Πέμπτη 13 Απρίλη 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 28
ΤΗΛΕ ...ΠΑΘΗ
ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΑ
Τοις μετρητοίς

Είχα πάντα την επιθυμία να παίρνω αυτά που μου λένε οι άλλοι «τοις μετρητοίς». Ιδιαίτερα όταν οι άλλοι ήταν νέοι. Δηλωμένη υπέρ των νέων, της διεκδικητικής νεολαίας, στο μορφωτικό επίπεδο, στο επαγγελματικό, στο κοινωνικό και βέβαια το πολιτικό, σαν αναπόσπαστο συστατικό της ανθρώπινης διαβίωσης. Τους θεωρώ ειλικρινείς, απαλλαγμένους από παλιές προκαταλήψεις και μαχητικούς, για την ανέλιξη της ζωής.

Στα χρόνια της δικτατορίας 1967 - 1974, είχα εκφράσει τις ανησυχίες μου για την εξέλιξη του χαρακτήρα των Ελλήνων, που ζούσαν κάτω από το χουντικό καθεστώς, μέσα από την επιφυλλίδα μου στο εβδομαδιαίο περιοδοκό «Ελληνικός Ταχυδρόμος», του Μόντρεαλ, Καναδά. Οταν επέστρεψα στην Αθήνα, συντροφιά με τη μητέρα μου καθόμασταν συχνά μπροστά στην τηλεόραση παίρνοντας το τσάι μας. Σε ένα πρόγραμμα που ο παρουσιαστής, πάρα πολύ γνωστός αδιαλείπτως μέχρι σήμερα, κρατούσε στα χέρια του ένα μάτσο χιλιάρικα και τα μοίραζε, λεφτά, λεφτά, λεφτά, φώναζε. «Καταστραφήκαμε», είπα της μητέρας μου, από την πρώτη φορά και αλλάξαμε κανάλι. «Μη λες έτσι, παιδί μου», είπε η μαμά μου. «Μερικοί άνθρωποι μπορεί να μη σκέφτονται».

Η δίψα για λεφτά, ή μάλλον για τα λεφτά που κερδίζονται βλακωδώς με ενοχλούσε πάντα. Πριν από μερικές βδομάδες, παρουσιάστηκαν σ' ένα παρόμοιο πρόγραμμα τρεις φοιτητές μιας σχολής του Πολυτεχνείου. Είχαν έρθει, είπαν, για να κερδίσουν μερικά ευρώ και να πάνε να διασκεδάσουν... Μια από τις πρώτες ερωτήσεις ήταν: «Ποιο ήταν το μικρό όνομα του Μακρυγιάννη». Ο παρουσιαστής έδινε τέσσερα ή πέντε ονόματα όπως: Νίκος, Γιώργος και άλλα. «Κλίνω προς το Γιώργο», είπε ο πρώτος, και σ' αυτό έκλιναν και οι άλλοι δυο. Είναι άγνωστο αν το «κλίνω» γραπτά και όχι προφορικά το έγραφαν με ι ή με ει. Οταν μιλάμε οι δίφθογγοι δε φαίνονται.

Καθόμουν με μια παρέα αντιστασιακών ασπρομάλληδων, σ' ένα πολύ μικρό καφενεδάκι στο χωριό «Μπελογιάννης», στην Ουγγαρία, και ντράπηκα. Οι πιο πολλοί από αυτούς είχαν ανέβει στα βουνά από τα χωριά τους, εξήντα χρόνια πριν, μόλις που είχαν τελειώσει το Δημοτικό ή μερικές τάξεις πιο πάνω, αλλά τον Μακρυγιάννη τον ήξεραν όλοι. Τον είχαν διαβάσει, τον είχαν συζητήσει, αναλύσει.

«Ποτέ δεν τραγουδήσατε το "Μπάρμπα Γιάννη, Μακρυγιάννη"», τους ρώτησε ο παρουσιαστής. Ντράπηκα για δεύτερη φορά. Καλά δεν είχαν διαβάσει τον Μακρυγιάννη, αλλά δεν ήξεραν ούτε τους ύμνους που του είχε πλέξει ο Γιώργος Σεφέρης, ο νομπελίστας.

Είμαι σίγουρη - ή σχεδόν σίγουρη - ότι μερικές δεκαετίες προηγούμενα, ελάχιστοι φοιτητές δε γνώριζαν το μικρό όνομα του Μακρυγιάννη. Οπως, ελάχιστοι Γάλλοι φοιτητές δε θα ήξεραν το μικρό όνομα του Ουγκώ, Ρώσοι του Τολστόι, ή του Ντοστογιέφσκι, Αμερικανοί του Ουίτμαν, Γερμανοί του Γκαίτε, Ισπανοί που δε θα ήξεραν ποιος έγραψε τον Δον Κιχώτη, Αγγλοι που θα αγνοούσαν το όνομα του Τσόρτσιλ, Κινέζοι που αναγνώριζαν μόνο τον Μάο, και ούτε μπορώ να φανταστώ έναν αναλφάβητο Τούρκο, που να μην ξέρει ολόκληρο το όνομα του Ατατούρκ.

Ολοι λέμε: Φταίει το σύστημα και το γεγονός, πως βαδίζουμε από το κακό στο χειρότερο. Μόνο; Εμείς όλοι και ο καθένας χωριστά; Αναρωτιέμαι. Στο κάτω κάτω της γραφής, όπως στρώνουμε κοιμόμαστε...


Ιωάννα ΚΑΡΑΤΖΑΦΕΡΗ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ