Κυριακή 12 Νοέμβρη 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 9
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Τα πολιτικά πρόσωπα και οι ταξικές επιλογές τους

ΚΩΣΤΑΣ ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ

«Ποιος είναι καταλληλότερος για δήμαρχος, ή νομάρχης;». Το ερώτημα τέθηκε κατ' επανάληψη από τις εταιρείες δημοσκόπησης, ή τα μέσα ενημέρωσης, στη διάρκεια της πρόσφατης προεκλογικής περιόδου. Ηταν ένα στοιχείο που χαρακτήρισε αυτήν την αναμέτρηση, αφού πολλοί υποστήριζαν ότι σ' αυτές τις εκλογές κρίνονται κυρίως τα πρόσωπα των υποψηφίων και οι ατομικές τους ικανότητες.

Κατ' αναλογία, το ερώτημα περί του «καταλληλότερου» τίθεται με κάθε αφορμή, είτε πρόκειται για τη θέση του αρχηγού ενός κόμματος, του βουλευτή, του υπουργού, γενικά του ηγέτη. Συνήθως με την προβολή αυτού του ερωτήματος επιχειρείται να αποσυνδεθεί το πρόσωπο από τις ιδέες του και την πολιτική του ταυτότητα και ως τέτοιο να προβληθεί σαν το κατάλληλο να διαχειριστεί τις υποθέσεις της κοινωνίας σε όφελος όλων και της πλουτοκρατίας και του λαού. Αυτό επιχειρείται, ως ένα από τα μέσα για την παραπλάνηση των λαϊκών στρωμάτων στις πολιτικές τους επιλογές, με βάση τα πραγματικά τους συμφέροντα, αφού αυτά είναι εκ διαμέτρου αντίθετα με αυτά που οι «κατάλληλοι» πολιτικοί υπηρετούν. Κατορθώνουν, όμως, να διοχετεύουν τη δυσαρέσκεια από την αντιλαϊκή πολιτική σε ανώδυνα μονοπάτια για να αναπαράγεται ομαλά η λειτουργία του αστικού πολιτικού συστήματος. Και να υποτάσσονται σ' αυτό οι λαϊκές δυνάμεις.

Η πρακτική αυτή περί «κατάλληλων πολιτικών προσώπων» οδηγεί πολλές φορές στην εμφάνιση τραγελαφικών καταστάσεων όπως, παραδείγματος χάριν, την περίοδο 2001 - 2003 όταν στις δημοσκοπήσεις η πλειοψηφία «ψήφιζε» τη Νέα Δημοκρατία για κυβέρνηση και τον Κ. Σημίτη για πρωθυπουργό.

Βεβαίως, αυτός ο φαινομενικός επί της ουσίας διχασμός εξηγούνταν, αφού για τη μεγάλη πλειοψηφία δεν υπήρχαν ουσιαστικές διαφορές πολιτικής μεταξύ του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ και απ' την άλλη ο κ. Σημίτης εμφανιζόταν ως «καταλληλότερος» διαχειριστής αυτής της πολιτικής, όντας ήδη πρωθυπουργός.

Εξίσου υποβολιμαία είναι και η προσπάθεια να εμφανιστούν κάποιοι υποψήφιοι ως ανεξάρτητοι, δηλαδή ανεξάρτητοι από κόμματα και πολιτικές.

Κάθε άνθρωπος, ακόμη και στην καθημερινή του ζωή, είναι υποχρεωμένος να παίρνει θέση σε σειρά προβλημάτων που αντιμετωπίζει. Που είναι πολιτική, αφού καθορίζει τη θέση του απέναντι στα πράγματα, τους άλλους ανθρώπους, το κοινωνικό σύνολο, την εξουσία.

Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο, όταν πρόκειται να διαχειριστεί κάποιος μια δημόσια υπόθεση, αφού μπορεί ο ίδιος να εμφανίζεται ότι αποποιείται οποιαδήποτε δέσμευση (πολιτική - κομματική), είναι όμως αντικειμενικά υποχρεωμένος, να σταθεί, και εν τέλει στέκεται σε μια από τις δύο πλευρές της διαχωριστικής γραμμής που δημιουργείται από την ταξική φύση των προβλημάτων.

Ικανότητες για ποιον;

Ασφαλώς, οι ατομικές ικανότητες κάθε ανθρώπου που αναλαμβάνει ένα δημόσιο αξίωμα έχουν μεγάλη σημασία. Ομως, δεν είναι αυτές που καθορίζουν το αποτέλεσμα, δεδομένου ότι το αποτέλεσμα γεννά αρνητικές συνέπειες για κάποιους, (στην προκειμένη περίπτωση αυτής της ταξικής κοινωνίας για το λαό), και οφέλη για κάποιους άλλους, για τους πλουσίους. Το ζήτημα λοιπόν είναι στην υπηρεσία ποιας πολιτικής θέτει κανείς τις ατομικές του ικανότητες. Δηλαδή, ποιους θα ωφελήσει και εναντίον ποιων θα στραφεί.

Παραδείγματος χάριν: Τι νόημα έχουν για έναν εργαζόμενο οι αναγνωρισμένες ατομικές ικανότητες ενός βουλευτή που υπηρετώντας την πολιτική της ΝΔ, ή του ΠΑΣΟΚ, ψηφίζει ένα νόμο για την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης στο όνομα της «ανταγωνιστικότητας», δηλαδή των επιχειρηματικών κερδών;

Το αστικό πολιτικό σύστημα για τις άμεσες ανάγκες του, αλλά και για την αναπαραγωγή του, έχει διαμορφώσει τα κριτήρια για την επιλογή των πολιτικών διαχειριστών του. Σύμφωνα με τα κριτήρια αυτά, ικανός για τα δημόσια αξιώματα είναι αυτός που πολιτικά υπηρετεί με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης, έχοντας ταυτόχρονα την ικανότητα να εκτονώνει τη δυσαρέσκεια από την αντιλαϊκή πολιτική, να συμβάλλει ώστε τμήματα του λαού να ανέχονται ή και να υποτάσσονται στο σύστημα. Στην απλή λαϊκή γλώσσα, ο καταφερτζής, ο καπάτσος, ο δημαγωγός, αυτός που γνωρίζει τους «κατάλληλους» ανθρώπους της εξουσίας, που έχει τις σωστές διασυνδέσεις, που μπορεί να βρίσκει λύσεις στα προσωπικά προβλήματα του ψηφοφόρου - πελάτη.

Κατά καιρούς, και ανάλογα με τις ειδικές ανάγκες του συστήματος, αυτά τα κριτήρια διανθίζονται και με άλλα, όπως π.χ. το κριτήριο του «νεαρού» της ηλικίας.

Φυσικά, καμιά σημασία για τον εργαζόμενο δεν έχει το νεαρόν της ηλικίας, παραδείγματος χάριν, ενός δημάρχου, όταν αυτός υλοποιεί μια πολιτική ιδιωτικοποίησης των λειτουργιών της τοπικής αυτοδιοίκησης, μια πολιτική διαπλοκής με τους επιχειρηματίες, μια φορομπηχτική πολιτική.

Στην «εποχή της τηλεόρασης», δηλαδή στην κυριαρχία της εικόνας και των εντυπώσεων, προστέθηκε ένα ακόμη χαρακτηριστικό που προσμετράται στα «προσόντα» των υποψηφίων, η αναγνωρισιμότητα...

Δηλαδή, ο χρόνος παραμονής του υποψήφιου στα «παράθυρα» των τηλεοπτικών σταθμών, που τον καθιστά «αναγνωρίσιμο» από τους ψηφοφόρους, γίνεται κριτήριο εκλογής του, χωρίς να ενδιαφέρει το τι λέει, ή τι κάνει, στη διάρκεια της τηλεοπτικής του παρουσίας. Πολύ περισσότερο, χωρίς να ενδιαφέρει η παρουσία (ή απουσία) του «αναγνωρίσιμου» στο κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι.

Στην αποθέωση των σύγχρονων μεθόδων του «πολιτικού μάρκετινγκ», τα αστικά πολιτικά κόμματα, εν ονόματι της «άμεσης δημοκρατίας» προωθούν μεθόδους εκλογής των στελεχών τους, με τις οποίες στην ουσία ενισχύουν τα προσωποπαγή χαρακτηριστικά της ηγεσίας τους. Στα ελληνικά δεδομένα, η ανάδειξη των κ.κ. Καραμανλή και Παπανδρέου στην ηγεσία των κομμάτων τους προέκυψε μετά από μια εκκωφαντική εκστρατεία ομοφωνίας των μέσων ενημέρωσης στο σύνολό τους. Ειδικότερα, η εκλογή του κ. Παπανδρέου, όχι από κάποιο κομματικό όργανο αλλά από ένα «εκλογικό σώμα» χωρίς ταυτότητα, διαδικασία με την οποία ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ απέκτησε απόλυτη και αδιαμφισβήτητη εξουσία στο κόμμα του, δείχνει το μέγεθος των «δημοκρατικών ευαισθησιών».

Στη διεθνή σκηνή, νέα πρότυπα εμφανίζονται στην εκλογή των ηγετών των αστικών κομμάτων. Οπως, της πρωτοφανούς διαδικασίας για το χρίσμα της υποψηφιότητας του Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος στις προεδρικές εκλογές, όπου οι τρεις διεκδικητές του χρίσματος δεν κρίνονται από το κόμμα τους, αλλά από τις επιδόσεις τους σε τρία τηλεοπτικά «ντιμπέιτ»!

Στο αντίποδα αυτών των αντιλήψεων, το εργατικό κίνημα έχει και πρέπει να έχει τα δικά του κριτήρια για τα πρόσωπα και την επιλογή των δικών του ηγετών, στον αντίποδα όλων των παραπάνω. Και το ΚΚΕ, επίσης, καλεί τους εργαζόμενους να αναδείξουν, αυτούς τους δικούς τους ηγέτες, οι εργάτες, τ' άλλα λαϊκά στρώματα με βασικό γνώμονα το ταξικό τους συμφέρον. Να αναδείξουν εκείνους που αποφασιστικά και αταλάντευτα στέκονται από την πλευρά της εργατικής τάξης στην αντιπαράθεσή της με το κεφάλαιο και τους εκπροσώπους του. Εκείνους που μπορούν να «διαβάσουν» όχι μόνο το σήμερα, αλλά στηριγμένοι στους νόμους της κοινωνικής εξέλιξης ανοίγουν το δρόμο για τη ρήξη και την ανατροπή αυτού του συστήματος. Εκείνους που έχουν ως τίτλο τιμής τη συμμετοχή τους στους ταξικούς αγώνες ως πρωτοπόροι ηγέτες για το μεροκάματο, τη δουλιά, την Κοινωνική Ασφάλιση, τη δημόσια δωρεάν Παιδεία και Υγεία, τα δημοκρατικά δικαιώματα, σε ευθεία αντίθεση με την πολιτική των επιχειρηματιών. Που δίνουν καθημερινά πολιτικές μάχες όχι μόνο για τη βελτίωση της θέσης των εργαζομένων στην καπιταλιστική κοινωνία, αλλά για την κατάργηση αυτής της κοινωνίας, ώστε να γίνει ο λαός κυρίαρχος. Εκείνους που έχουν κερδίσει την «αναγνωρισιμότητά» τους από την καθημερινή παρουσία, όχι στα τηλεπαράθυρα, αλλά στο γιαπί, στο εργοστάσιο, στο γραφείο, στη γειτονιά, εκεί που δουλεύουν, ζουν και αγωνίζονται οι αδικημένοι. Εκείνους που στέκονται μπροστά τους με μοναδικά διαπιστευτήρια τα σημάδια των αγώνων τους.


Δάνης ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ