Κυριακή 2 Μάη 2010
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 9
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
Το κομμουνιστικό κίνημα και η αλλαγή συσχετισμών στη Λατινική Αμερική

Τέταρτο μέρος

Οι νέες ανάγκες της καπιταλιστικής αναπαραγωγής επέβαλαν την αντιμετώπιση ορισμένων προβλημάτων, όπως το πρόβλημα του μαζικού αναλφαβητισμού, η ανάγκη να διαμορφωθεί ένα «δίχτυ προστασίας» για τα πιο ακραία φαινόμενα φτώχειας και εξαθλίωσης, η διαμόρφωση υποδομών.

Η σταθεροποίηση των κοινωνικών συμμαχιών της τάξης του κεφαλαίου επέβαλε εκσυγχρονισμούς στη λειτουργία της αστικής δημοκρατίας. Για παράδειγμα, στη Χιλή πραγματοποιήθηκαν περισσότερες από 50 μεταρρυθμίσεις στο Σύνταγμα που είχε ψηφιστεί το 1980, καταργώντας ρυθμίσεις της δικτατορίας του Α. Πινοτσέτ (1973-1990).

Η ανάκαμψη που πραγματοποιήθηκε επέτρεψε τη μείωση της ανεργίας, η οποία σε μια σειρά χώρες υποδιπλασιάστηκε (στην Αργεντινή έφτασε το 10% από 19%, στη Βενεζουέλα στο 10% από 20%, κλπ.), ενώ ταυτόχρονα εφαρμόστηκαν πολιτικές περιορισμού της ακραίας εξαθλίωσης.

Στη Βραζιλία, σύμφωνα με υπολογισμούς του ΟΗΕ, το πραγματικό εισόδημα των φτωχότερων νοικοκυριών ενισχύθηκε κατά 28% μεταξύ 2004-2005, ενώ αυξήθηκε κατά 25% το όριο του κατώτατου μισθού.

Στη Βενεζουέλα το εισόδημα των πιο φτωχών αυξήθηκε κατά 43% το 2005. Ιδιαίτερα στη Βενεζουέλα ακολουθείται η πολιτική των «Μπολιβαριανών Αποστολών». Πρόκειται για προγράμματα κυρίως εθελοντικής εργασίας, μέσα από τα οποία επιδιώκεται η αντιμετώπιση του αναλφαβητισμού, η παροχή ιατρικής βοήθειας στις φτωχογειτονιές, η οργάνωση συσσιτίων, η οικοδόμηση νέων σπιτιών για τους φτωχούς, η εκπαίδευση στη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών, κλπ. Η αποστολή «Ζαμόρα» προωθεί τη λεγόμενη «μεταρρύθμιση της γης», που ουσιαστικά πρόκειται για μοίρασμα γης σε άκληρους αγρότες. Η γη, που σύμφωνα με το πρόγραμμα μπορεί να μοιράζεται, είναι γη κρατική, γη που διεκδικείται από ιδιώτες αλλά η κυβέρνηση αμφισβητεί τη διεκδίκησή της και ανεκμετάλλευτη γη ιδιωτών. Μέχρι τώρα η μεταρρύθμιση αφορά στις πρώτες δύο κατηγορίες και δεν έχει επεκταθεί στην τρίτη.

Η αποδοχή των πολιτικών αυτών των κυβερνήσεων από τα πιο φτωχά λαϊκά στρώματα έγινε και γίνεται προσπάθεια να μετασχηματιστεί σε μια διαδικασία ενεργητικής υποστήριξης μέσα από τη δράση μιας σειράς μαζικών οργανώσεων και φορέων.

Λατινική Αμερική, πεδίο όξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων

Η δυνατότητα αμφισβήτησης του κυρίαρχου ρόλου των ΗΠΑ στην περιοχή σχετίζεται με το ότι σε παγκόσμιο επίπεδο αναδύονται νέες δυνάμεις (Ρωσία, Κίνα, Ινδία κλπ.), διαμορφώνοντας νέες δυνατότητες για αναπροσαρμογή των συμμαχιών (π.χ. συμμαχίες Ρωσίας με Γερμανία - Ιταλία στον ενεργειακό τομέα) και των σχέσεων ανάμεσα στις καπιταλιστικές χώρες. Μια σειρά λατινοαμερικανικές χώρες προώθησαν την ανάπτυξη πολύπλευρων σχέσεων με τη Ρωσία, την Κίνα, τις χώρες της ΕΕ. Η Βενεζουέλα προχώρησε και σε δεύτερη συμφωνία αγοράς στρατιωτικού εξοπλισμού από τη Ρωσία, η Αργεντινή σε 12 διμερείς συμφωνίες με την Κίνα και 7 με τη Ρωσία, η Βραζιλία σε συμφωνίες εισαγωγής εμπορευμάτων από την Κίνα. Στα τέλη του 2008 ο ρωσικός στόλος έκανε την εμφάνισή του στις ακτές της Βενεζουέλας, προκαλώντας τις έντονες αντιδράσεις των ΗΠΑ.

Η Λατινική Αμερική μέσα σε αυτές τις συνθήκες αναδεικνύεται σε ένα πεδίο όξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων ανάμεσα στις ΗΠΑ, σε χώρες της ΕΕ, τη Ρωσία και την Κίνα, συμπεριλαμβανομένου και του αναδυόμενου ρόλου της Βραζιλίας. Ιδιαίτερα για τα κινεζικά κεφάλαια οι χώρες της Λατινικής Αμερικής έχουν γίνει προνομιακός χώρος δραστηριοποίησής τους. Το Νοέμβρη του 2004 η Κίνα υπέγραψε 39 εμπορικές συμφωνίες με 5 λατινοαμερικανικές χώρες. Στην Αργεντινή οι κινεζικές επενδύσεις φτάνουν τα 20 δισ. δολάρια. Η Κίνα έχει υπογράψει συμφωνίες με τη Βενεζουέλα για μελλοντική εξόρυξη πετρελαίου και φυσικού αερίου, ενώ προχώρησε στο δανεισμό 700 εκατομμυρίων δολαρίων προς την ίδια χώρα για την κατασκευή κατοικιών. Επίσης, η ΕΕ επεξεργάστηκε πρόσφατα σχέδιο με τίτλο «Περιφερειακή Στρατηγική για τη Λατινική Αμερική 2007-2013», που προβάλλει τους βασικούς στρατηγικούς στόχους της συνεργασίας ανάμεσα στην ΕΕ και τις χώρες της Λατινικής Αμερικής, με τη χρηματοδότηση εκ μέρους της ΕΕ συγκεκριμένων προγραμμάτων που στοχεύουν στη διαμόρφωση των κατάλληλων προϋποθέσεων για επενδύσεις ευρωπαϊκών κεφαλαίων στην περιοχή.

Η όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων φέρνει και την ένταση των εξοπλισμών στις χώρες της περιοχής. Ετσι, δεν είναι μόνο η Βενεζουέλα που προχώρησε σε συγκεκριμένες συμφωνίες αγοράς οπλισμού από τη Ρωσία, υπογράφοντας από το 2005 έως το 2009 12 συμβάσεις αξίας 4,4 δισ. δολαρίων. Είναι και η Βραζιλία που προχώρησε το Δεκέμβρη του 2008 σε συμφωνία στρατηγικής συνεργασίας με τη Γαλλία, που περιλαμβάνει την προμήθεια 36 μαχητικών αεροσκαφών, ναυπήγηση υποβρυχίων, κατασκευή και προμήθεια ελικοπτέρων, κ.ά.

Από τη σκοπιά των κυβερνήσεων των χωρών της Λατινικής Αμερικής, αλλά και από πολιτικές δυνάμεις που δρουν στο κομμουνιστικό κίνημα, αυτές οι επιλογές πολύπλευρων σχέσεων και με άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα και όχι μόνο με τις ΗΠΑ αναγορεύονται σε δρόμο για την επίτευξη μιας «ειρηνικής πορείας για τον κόσμο», τη λεγόμενη ανάδυση «ενός πολυπολικού κόσμου», δηλαδή ότι η αμφισβήτηση της θέσης των ΗΠΑ από άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις μπορεί να συμβάλει δήθεν στην αποτροπή των πολέμων, να οδηγήσει σε «ισορροπία δυνάμεων».

Η λατινοαμερικανική σοσιαλδημοκρατία

Οι εξελίξεις που σημειώθηκαν τη δεκαετία του 1990 και η όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων επέδρασαν και σε ανακατατάξεις στο αστικό πολιτικό σύστημα και στην ανάδειξη δυνάμεων έξω από τους μέχρι τότε συνασπισμούς αστικών κομμάτων που εναλλάσσονταν στην κυβέρνηση.

Καμιά πολιτική δύναμη δεν μπορεί να κριθεί μόνο από τις διακηρύξεις της ούτε από το τι γνώμη έχει για τον εαυτό της ούτε μόνο από το ποιες κοινωνικές δυνάμεις την ακολουθούν, αλλά πρώτα απ' όλα από την πράξη της, ποια γενικά συμφέροντα εξυπηρετεί. Είναι σίγουρο ότι για τη διαμόρφωση μιας τέτοιου είδους ολοκληρωμένης εκτίμησης για κάθε χώρα της Λατινικής Αμερικής χρειάζονται στοιχεία που δεν έχουμε στη διάθεσή μας. Δε θα ήταν όμως παρακινδυνευμένο να εντάξουμε στη σοσιαλδημοκρατία αυτές τις δυνάμεις που αναδείχτηκαν σε κυβερνήσεις. Είναι φυσικό η λατινοαμερικανική σοσιαλδημοκρατία να παρουσιάζει διαφορές σε σχέση με την κλασική ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία. Το γεγονός αυτό επίσης δεν είναι πρωτόγνωρο, αν θυμηθούμε ότι οι σοσιαλιστές του ευρωπαϊκού Νότου (Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία) τη δεκαετία του 1970 και 1980 διαφοροποιούνταν σε σχέση με τη γερμανική και σκανδιναβική σοσιαλδημοκρατία, αφού απευθύνονταν σε χώρες με διαφορετικές κοινωνικοοικονομικές και πολιτικές συνθήκες, π.χ., χώρες που μόλις είχαν βγει από δικτατορίες, δεν είχαν ακόμα ενταχθεί οργανικά στην ΕΟΚ, κλπ.

Η σύγχρονη λατινοαμερικανική σοσιαλδημοκρατία είναι ένα ιδιόμορφο σύνολο δυνάμεων που περιλαμβάνουν τμήματα παραδοσιακών «ποπουλιστικών» δυνάμεων (π.χ., περονιστές), εθνικιστές, κλασικές δυνάμεις που προέρχονται από τη σοσιαλδημοκρατία, σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Λατινικής Αμερικής που όμως δε συμμετείχαν στη Σοσιαλιστική Διεθνή (π.χ., το Βραζιλιάνικο Κόμμα των Εργατών, του Προέδρου Λούλα), καθώς και πρώην αντάρτικα αντιιμπεριαλιστικά κινήματα, ορισμένα από τα οποία είχαν και μαρξιστικό προσανατολισμό (όπως οι Σαντινίστας στη Νικαράγουα, το Μέτωπο Φαραμπούτο Μαρτί στο Σαλβαδόρ, οι Τουπαμάρος στην Ουρουγουάη), κ.ά. Η συνθηματολογία της διαμορφώνεται με βάση την ύπαρξη εκτεταμένων αγροτικών και μικροαστικών στρωμάτων σε αυτές τις χώρες και τις ευρύτερες λαϊκές διαθέσεις εναντίωσης με τις ΗΠΑ.

Η αντιιμπεριαλιστική συνθηματολογία δεν είναι τεκμήριο μιας συνεπούς αντιιμπεριαλιστικής γραμμής. Στην πραγματικότητα στις χώρες της Λατινικής Αμερικής (όπως και σε άλλες) υπάρχουν δύο «αντιιμπεριαλισμοί». Ο ένας είναι αστικός και εκφράζει τα τμήματα της αστικής τάξης αυτών των χωρών που επιδιώκουν να αναβαθμίσουν τη θέση τους εσωτερικά και στις σχέσεις τους στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα, με αιτήματα επαναδιαπραγμάτευσης των πολιτικών και οικονομικών σχέσεων τους, κυρίως με το ΔΝΤ και τις ΗΠΑ, που έχει ηγεμονικό ρόλο σε αυτό. Ο άλλος, ο συνεπής αντιιμπεριαλισμός, εκφράζει τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, αντιτίθεται στον ιμπεριαλισμό ως μονοπωλιακό καπιταλισμό και σε αυτό το πλαίσιο αντιπαλεύει και τις ανισότιμες σχέσεις σε διεθνές επίπεδο. Η πρώτη, η αστική αντίληψη για την πάλη ενάντια στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό, ουσιαστικά βασίζεται στην ερμηνεία του ιμπεριαλισμού ως σχέσης υποτέλειας και περιστολής εθνικών και κυριαρχικών δικαιωμάτων. Στο βαθμό που αυτή η άποψη επιδρά και στο ΚΚ καλλιεργούνται επικίνδυνες συγχύσεις.

Εχει ενδιαφέρον η παρακάτω παρατήρηση: «Αυτό που είναι σαφές ειδικά στη Λατινική Αμερική, είναι ότι οι κυβερνήσεις και οι διανοούμενοι μιλούν για τη βιωσιμότητα και την υπόσχεση της σοσιαλδημοκρατίας - μολονότι ο όρος αυτός μπορεί να μη χρησιμοποιείται. Στη Λατινική Αμερική οι εκλογές μετά το 2000 έφεραν τη δημοκρατική ή σχεδόν δημοκρατική αριστερά στην εξουσία σε χώρες που αντιστοιχούν στα τρία τέταρτα του πληθυσμού της περιοχής: Βραζιλία, Αργεντινή, Ουρουγουάη, Βενεζουέλα, Ισημερινός, Νικαράγουα, Βολιβία και Χιλή. Οι κυβερνήσεις, τουλάχιστον στη Βραζιλία, στην Αργεντινή, στην Ουρουγουάη και στη Χιλή, όπως και στην Κόστα Ρίκα, υιοθέτησαν μια σοσιαλδημοκρατική οδό.

Το γνωστό απόφθεγμα ότι η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση υποσκάπτει τις σοσιαλδημοκρατίες, ιδίως στις εξαρτώμενες χώρες τον παγκόσμιου Νότου, είναι λανθασμένο (...) Δεν είναι απαραίτητο να αναπτυχθεί ένα υψηλό επίπεδο κοινωνικής συνοχής προκειμένου να θεσπιστούν οι σοσιαλδημοκρατικές διευθετήσεις...»12.

Το παραπάνω απόσπασμα αναδεικνύει το γεγονός ότι η δυνατότητα της σοσιαλδημοκρατίας να αποτελεί εναλλακτική πολιτική επιλογή για τη διαχείριση του συστήματος δεν περιορίζεται μόνο σε χώρες όπου υπάρχει παραδοσιακή και ισχυρή εργατική αριστοκρατία και ανάλογο συνδικαλιστικό κίνημα που εκφράζει τα συμφέροντά της, δηλαδή αντικειμενικά ισχυρή κοινωνική βάση. Δεν πρέπει βεβαίως να υποτιμήσουμε την ύπαρξη τμημάτων εργατικής αριστοκρατίας σε ορισμένες χώρες της Λατινικής Αμερικής (π.χ., τμήματα εργαζομένων στην πετρελαϊκή εταιρεία της Βενεζουέλας PDVSA), τα πιο παραδοσιακά τμήματα της οποίας είχαν διαμορφώσει δεσμούς με παλιότερα αστικά πολιτικά κόμματα, όπως επίσης δεν πρέπει να υποτιμηθεί και η διαμόρφωση νέων τμημάτων εργατικής αριστοκρατίας. Σε μεγάλο βαθμό η σοσιαλδημοκρατία της Λατινικής Αμερικής στηρίζεται σε μισοπρολεταριακές, αγροτικές και μικροαστικές μάζες, οι οποίες υιοθετούν τον αστικό αντιιμπεριαλισμό.

Δεν μπορεί να αμφισβητηθεί το αστικό - με τις ιδιαιτερότητές του - περιεχόμενο των πολιτικών αυτών των κυβερνήσεων. Οι εθνικοποιήσεις, τα προγράμματα άμβλυνσης της οξυμένης φτώχειας, που στις περισσότερες περιπτώσεις γίνονται μέσω θεσμών που θυμίζουν «κοινωνία των πολιτών», οι αστικοί εκσυγχρονισμοί, η επαναδιαπραγμάτευση των διεθνών σχέσεων σε διεθνές και περιφερειακό επίπεδο είναι στοιχεία που έχουν συναντηθεί ιστορικά σε διάφορες εκδοχές της αστικής διαχείρισης. Η διαμόρφωση συμμαχιών της αστικής τάξης με τη μεγάλη αγροτική φτωχολογιά και τα φτωχά, μεσαία και μισοπρολεταριακά στρώματα είναι ένα βασικό στοιχείο αυτών των πολιτικών διαχείρισης.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

*Ο Κύριλλος Παπασταύρου είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνος της Ιδεολογικής Επιτροπής.

Σημειώσεις:

12. Αρθρο του Richard Sandbrook, καθηγητή πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο, στο ηλεκτρονικό περιοδικό e-republic όπου δημοσιεύουν άρθρα πανεπιστημιακοί σοσιαλδημοκρατικού προσανατολισμού κυρίως από την Ελλάδα.


Του
Κύριλλου ΠΑΠΑΣΤΑΥΡΟΥ*


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ