Στο πλαίσιο αυτό, με υπερηφάνεια η υπουργός ανακοίνωσε την ψηφιακή καταγραφή 1,8 εκατ. υπερωριών για το 2025, παίζοντας ως «δυνατό χαρτί» την αποκάλυψη μέρους της αδήλωτης δουλειάς. Τα παραπάνω νούμερα βέβαια αποκαλύπτουν το ακριβώς αντίθετο: Τη ζοφερή πραγματικότητα στους χώρους δουλειάς και την ασυδοσία της εργοδοσίας, που όπως φαίνεται δεν είναι η εξαίρεση αλλά ο κανόνας.
Το κύριο όμως είναι το εξής:
Για να «τρέξει» η «διευθέτηση» του χρόνου εργασίας, δηλαδή για εφαρμοστεί στην πράξη το πολυπλόκαμο νομοθετικό πλαίσιο που μετατρέπει τα ωράρια σε «μέσους όρους» με «περιόδους αναφοράς» και άλλα τέτοια, προϋπόθεση είναι η καταγραφή του εργάσιμου χρόνου. Η ψηφιακή κάρτα εργασίας, λοιπόν, δίνει ακριβώς τη δυνατότητα της ψηφιακής αποτύπωσης, καθώς με τις βάρδιες να απλώνονται σε όλο και μεγαλύτερο τμήμα της ημέρας, και με τα όρια μεταξύ εργάσιμου και μη εργάσιμου χρόνου να σβήνονται όλο και περισσότερο, η ψηφιακή μέτρηση γίνεται το απαραίτητο μέσο ώστε να «κανονικοποιείται» η δουλειά - λάστιχο. Το γεγονός ότι αυτή η «κανονικοποίηση» πάει αναγκαστικά με την καταγραφή μέρους των υπερωριών δεν αθωώνει την κυβέρνηση, πόσο μάλλον που με προηγούμενους νόμους της φρόντισε να κάνει πιο φτηνές και πιο πολλές τις υπερωρίες...
Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι η ψηφιακή κάρτα ξεκίνησε να εφαρμόζεται μαζί με τη λεγόμενη «ευέλικτη προσέλευση» έως και 120 λεπτά, δίνοντας τη δυνατότητα στους εργοδότες να χτυπούν «κάρτα» οι ίδιοι ακόμα και 2 ώρες μετά την προσέλευση των εργαζομένων.
Τέλος, οι εργοδότες μπορούν να κάνουν απολογιστική κατάθεση των χτυπημάτων της κάρτας στο τέλος του μήνα, μετατρέποντας έτσι υπερωρίες σε «ευέλικτη προσέλευση», «χρόνο προετοιμασίας» και άλλα μέτρα που είναι εκτός εργάσιμου χρόνου, άρα να «μαγειρεύουν» τα στοιχεία ώστε αυτά να συμφωνούν με τα νόμιμα και τα προβλεπόμενα.
Αλλοθι στις λεγόμενες «θετικές διατάξεις» του νομοσχεδίου έψαχνε η κυβέρνηση ώστε να νομιμοποιήσει τα μέτρα εργασιακής εξόντωσης. Αυτό αποτελεί άλλη μια πρόκληση, καθώς αν όντως ήθελε να λύσει ένα υπαρκτό πρόβλημα που έχει γεννήσει η δική της πολιτική, δεν θα το συμπεριλάμβανε σε ένα νομοσχέδιο γεμάτο κατάπτυστες αντεργατικές διατάξεις.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της διάταξης που υποτίθεται ότι διευκολύνει τη λήψη επιδόματος λοχείας.
Με το συγκεκριμένο άρθρο νομιμοποιείται ο απαράδεκτος αποκλεισμός εργαζόμενων γυναικών από την άδεια τοκετού - λοχείας - μητρότητας και την ειδική παροχή προστασίας της μητρότητας, καθώς παραμένει το όριο των 200 ημερών ασφάλισης. Η «τομή» που επικαλείται η κυβέρνηση είναι ότι επέτρεψε αυτά τα 200 ένσημα να είναι και από διαφορετικούς εργοδότες, όχι μόνο από έναν.
Ομως για να μαζευτούν αυτά τα 200 πολυπόθητα ένσημα χρειάζονται περίπου 9 μήνες συνεχούς εργασίας.
Επομένως, η ίδια η κυβέρνηση αποκλείει χιλιάδες γυναίκες από το επίδομα. Ποιες είναι αυτές οι γυναίκες; Αυτές που κατεξοχήν χτυπιούνται από το νομοσχέδιο της 13ωρης εργασίας: Οι εποχικές εργαζόμενες στον Τουρισμό, στο Εμπόριο κ.α., οι οποίες αδυνατούν να συγκεντρώσουν τα 200 ένσημα είτε από έναν είτε από παραπάνω εργοδότες. Ετσι, το δήθεν «θετικό μέτρο» γίνεται «δώρο άδωρο», αποδεικνύοντας ότι μπήκε στο νομοσχέδιο για να ξεπλύνει τον αντεργατικό του χαρακτήρα.
Ως «κατ' εξαίρεση» μέτρο παρουσίαζε η κυβέρνηση το 13ωρο που φέρνει, επικαλούμενη τα όρια που υπάρχουν για 150 υπερωρίες τον χρόνο. Γι' αυτό και έκανε λόγο για «δήθεν 13ωρο», επιχειρώντας να αντιστρέψει την πραγματικότητα.
Η πραγματικότητα βέβαια είναι ότι οδηγός της κυβέρνησης για το νέο ξεχείλωμα του εργάσιμου χρόνου είναι η Ευρωπαϊκή Οδηγία 2003 /88 /ΕΚ, ο πυρήνας της οποίας έχει αξιοποιηθεί σε όλους τους σχετικούς νόμους των προηγούμενων κυβερνήσεων, καθιστώντας το 8ωρο εξαίρεση. Η εν λόγω Οδηγία προβλέπει ως «μίνιμουμ κατοχύρωση» την ανάπαυση 11 ωρών μέσα στο 24ωρο, ενώ θεσμοθετεί τη 13ωρη δουλειά, προβλέποντας μια σειρά παρεκκλίσεις και εξαιρέσεις που επιτρέπουν το ξεχείλωμα.
Οι εργοδότες έχουν δηλαδή ένα ακόμα όπλο στα χέρια τους να «διευθετούν» τον χρόνο εργασίας με όποιον τρόπο επιθυμούν, να τον προσαρμόζουν στις εκάστοτε επιχειρησιακές ανάγκες, με ...κυμαινόμενο ωράριο, ανάλογα με το τι θα χρειαστεί ο κάθε επιχειρηματικός όμιλος.
Επομένως, το «κατ' εξαίρεση 13ωρο» έρχεται να δώσει νέα ώθηση στο γενικότερο ξεχείλωμα του χρόνου εργασίας, να κάνει κανόνα τη δουλειά όπως - όσο - όποτε θέλει η εργοδοσία και την εξαφάνιση του ελεύθερου χρόνου. Σε κάθε περίπτωση, όπως κι αν εφαρμοστεί, ο σταθερός ημερήσιος εργάσιμος χρόνος μετατρέπεται σε μουσειακό είδος και αντικαθίσταται από έναν μέσο όρο ωρών, ενώ καταργείται οποιαδήποτε δυνατότητα προγραμματισμού της ζωής των εργαζομένων.
Η τάση αυτή άλλωστε επιβεβαιώθηκε από το τι ζήτησαν οι επιχειρηματικοί όμιλοι, αφού μια σειρά εργοδοτικές ενώσεις (Ενωση Ιδιωτικών Εταιρειών Απασχόλησης, Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Πληροφορικής και Επικοινωνιών, ΕΛΠΕ, ΒΙΟΧΑΛΚΟ, Σύνδεσμος Θεσσαλικών Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών) είχαν ήδη ζητήσει στη δημόσια διαβούλευση την αύξηση του ορίου των ετήσιων υπερωριών έως και 250 ώρες το έτος.
Οσο για το περιβόητο όριο των 150 υπερωριών τον χρόνο, ακόμα κι αυτό είναι λάστιχο: Ενδεικτικά, μόλις πέρυσι τα ΕΛΠΕ ζήτησαν και πήραν άδεια από το υπουργείο για 65.000 επιπλέον υπερωρίες για το προσωπικό τους...