Παρέμβαση Ολάντ για άμεσο διορισμό νέου πρωθυπουργού με «ελεύθερο» για τέτοια παζάρια
2025 The Associated Press. All |
Με φόντο τις τοποθετήσεις όλων των κομμάτων της αντιπολίτευσης ότι θα καταψηφίσουν την κυβέρνηση μειοψηφίας του Φρ. Μπαϊρού, οδηγώντας τον σε παραίτηση, αναζωπυρώνονται οι ενδοαστικές διεργασίες, γύρω από την «επόμενη μέρα» στο αστικό πολιτικό σύστημα, αλλά και τον προϋπολογισμό και τους όρους κλιμάκωσης των αντιλαϊκών μέτρων που έχουν ανάγκη τα μονοπώλια στη δεύτερη ισχυρότερη οικονομία της ΕΕ.
«Ζητήσαμε άμεση διάλυση της Εθνοσυνέλευσης (σ.σ. προκήρυξη νέων εκλογών). Γιατί η αλήθεια είναι πως χρειάζεται νέα κοινοβουλευτική πλειοψηφία ώστε νέες εκλογές να οδηγήσουν σε προϋπολογισμό», δήλωσε η Μ. Λεπέν μετά τη συνάντηση με τον Μπαϊρού, επαναλαμβάνοντας ότι η RN θα καταψηφίσει την κυβέρνηση. Πρόσθεσε δε ότι «ο μόνος τρόπος για να έχει ένας πρωθυπουργός λίγο μεγαλύτερη διάρκεια ζωής είναι η διάρρηξη με τον μακρονισμό» - την ίδια ώρα που τους προηγούμενους μήνες η «μακρονική» κυβέρνηση μειοψηφίας στηριζόταν στη στάση «ανοχής» της RN.
Από τη μεριά του ο Φρ. Μπαϊρού, που σήμερα θα συναντήσει εκπροσώπους των Σοσιαλιστών (PS), αναγνώρισε σε συνέντευξή του ότι «ο συμβιβασμός είναι κάτι όμορφο, αλλά δεν είμαι σίγουρος ότι είναι εφικτός».
Στο μεταξύ, ενώ συνεργάτες του Γάλλου Προέδρου διέρρεαν σε ΜΜΕ ότι ο Εμ. Μακρόν καλεί τα στελέχη των κομμάτων που συμμετέχουν στον κυβερνητικό συνασπισμό να εντείνουν επαφές με την ηγεσία των Σοσιαλιστών, ο πρώην ηγέτης του PS και πρώην Πρόεδρος της χώρας, Φρ. Ολάντ, σε παρέμβασή του ιεράρχησε την επίτευξη των «συμβιβασμών» και της «σταθερότητας» που έχουν ανάγκη οι «αγορές» και οι επενδυτές».
Σε αυτό το πλαίσιο, εξέφρασε δυσαρέσκεια επειδή ο επικεφαλής της κυβέρνησης «δεν ξεκίνησε συζητήσεις που να επιτρέπουν στη χώρα να έχει μια μορφή σταθερότητας και συνοχής». Ανέφερε μεταξύ άλλων ότι «απορρίπτει τη μέθοδο του σχεδίου προϋπολογισμού του πρωθυπουργού», χωρίς επίσης να αρνείται «το πρόβλημα του ελλείμματος» και την «κρίση χρέους». Ακόμα, ο Ολάντ είπε ότι «το χειρότερο πράγμα (σε μια τέτοια κατάσταση) είναι η αστάθεια, αυτό που φοβούνται οι δανειστές, αυτό που φοβούνται οι αγορές, για αυτό που ανησυχούν οι πολίτες, είναι ένα κενό - ότι οι επενδυτές δεν θα επενδύουν πλέον, ότι οι καταναλωτές δεν θα καταναλώνουν πλέον».
Εξίσου χαρακτηριστικά ο Ολάντ επέκρινε τη συμφωνία Μακρόν στην πρωτοβουλία Μπαϊρού να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης, καταλήγοντας ότι «κανείς δεν πιστεύει ότι ο Μπαϊρού θα μπορέσει να είναι πρωθυπουργός μετά τις 8 Σεπτεμβρίου», αλλά και ζητώντας ο Μακρόν να «διορίσει γρήγορα» αντικαταστάτη του και «να τον αφήσει να προχωρήσει σε συμβιβασμούς (...) ανεξάρτητα από την προσωπικότητα και τις πολιτικές του προτιμήσεις».
Στο μεταξύ, με φόντο τα «ζόρια» στην οικονομία και τις συνέπειες από την όξυνση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, διεργασίες καταγράφονται και σε άλλες χώρες, όπως η Βρετανία.
Ο σοσιαλδημοκράτης Βρετανός πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ προχώρησε σε «μίνι» ανασχηματισμό της κυβέρνησής του, ξεκαθαρίζοντας ταυτόχρονα πως είναι αποφασισμένος να παραμένει ηγέτης των Εργατικών τουλάχιστον έως τις επόμενες βουλευτικές εκλογές του 2029.
Σε πρώτη φάση δημιούργησε τη θέση του «Επικεφαλής υπουργού παρά τω πρωθυπουργώ» (Chief Secretary to the Prime Minister), με στόχο την «καθημερινή» υλοποίηση προτεραιοτήτων της κυβέρνησης. Το νέο πόστο αναλαμβάνει ο βουλευτής και επικεφαλής του ινστιτούτου του Εργατικού Κόμματος «Labour Digital» Ντάρεν Τζόουνς.
Ο Τζέμις Μάρεϊ ανέλαβε αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, που ήταν η προηγούμενη θέση του Τζόουνς.
Παράλληλα, η πρώην υποδιοικήτρια της Τράπεζας της Αγγλίας, Μινούσε Σαφίκ, διορίστηκε επικεφαλής σύμβουλος της κυβέρνησης για θέματα Οικονομίας (chief economic adviser), την περίοδο πριν από τον φθινοπωρινό προϋπολογισμό στις 30 Οκτωβρίου.
Ο Τιμ Αλαν (παλιό στέλεχος των Εργατικών που διετέλεσε και σύμβουλος του πρώην πρωθυπουργού Τόνι Μπλερ) ανέλαβε νευραλγικό πόστο στη γραμματειακή θέση του τομέα Επικοινωνιών, αντικαθιστώντας τον Τζέιμς Λάιονς.
Στη σκιά αυτής της εξέλιξης, το υπουργείο Εσωτερικών ξεκίνησε εκστρατεία για να ενημερώσει χιλιάδες αλλοδαπούς φοιτητές, η βίζα των οποίων λήγει, ότι δεν θα τους επιτραπεί να παραμείνουν στη χώρα, προκειμένου να αντιμετωπίσει την «ανησυχητική αύξηση» του αριθμού των ξένων φοιτητών που αιτούνται άσυλο μετά τη λήξη της φοιτητικής βίζας.