Κυριακή 4 Μάρτη 2007
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 9
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
Για την ανάπτυξη επαναστατικής συνείδησης σε μη επαναστατικές συνθήκες

Ζητούμενο η ανάπτυξη ταξικής συνείδησης

Μέρος πέμπτο
4. H επίδραση της επαναστατικής συνείδησης στην επαναστατική πολιτική

Η νέα κατάκτηση μιας πιο πολύπλευρης και βαθιάς γνώσης για τις αιτίες της κοινωνικής και πολιτικής οπισθοδρόμησης οπωσδήποτε θα επιδράσει καθοριστικά στη διαμόρφωση πιο συνειδητών και μάχιμων κομμουνιστών, εργατικών πρωτοποριών. Η ενίσχυση της ιδεολογικής πεποίθησής τους θα ενδυναμώσει και την αντοχή στις αντιξοότητες της ταξικής πάλης σε περίοδο ύφεσης. Ομως είναι και κάτι παραπάνω: Θα ενισχυθεί η ατομική και συλλογική ικανότητα των κομμουνιστών και κομμουνιστριών στην εξειδίκευση της επαναστατικής πολιτικής γραμμής, επομένως και στην αποτελεσματικότητά της να διεισδύει στις κοινωνικές οργανώσεις και στους αγώνες.

Ας προσπαθήσουμε ν' αναλύσουμε την παραπάνω εκτίμηση. Στην καθημερινή διαπάλη αντιμετωπίζουμε τον εξής αντίλογο:

«Καλά τα λέτε, καλά τα αναλύετε, καλά τα κρίνετε, αλλά δεν έχετε κυβερνητική πρόταση», ή «... δεν έχετε εναλλακτική πρόταση απέναντι στις κυβερνητικές θέσεις» ή «δε θέλετε να πάρετε μέρος στην κυβερνητική εξουσία, είστε, μόνο αντιπολιτευτική δύναμη που ασκεί πίεση στην κυβερνητική εξουσία».

Και ακόμη πιο εξειδικευμένα: «Το ΚΚΕ κάνει προτάσεις για μισθούς, επιδόματα ανεργίας, συντάξεις κλπ., αλλά δεν υπολογίζει το κόστος τους, γιατί το ίδιο δεν τα διαχειρίζεται, δεν είναι κόμμα εξουσίας». Πρόκειται για αντίλογο που προέρχεται από τους αστικούς ή και οπορτουνιστικούς αντιπάλους (όταν π.χ. μας κατηγορούν για μαξιμαλιστικές προτάσεις), αντίλογος που επηρεάζει εργατικές και λαϊκές δυνάμεις.

Ωστόσο, γενικά γνωρίζουν ότι το ΚΚΕ όχι μόνο έχει εξειδικευμένες πολιτικές προτάσεις (θέσεις), αλλά και τις συνδέει με την ανατροπή του χαρακτήρα της σημερινής (καπιταλιστικής) εξουσίας. Αυτή, άλλωστε, είναι η στρατηγικής σημασίας αντίθεσή του με τον ΣΥΝ, που θωρεί τη διαμόρφωση προτάσεων ως προϊόν διαλόγου, συναλλαγής μεταξύ ταξικά διαφορετικών πολιτικών δυνάμεων.

Για παράδειγμα, στο θεμελιακό δικαίωμα στην εργασία, δεν είναι ζήτημα μιας διαφορετικής διαχείρισης με περισσότερες ή λιγότερες θέσεις στο Δημόσιο, με άμεση ή όχι πριμοδότηση των καπιταλιστικών επιχειρήσεων για νέες προσλήψεις, με επίδομα ανεργίας απευθείας στον εργαζόμενο ή ως επιδότηση - κίνητρο πρόσληψής του από την καπιταλιστική επιχείρηση, ή η άκρως οπορτουνιστική τοποθέτηση του ΣΥΝ ότι «ο Κ. Καραμανλής έπρεπε να είναι και πρωθυπουργός των ανέργων, όχι μόνο των μεγαλοεπιχειρηματιών»1.

Ο,τι μπορέσουν να κατακτήσουν οι άνεργοι είναι αποτέλεσμα σκληρής ταξικής πάλης με την εξουσία του κεφαλαίου που εκπροσωπείται και από τον εκάστοτε πρωθυπουργό. Η εξάλειψη της ανεργίας είναι ζήτημα διαφορετικών σχέσεων ιδιοκτησίας, παραγωγής (κοινωνική ιδιοκτησία μέσων παραγωγής, κεντρικός σχεδιασμός στην κατανομή μέσων παραγωγής και εργατικής δύναμης), επομένως και ζήτημα διαφορετικής εξουσίας.

Αυτή η πολιτική θέση του ΚΚΕ συμπληρώνεται με προτάσεις - αιτήματα πάλης του εργατικού κινήματος, που αφορούν τους όρους πώλησης της εργατικής δύναμης όσο υφίστανται οι εκμεταλλευτικές σχέσεις. Σε αυτή τη γραμμή, π.χ. το ΚΚΕ κατέθεσε πρόταση νόμου2 για την εξασφάλιση των ανέργων.

Το ίδιο αφορά στο εξίσου θεμελιακό δικαίωμα στην Παιδεία. Η κατηγορία προς το Κόμμα μας ότι υπερασπίζεται ένα παλαιωμένο σύστημα ανώτατης ή και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, αφού αρνείται τη μεταρρύθμισή του, είναι τεχνητά, ψευδεπίγραφα κατασκευασμένη. Στηρίζεται στο πλαστό δίλημμα, «σύγχρονο ή απαρχαιωμένο εκπαιδευτικό σύστημα», δίλημμα που ολοκληρωμένο θα ήταν «σύγχρονοι ή απαρχαιωμένοι ταξικοί φραγμοί στην εκπαίδευση». Ενα τέτοιο ερώτημα μπορεί να έχει αποδέκτες εκπροσώπους της αστικής και όχι της εργατικής τάξης. Για τις εργατικές και λαϊκές δυνάμεις το μόνο συμφέρον αίτημα είναι: Αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν Παιδεία σε όλες τις βαθμίδες της, σύγχρονη σε υποδομές, παιδαγωγικές μεθόδους και συστήματα εκμάθησης, στο γνωστικό αντικείμενο και στην ικανότητα πρακτικής διαχείρισής του (επαγγελματική κατάρτιση), στην έρευνα.

Με ανάλογη μεθοδολογία, δηλαδή ως κοινωνική ανάγκη και ως γενική κοινωνική πολιτική, προσεγγίζουμε και τη φροντίδα Υγείας, τη λαϊκή στέγη, την ανάπαυση από την εργασία και τη δημιουργική, προσωπικά επιλεγμένη ενασχόληση στο μη εργάσιμο χρόνο.

Ποιος εργάτης ή εργάτρια, μισθωτός, εργαζόμενος βιοπαλαιστής μικρο-παραγωγός ή αγρότης δεν καταλαβαίνει αυτές τις πολιτικές θέσεις; Ομως πώς σκέπτεται; «Η κατάργηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας (της εμπορευματοποίησης) στην Υγεία, στην Παιδεία, στην κατοικία σήμερα δεν μπορεί να γίνει, γιατί προϋποθέτει σύγκρουση με το κεφάλαιο (την ατομική ιδιοκτησία στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής) και την εξουσία του. Αφού, λοιπόν, έτσι και αλλιώς, πληρώνω το φροντιστήριο, τα έξοδα διαμονής σε άλλη πόλη ή και στο εξωτερικό για σπουδές, ή στο απογευματινό ιατρείο του νοσοκομείου κλπ., ας γίνει μια καλύτερη ρύθμιση μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού».

Σε αυτό το «ρεαλισμό» κυριαρχεί ο συμβιβασμός, η αποδοχή της συναίνεσης σε ξένα ταξικά συμφέροντα, η παραίτηση από τη διεκδίκηση, την πάλη και βέβαια η μη στράτευση με την επαναστατική, ανατρεπτική πολιτική. Με όρους της μαρξιστικής - λενινιστικής πολιτικής επιστήμης, θα λέγαμε ότι «δεν υπάρχει επαναστατική κατάσταση». Δηλαδή, οι διαθέσεις πρώτ' απ' όλα των εργατικών μαζών δεν έχουν φτάσει «να μη θέλουν να υποτάσσονται» στα συμφέροντα, στην εξουσία του κεφαλαίου. Αλλιώς, «οι πάνω να μην μπορούν να εξουσιάζουν», να υποτάσσουν τη συνείδηση και στάση «των κάτω». Οι αστοί πολιτικοί και δημοσιολόγοι εκχυδαΐζουν αυτήν την επιστημονική αλήθεια, προβάλλοντας τη διαπίστωση (ως προς το ΚΚΕ) «αφού οι μάζες δε σας ακολουθούν» ή «πάνω από 90% ψήφισαν τα κόμματα του ευρωενωσιακού μονόδρομου».

Σε αυτές τις συνθήκες η απλοϊκή και μη εξεγερμένη εργατική σκέψη και στάση ευθυγραμμίζεται με την αστική πολιτική και προπαγάνδα. Η πίεση που ασκεί αυτός ο μαζικός συμβιβασμός είναι τόσο ισχυρή που ακόμη και κομμουνιστές και κομμουνίστριες - ή και συλλογικά τα κομμουνιστικά κόμματα - τείνουν να μη διαχωρίζουν το αντικειμενικό από το υποκειμενικό στοιχείο στους παράγοντες για μια μαζική στράτευση των εργατικών δυνάμεων με την επαναστατική πολιτική.

Βέβαια, οι προθέσεις είναι αγνές, αυτοκριτικές, όχι όμως απαλλαγμένες από τον κίνδυνο ν' αναχθούν παράγοντες έξω από τη σκέψη, τη θέληση και τη δράση ενός κομμουνιστικού κόμματος σε εσωτερικούς, υποκειμενικούς, με κίνδυνο απώλειας των πραγματικών καθηκόντων και του πραγματικού μέτρου για την ανάπτυξη του υποκειμενικού παράγοντα.

Είναι αλήθεια ότι δύσκολα ανιχνεύεται ως τάση η επίδραση ενός κομμουνιστικού κόμματος στην οργάνωση, μαχητικοποίηση, συνειδητοποίηση εργατικών, ακόμη και άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων, σε συνθήκες που αντικειμενικά δεν έχει τεθεί στην ημερήσια διάταξη «τώρα για την εξουσία». Συχνά αυτή η επίδραση είναι αργή και βασανιστική, με αντιφατικά στοιχεία, π.χ. ορισμένη συνειδητοποίηση χωρίς αντίστοιχη διάθεση πάλης ή ορισμένη συνειδητοποίηση με ταυτόχρονη ενσωμάτωση (π.χ. δύο δουλιές για ν' ανέβει το εισόδημα για ένα πιο ικανοποιητικό επίπεδο κάλυψης κάποιων αναγκών). Και ακόμη, κριτήριο ψήφου στις δημοτικές εκλογές σύμφωνα με το συγκυριακό ατομικό και όχι το ταξικό συμφέρον, όχι σπάνια σε αντίθεση και με το ατομικό πολιτικό κριτήριο.

Ετσι είναι πάντοτε παρούσες οι συνθήκες να εκτραπεί η πολιτική ενός επαναστατικού εργατικού κόμματος, ενός κομμουνιστικού κόμματος από τον επαναστατικό άξονα, να προσαρμοστεί στις συνθήκες της «ειρηνικής» περιόδου ή και να τις αγνοήσει.

Είναι δύσκολο και σύνθετο καθήκον το όραμα εξουσίας και κοινωνικής προοπτικής να μην αποσυνδέεται από την καθημερινή πολιτική δράση, τη δράση μέσα στις μάζες που δε θέλγονται ακόμη από το όραμα. Αλλά αυτό το τελευταίο αποτελεί αντικείμενο ιδιαίτερης διαπραγμάτευσης.

Σημειώσεις:

1. Εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ», 15 Σεπτέμβρη 2006, συνέντευξη του προέδρου του ΣΥΝ Αλ. Αλαβάνου στη Θεσσαλονίκη, 14 Σεπτέμβρη 2006.

2. Εφημερίδα «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ», 18 Ιούνη 2006.

(Συνεχίζεται)

Το άρθρο αναδημοσιεύεται από την «Κομμουνιστική Επιθεώρηση», Τεύχος 6 2006


Της
Ελένης ΜΠΕΛΟΥ*
*Η Ελένη Μπέλλου είναι μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, επικεφαλής της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ.


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ