Πέμπτη 13 Απρίλη 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 18
ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΑΙΝΙΩΝ
ΦΙΛΙΠ ΓΚΑΡΕΛ
Συνήθεις εραστές

Κλοτίλντ Χεσμέ και Λουί Γκαρέλ σε μια σκηνή της ταινίας
Κλοτίλντ Χεσμέ και Λουί Γκαρέλ σε μια σκηνή της ταινίας
Ας αρχίσουμε με τη φόρμα, για να πούμε τα περισσότερα όταν θα μιλήσουμε για το περιεχόμενο! Αλλωστε, αυτή δεν προσφέρεται για αντιρρήσεις. Η φόρμα, λοιπόν, είναι αδιαμφισβήτητα γοητευτική! Ο Φιλίπ Γκαρέλ, βοηθούμενος άριστα από την ασπρόμαυρη φωτογραφία του Γουίλιαμ Λαμτσάνσκι, την εξαιρετική μουσική - σχόλιο, κυρίως στα κομμάτια του πιάνου του Ζαν - Κλοντ Βανιέρ, τα κοστούμια και την επιλογή των χώρων, αλλά και τα εκφραστικά πρόσωπα των νεαρών ηθοποιών, δημιούργησε ένα κινηματογραφικό κομψοτέχνημα! Μια ταινία που αποτυπώνεται βαθιά στο μυαλό σου. Μια ταινία με καθαρά δική της προσωπικότητα.

Εξίσου γοητευτικό είναι και το θέμα της ταινίας. Το περιεχόμενο! Πρόκειται για μια απόπειρα καταγραφής της γαλλικής νεολαίας στην πολύ ζωντανή και αρκετά ταραγμένη δεκαετία του 1960 - 1970. Με αποκορύφωμα, βέβαια, τον Μάη του '68! Δυστυχώς, αυτό το λαμπρό θέμα δεν ψάχτηκε με την ίδια σοβαρότητα, που ψάχτηκε η φόρμα. Καταναλώθηκε στην πιστή εξωτερική εικονογράφηση, αφήνοντας έξω από το φακό το εσωτερικό, το ζουμί δηλαδή των γεγονότων.

Ο Φιλίπ Γκαρέλ γεννήθηκε το 1948, έπεσε θύμα των εικόνων του. Ενώ έπλασε έναν καταπληκτικό κόσμο, έναν κόσμο που μοιάζει με ποίημα του Ρεμπό, ενώ οι ήρωές του μιλάνε για πράγματα αξίας, δε θέλησε ή δεν τόλμησε να ψάξει στο βάθος αυτών των αξιών. Να βρει και να ασχοληθεί με τις αιτίες που γεννάνε τα ιστορικά γεγονότα. Εμεινε (και αυτός) ένας ρομαντικός, και πολιτικά άμυαλος, των χαρακωμάτων. Χωρίς σαφείς στόχους και χωρίς καθαρό ιδεολογικό προσανατολισμό.

Στους διαλόγους των ηρώων του, είτε αυτοί μιλάνε για την πολιτική, είτε για τον έρωτα, είτε για την τέχνη, δεν υπάρχει ο βαθύς εκείνος προβληματισμός, που θα έκανε τα σχόλιά τους χρήσιμα για συμπεράσματα.

Είναι γνωστό πως η δεκαετία του 1960 - 1970 υπήρξε επαναστατική. Οι δυτικές κοινωνίες με τους αγώνες τους έσπρωξαν στο περιθώριο μεγάλα εμπόδια. Κάτω από την πίεση των μαζικών κινητοποιήσεων, γκρεμίστηκε μεγάλο μέρος της καπιταλιστικής ηθικής και υποκρισίας. Μεγάλα βήματα έγιναν στην ελευθερία των διαπροσωπικών σχέσεων, στον έρωτα. Και η πολιτική, όπως ήταν επόμενο, ήρθε στο προσκήνιο.

Ο Φιλίπ Γκαρέλ, στην τρίωρη ταινία του, αναφέρεται σε όλα αυτά. Μόνο που αναφέρεται με μια ανεδαφική νοσταλγία. Με έναν αδικαιολόγητο ρομαντισμό. Ο χρόνος που πέρασε, φαίνεται, δεν του έδωσε απαντήσεις, για τις αποτυχίες. Αναμασάει και αυτός τις ίδιες δικαιολογίες. Οι ήρωές του, «αναρχικοί» όλοι ως επί το πλείστον, αναπαράγουν τις γνωστές μικροαστικές θεωρίες. Οτι, δηλαδή, οι ανοργάνωτες μάζες είχαν φτάσει ένα βήμα πριν από την κατάληψη της εξουσίας. Οτι, τελικά, οι εργάτες δίστασαν την τελευταία στιγμή. Οτι ο Μάης του '68 ήταν μια ευκαιρία που χάθηκε!

Πολύς κόσμος, και ο Γκαρέλ φαίνεται, δεν έμαθαν πως το αυθόρμητο για να γίνει αποτελεσματικό απαιτεί οργάνωση και ταξική καθοδήγηση. Η ιστορία είναι γεμάτη από παρόμοια αυθόρμητα ξεσπάσματα. Οσα από αυτά έφεραν αποτέλεσμα ήταν γιατί ήταν σωστά οργανωμένα. Και σίγουρα δεν ήταν τέτοιος ο Μάης του '68.

Βέβαια, ο Φιλίπ Γκαρέλ, έστω και άθελά του, δείχνει στην ταινία του και το σκόρπισμα στους πέντε ανέμους όλου αυτού του «επαναστατημένου» κόσμου της νεαρής μικροαστικής «αναρχικής» διανόησης. Σχεδόν όλοι οι ήρωές του μετά τον «Μάη», μετά τη διάλυση των χαρακωμάτων, αναδιπλώθηκαν στα προσωπικά τους ή πνίγηκαν στα ναρκωτικά. Και άλλοι, βέβαια, ευθυγραμμίστηκαν με το σύστημα που υποτίθεται ότι πολεμούσαν. Οι εργάτες ωστόσο, και το κομμουνιστικό κίνημα, δεν εγκατέλειψαν. Και αυτό δεν το λέει η ταινία. Για να 'μαστε δίκαιοι πρέπει να πούμε πως κάνει θετική αναφορά για τον κομμουνιστή πατέρα της κεντρικής ηρωίδας.

Ας θεωρήσουμε, λοιπόν, ότι αυτή η έλλειψη δεν έγινε σκόπιμα. Οτι η ταινία είναι μια αυτοβιογραφία. Ας συγχωρήσουμε τη νοσταλγία του δημιουργού. Ο θεατής, πάντως, σίγουρα δε θα χάσει, αν μπει στην αίθουσα. Σε μια περίοδο που η τέχνη σχεδόν σφυρίζει κλέφτικα, οι «Συνήθεις Εραστές», μιλάνε για την πολιτική, για την τέχνη, για τον έρωτα. Και αυτό δεν είναι λίγο!

Παίζουν: Λουί Γκαρέλ (γιος του σκηνοθέτη), Κλοτίλντ Χεσμέ, Ερίκ Ρουλιάτ.


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ