Η στάση της κυβέρνησης και των αρμόδιων αρχών απέναντι στη σκληρή μάχη των ομίλων Λάτση και Πειραιώς που προσπαθούν να αποκτήσουν τον έλεγχο της Τράπεζας Εργασίας με νόμιμα ή άνομα μέσα και να επιβάλουν έτσι τη θέλησή τους στην ελληνική τραπεζική αγορά, μέσω της εξόντωσης του ανταγωνιστή τους, προκαλεί εύλογα ερωτηματικά. Πολλοί μάλιστα, συγκρίνοντας το σημερινό αγώνα δρόμου για την κατάκτηση κυρίαρχης θέσης ιδιωτικών τραπεζικών ομίλων στην εγχώρια τραπεζική αγορά με την περίοδο που ο μύθος του "έξυπνου τραπεζίτη" κατέρρευσε μέσα σε λίγες ώρες όταν είδαν το φως της δημοσιότητας τα "έξυπνα σκάνδαλα" του μεγαλοαπατεώνα Κοσκωτά, δε διστάζουν να χαρακτηρίσουν τη στάση των αρμόδιων αρχών που είναι υπεύθυνες για την εποπτεία του τραπεζικού συστήματος και των μικροαποταμιευτών - μικρομετόχων, σαν "ένοχη σιωπή".
*****
Με ποιο κριτήριο άραγε, οι διοικήσεις των δύο τραπεζών ("Γιούρομπανκ" και Πειραιώς) προσφέρουν για την απόκτηση του 50,01% των μετοχών της Τράπεζας Εργασίας, ποσό πάνω από 1 τρισ. δραχμές, ενώ πριν 3 μόλις βδομάδες πρόσφεραν περίπου 200 δισ. δραχμές λιγότερα;
Με ποιο σκεπτικό, η διοίκηση της Τράπεζας Πειραιώς, με τη δεύτερη αντιπροσφορά της και - με βάση το κλείσιμο του Χρηματιστηρίου την Παρασκευή 9 Ιούλη - ανέβασε το τίμημα για την απόκτηση του 50,01% των μετοχών της Εργασίας, από 785,4 δισ. δραχμές που έδινε με την 1η προσφορά της "Γιούρομπανκ" (τώρα ο Λάτσης ετοιμάζεται να προσφέρει περισσότερα) στο 1,1 τρισ. δραχμές (2η προσφορά ομίλου Τράπεζας Πειραιώς);
Πώς είναι δυνατόν, τα "αφεντικά" της "Γιούρομπανκ" και Πειραιώς να προσφέρουν σήμερα για την απόκτηση του 50,01% της Τράπεζας Εργασίας ΤΕΤΡΑΠΛΑΣΙΟ ποσό σε σχέση με το ποσό που πρόσφεραν όταν η κυβέρνηση έβγαλε στο σφυρί το 51% των μετοχών της Ιονικής, η πραγματική αξία της οποίας ήταν και παραμένει πολλαπλάσια της Εργασίας; Αποτελεί δε κοινό, και αναμφισβήτητα μυστικό, ότι η πραγματική αξία του 51% των μετοχών της Ιονικής (που το απέκτησε ο όμιλος της ιδιωτικής τράπεζας Πίστεως του κ. Κωστόπουλου αντί του ευτελούς ποσού των 273 δισ. δραχμών) ήταν και παραμένει μεγαλύτερη από αυτή της Εργασίας, καθώς η Ιονική κατείχε την τρίτη θέση μεταξύ των ελληνικών τραπεζών, πολύ μεγαλύτερα μερίδια καταθέσεων και χορηγήσεων στην αγορά, πολύ περισσότερα υποκαταστήματα και πολύ μεγαλύτερη κινητή και ακίνητη περιουσία από αυτή της Εργασίας για την οποία η τελευταία προσφορά του ομίλου Πειραιώς ανέβασε τη χρηματιστηριακή αξία του 50,01% των μετοχών στο μυθικό ποσό των 1,1 τρισ. δραχμών.
****
Η τελευταία υπερπροσφορά του 1,1 τρισ. δραχμών της Πειραιώς για την απόκτηση του πλειοψηφικού πακέτου και άρα του ελέγχου της Εργασίας καθώς και ο τρόπος αντίδρασης της "Γιούρομπανκ", είναι στοιχεία που δείχνουν πως βρισκόμαστε μπροστά σε μια σύγκρουση "γιγάντων", με ή χωρίς "πήλινα πόδια" που θα αφήσει πίσω της πολλά θύματα. Και όπως είθισται σε κάθε σύγκρουση γιγάντων, έτσι και τώρα, τα θύματα, θα είναι οι αδαείς, δηλαδή οι μικρομέτοχοι που "γλυκάθηκαν" με την ξέφρενη κούρσα ανόδου των μετοχών των 3 τραπεζών, ξεχνώντας πως ό,τι ανεβαίνει κατεβαίνει.
Ενα είναι σίγουρο. Οτι τα ιλιγγιώδη ποσά που προσφέρουν οι υποψήφιοι αγοραστές της Τράπεζας Εργασίας - ανεξάρτητα αν τα προσφέρουν τελικά - δεν δίνονται γιατί θεωρούν τα δισεκατομμύρια σαν στραγάλια. Οι δύο τράπεζες βελτιώνουν τις προσφορές τους για την απόκτηση του 51% των μετοχών της Εργασίας δηλώνοντας πρόθυμες να προσφέρουν μερικές δεκάδες δισεκατομμύρια δραχμές επιπλέον και παράλληλα ξοδεύουν δεκάδες εκατομμύρια για διαφημίσεις, με τη βεβαιότητα ότι αύριο - που θα έχουν κατοχυρώσει δεσπόζουσα θέση στην τραπεζική αγορά - θα τα πάρουν πίσω σύντομα. Και μάλιστα θα τα πάρουν διπλά και τρίδιπλα είτε ενισχύοντας τους τοκογλυφικούς όρους χορήγησης των δανείων και συγκέντρωσης των καταθέσεων, είτε εξαργυρώνοντας με διάφορα χρηματιστηριακά παιχνίδια τις υπεραξίες που δημιουργήθηκαν από την πλειοδοσία των προσφορών και αντιπροσφορών.
****
Λάμπρος ΤΟΚΑΣ
Τα ιλιγγιώδη ποσά που προσφέρουν οι υποψήφιοι αγοραστές της Τράπεζας Εργασίας και τα δεκάδες εκατομμύρια που ξοδεύουν για διαφήμιση, θα τα πάρουν πίσω σύντομα και μάλιστα διπλά και τρίδιπλα είτε ενισχύοντας τους τοκογλυφικούς όρους δανείων και καταθέσεων, είτε εξαργυρώνοντας με διάφορα χρηματιστηριακά παιχνίδια τις υπεραξίες που δημιουργήθηκαν από την πλειοδοσία των προσφορών και αντιπροσφορών