνη για το αδιέξοδο στην επίτευξη δημοσιονομικής συμφωνίας στους Δημοκρατικούς. Ο Τραμπ μάλιστα το πήγε και λίγο παραπέρα, διακρίνοντας ευκαιρία λέγοντας ότι «πολλά καλά πράγματα μπορεί να προκύψουν από το "shutdown", μπορούμε να ξεφορτωθούμε πολλά πράγματα που δεν θέλουμε και θα ήταν πράγματα των Δημοκρατικών».
Η δήλωσή του συνδυάστηκε από τη μετέπειτα προειδοποίηση του διευθυντή προϋπολογισμού του Λευκού Οίκου Ράσελ Βοτ ως ένδειξη πιθανότητας η προσωρινή αναγκαστική αργία δημοσίων υπαλλήλων να οδηγήσει στις απολύσεις κάποιων εξ αυτών.
Η δημοσιονομική παράλυση στις ΗΠΑ αναμένεται να έχει διάφορες επιπτώσεις μεταξύ αυτών και στην καπιταλιστική ανάπτυξη, αφού σύμφωνα με την ασφαλιστική εταιρεία «NationWide» κάθε εβδομάδα παράλυσης θα μπορούσε να μειώσει την ανάπτυξη κατά 0,2%.
Η διάρκεια της παράλυσης είναι επί του παρόντος άγνωστη, αλλά είναι χαρακτηριστικό πως η προηγούμενη του 2018 είχε κρατήσει 35 μέρες. Σε κάθε περίπτωση η πόλωση και οι αγεφύρωτες διαφορές τροφοδοτούν τα σκληρά παζάρια στο Κογκρέσο, με τους Δημοκρατικούς να επιμένουν σε τροποποιήσεις του «ωραίου, μεγάλου νόμου» του Προέδρου Τραμπ που είχε εγκριθεί το καλοκαίρι για να ενισχύσουν το δήθεν «φιλολαϊκό προφίλ» τους μέσω της επέκτασης επιδομάτων υγείας για εκατομμύρια Αμερικανούς που πρόκειται να λήξουν στο τέλος του έτους.
Στο φόντο της εντεινόμενης δυσαρέσκειας λαϊκών στρωμάτων στις ΗΠΑ για το υψηλό κόστος ζωής, ο Πρόεδρος Τραμπ ανακοίνωσε το βράδυ της Τρίτης στον Λευκό Οίκο συμφωνία με τον διευθύνοντα σύμβουλο της φαρμακοβιομηχανίας «Pfizer», Α. Μπούρλα για «σημαντικές μειώσεις τιμών» που κατά δήλωσή του κυμαίνονται «από 50% έως 100%». Η «Pfizer» προχώρησε πρώτη από άλλες φαρμακοβιομηχανίες για να αποφύγει τους δασμούς της κυβέρνησης σε μείωση σε σειρά φαρμάκων μέσω του άρθρου 232, εάν μεταφέρει μέρος της παραγωγής στις ΗΠΑ, στη διάρκεια τριετούς περιόδου χάριτος.
Ο Τραμπ ανακοινώνοντας τη συμφωνία εξήγησε ότι για δεκαετίες οι Αμερικανοί πλήρωναν πανάκριβα τα φάρμακα γιατί «χρηματοδοτούσαν την έρευνα και ανάπτυξη» των φαρμακοβιομηχανιών «προς όφελος του υπόλοιπου πλανήτη». Υποστήριξε πως αυτό ανήκει πλέον στο παρελθόν και πως οι Αμερικανοί θα γίνουν «το πιο προνομιακό έθνος» στο θέμα της τιμής των φαρμάκων, παρουσιάζοντας την εξέλιξη ως επιτυχία της προσπάθειας που ξεκίνησε τον περασμένο Ιούλιο στέλνοντας σε 17 μονοπώλια φαρμάκου επιστολές ζητώντας να μειώσουν τις τιμές σε επίπεδα που τα πουλούν στο εξωτερικό έως τις 29 Σεπτέμβρη. Σε αντίθετη περίπτωση απείλησε με 100% αύξηση δασμών και φόρων από 1η Οκτώβρη.
Ο Τραμπ ανακοίνωσε επίσης τη δημιουργία κρατικής ιστοσελίδας TrumpRx.gov που θα λειτουργήσει από τον Ιανουάριο του 2026 και θα προσφέρει μειωμένες τιμές για συνταγογραφούμενα φάρμακα της «Pfizer» και ενδεχομένως και άλλων μεγάλων εταιρειών δίχως μεσάζοντες.