Αγαπητές και αγαπητοί,
Οι Θέσεις για το 22ο Συνέδριο δείχνουν έναν συνδυασμό συνέπειας, αυτοπεποίθησης και φιλοδοξίας - με στόχο να ενισχύσουν το Κόμμα μας ως πραγματική δύναμη στην ταξική πάλη. Η έμφαση στον ποιοτικό μετασχηματισμό των Οργανώσεων, στην ιδεολογική πάλη και στη μακροπρόθεσμη στρατηγική είναι από τα πιο θετικά στοιχεία. Ωστόσο, η εφαρμοσιμότητα αυτών των Θέσεων σε ένα περιβάλλον όπου η κοινωνία αλλάζει πολύ γρήγορα - και όπου η πίεση για άμεσα αποτελέσματα είναι μεγάλη - θα δοκιμαστεί. Η μεγάλη πρόκληση θα είναι να μη μείνουν οι κατευθύνσεις στα χαρτιά, αλλά να γίνουν εργαλείο καθημερινής δουλειάς, με σταθερή παρουσία σε κινήματα, συνδικάτα και λαϊκές κινητοποιήσεις.
Η ΚΕ σωστά υπογραμμίζει ότι η κομματική οικοδόμηση πρέπει να είναι πολύπλευρη, όχι μόνο ποσοτική αλλά και ποιοτική. Χρειάζεται καλύτερη λειτουργία των Οργανώσεων, καλύτερη καθοδήγησή τους (υποδομές εκπαίδευσης στελεχών;) και ποιοτικές παρεμβάσεις για πιο ενεργή παρουσία στο κίνημα, στενότερη σύνδεση με διάφορες κοινωνικές ομάδες (εργαζόμενοι, αυτοαπασχολούμενοι, αγρότες, γυναίκες, νέοι). Χρειάζεται αυξημένη προσοχή γιατί η μεγάλη έμφαση στα εσωκομματικά και στην καθοδήγηση μπορεί να οδηγήσει σε εσωστρέφεια, όπου το Κόμμα απαντά κυρίως στα δικά του όργανα, και όχι στην κοινωνία.
Στην εποχή μας απαιτείται μεγαλύτερη έμφαση στην ενίσχυση της ιδεολογικής πάλης με το αστικό/καπιταλιστικό σύστημα, τις αντιφάσεις του (ταξικές συγκρούσεις, τεχνολογικές μεταβολές, «πράσινη - ψηφιακή μετάβαση») και στην αντιμετώπιση της γάγγραινας που λέγεται «εκσυγχρονισμός» του αστικού κράτους. Το Κόμμα παραμένει η μόνη πραγματικά αντισυστημική λαϊκή έκφραση (δεν εντάσσεται σε κυβερνητικές συνεργασίες εντός του καπιταλισμού, ως μορφή διαχείρισής του).
Πρέπει να ενισχύσουμε περαιτέρω τη συμμαχία των εργαζομένων με τα μεσαία στρώματα που πλήττονται - αγρότες, μικροεπαγγελματίες κ.ά. - και να παλέψουμε για αιτήματα που αγγίζουν την καθημερινότητα (εισόδημα, Υγεία, Παιδεία, υποδομές). Να γεφυρώσουμε τον μαρξισμό - λενινισμό με τα καθημερινά προβλήματα των εργαζομένων, το εισόδημα, την Υγεία, την κατοικία, τις επιπτώσεις της κρίσης, τις τεχνολογικές μεταβολές, την περιβαλλοντική κρίση. Το γεγονός ότι σημαντικό κομμάτι των νέων στρατολογιών αφορά νέους, γυναίκες κ.ά. μπορεί να ενισχύσει τη φρεσκάδα και τη δυναμική των δυνάμεών μας - εφόσον αυτές ενσωματωθούν ουσιαστικά και μετατραπούν σε πραγματική επιρροή σε συνδικάτα, εργατικά κινήματα και λαϊκές κινητοποιήσεις.
Σκέφτομαι ότι η πλήρης άρνηση συνεργασιών (ή ανοχή) με κυβερνήσεις στο πλαίσιο του καπιταλισμού μπορεί να περιορίζει την άμεση δυνατότητα επηρεασμού πολιτικών που αφορούν τα λαϊκά στρώματα, ειδικά σε κρίσιμες στιγμές. Είναι μια επιλογή που σίγουρα ενέχει κόστος, αποξενώνοντας ένα μέρος του κόσμου που επιδιώκει «ρεαλιστικές λύσεις» σε άμεσες ανάγκες. Οταν το Κόμμα αυτοτοποθετείται πολύ αυστηρά απέναντι σε οποιοδήποτε άλλο κόμμα ή ρεύμα της «αριστεράς» που θεωρεί ως οπορτουνιστικό, ελλοχεύει ο κίνδυνος να μην μπορεί να αξιοποιήσει δυναμικές συνεργασίες ή συμμαχίες (στο κίνημα) που θα μπορούσαν να ενισχύσουν την επιρροή του σε κρίσιμες μάχες.
Στη σύγχρονη εποχή (ψηφιοποίηση, κλιματική κρίση, παγκοσμιοποίηση, μεταβολές στην εργασία) θέτονται δύσκολα θεωρητικά ζητήματα. Οι θέσεις μας πρέπει να είναι ευέλικτες και διαλεκτικές ώστε να ανταποκρίνονται στην εξέλιξη των κοινωνιών και όχι να καταλήγουν σε ακαμψίες ή αναχρονισμούς.
Η στρατηγική μας είναι συνεπής με τον μαρξισμό - λενινισμό, σωστά επιμένοντας στη λογική του «σοσιαλιστικού μετασχηματισμού» ως μοναδική ρεαλιστική διέξοδο για τα λαϊκά στρώματα, αλλά εξαιρετικά μακροπρόθεσμη που δύσκολα επικοινωνείται σε μια κοινωνία που ζητά άμεσα αποτελέσματα. Αντίθετα, οι «εύκολες» μεταρρυθμιστικές προσεγγίσεις (τύπου ΣΥΡΙΖΑ ή Podemos) αποδείχθηκαν ανεπαρκείς, αφού η κυβερνητική συμμετοχή οδήγησε σε υποχώρηση των ριζοσπαστικών στόχων (π.χ. Μνημόνια 2015). Είναι σωστή η διάγνωση του κινδύνου ενσωμάτωσης, αλλά υστερούμε στο ενδιάμεσο σχέδιο - δηλαδή ποια «γέφυρα» οδηγεί από τους καθημερινούς αγώνες στην επαναστατική αλλαγή. Μόνο εμείς επιμένουμε να απορρίπτουμε κάθε κυβερνητική συμμετοχή ή μεταβατικές μορφές διαχείρισης του καπιταλισμού. Θεωρούμε και σωστά ότι οι κοινωνικοί αγώνες πρέπει να στοχεύουν στην ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου, όχι στη «βελτίωση» του συστήματος.
Η καλή και ισχυρή παρουσία μας σε εργατικά σωματεία (ΠΑΜΕ), φοιτητικούς χώρους και λαϊκές κινητοποιήσεις (Ενέργεια, Υγεία, πόλεμος), δεν μεταφράζεται σε εκλογική δύναμη και σε πολιτική ηγεμονία. Οι σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις (ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ κ.λπ.) έχουν μεγαλύτερη θεσμική επιρροή, αλλά περιορισμένη ή ανύπαρκτη κινηματική δράση. Οι ριζοσπαστικές ευρωπαϊκές «αριστερές» δυνάμεις (π.χ. Die Linke, NPA, Rifondazione) έχουν παρόμοια προβλήματα: Ισχυρές οργανώσεις βάσης, αλλά μικρή απήχηση σε μη πολιτικοποιημένα στρώματα. Εχουμε εξαιρετική δυσκολία να εκφράσουμε «πλατιές» κοινωνικές ομάδες (π.χ. νέους επιστήμονες, ψηφιακούς εργαζόμενους, αστικές μεσαίες τάξεις). Το ΠΑΜΕ ή η ΚΝΕ λειτουργούν αποτελεσματικά, αλλά το μήνυμα του Κόμματος συχνά δεν ξεπερνά τον πυρήνα των ήδη πεπεισμένων.
Το Κόμμα κράτησε καθαρό μαρξιστικό πυρήνα, αλλά δεν έχει ακόμη αναπτύξει σύγχρονη θεωρητική γλώσσα για νέα πεδία εκμετάλλευσης (τεχνητή νοημοσύνη, gig economy, οικολογική κρίση). Αυτό μπορεί να κάνει το μήνυμά μας να φαίνεται «παλαιάς εποχής», παρότι οι αναλύσεις του για το κεφάλαιο είναι επίκαιρες. Ενα κόμμα που θέλει να ηγηθεί σε συνθήκες ψηφιακού καπιταλισμού, ίσως χρειάζεται νέες θεωρητικές γέφυρες χωρίς να θυσιάζει την ταξική οπτική. Η «γραμμή» μας είναι αδιαπραγμάτευτα αντικαπιταλιστική, συνεπώς δύσκολα υλοποιήσιμη στις παρούσες συνθήκες εξουσίας. Ωστόσο, προτείνουμε και ρεαλιστικά αιτήματα (π.χ. σταθερό ωράριο, δημόσια Υγεία, κατάργηση ΦΠΑ σε βασικά αγαθά) που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως «σκαλοπάτια» για ταξική αφύπνιση, συσπειρώνοντας πλατύτερες μάζες.
Το ΚΚΕ ήταν και είναι ειλικρινές: Δεν υπόσχεται «διαχείριση με ανθρώπινο πρόσωπο», αλλά ανατροπή. Αυτή η στάση μπορεί να φαίνεται όμως μη ρεαλιστική (ουτοπία) στο πλατύ εκλογικό ακροατήριο, που ζητά άμεσα οφέλη και όχι ιστορική ανατροπή. Εδώ κρίνεται η ικανότητα του Κόμματός μας να μεταφράσει τον σοσιαλιστικό στόχο σε καθημερινή πολιτική δράση χωρίς να προδώσει τη στρατηγική του.
Συμπέρασμα
Το ΚΚΕ παραμένει ο πιο συνεπής και ιδεολογικά καθαρός κομμουνιστικός φορέας στην Ευρώπη, αλλά η πρόκλησή μας είναι να επανερμηνεύσουμε τον σοσιαλισμό στον 21ο αιώνα, να τον συνδέσουμε με την τεχνολογική εργασία, τα περιβαλλοντικά ζητήματα και τις κοινωνικές ανισότητες της ψηφιακής εποχής. Αν το 22ο Συνέδριο κατορθώσει να κάνει αυτή τη σύνδεση χωρίς να χάσει την ιδεολογική του ραχοκοκαλιά, θα σηματοδοτήσει ποιοτικό άλμα για το κίνημα στην Ελλάδα.