Χαριστική βολή στην υγεία και ασφάλεια το 13ωρο που εξαγγέλλει η κυβέρνηση
Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο την τελευταία βδομάδα (από 12 Ιούλη) έχουν καταγραφεί 14 εργατικά «ατυχήματα», εκ των οποίων τα 6 θανατηφόρα. Από την αρχή του μήνα, μάλιστα, τα «ατυχήματα» είναι 29, ενώ 10 εργάτες έχουν πέσει νεκροί στο μεροκάματο. Μιλάμε για πάνω από έναν νεκρό κάθε εργάσιμη μέρα αυτήν την περίοδο, με τα στοιχεία βέβαια να προέρχονται αποκλειστικά από τις καταγγελίες που φτάνουν στη δημοσιότητα, αφού όπως είναι γνωστό αρκετά περιστατικά κουκουλώνονται από την εργοδοσία.
Οι κλάδοι όπου «πέφτουν κορμιά» αυτό το διάστημα είναι εκεί που η επιβάρυνση είναι ακόμα μεγαλύτερη λόγω του καύσωνα και ο εργάσιμος χρόνος είναι ήδη ξεχειλωμένος (Κατασκευές, Τουρισμός, Μεταφορές και Μέταλλο), αποδεικνύοντας ότι τα ακόμα χειρότερα είναι μπροστά για την εργατική τάξη, αν περάσουν όσα έχει εξαγγείλει η κυβέρνηση.
Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι οι ηλικίες των νεκρών εργατών είναι 55 - 69 ετών. Οι περισσότεροι δηλαδή είναι εργαζόμενοι που θα έπρεπε να έχουν ήδη βγει στη σύνταξη, όμως αναγκάζονται να δουλεύουν μέσα στο λιοπύρι, στη σκαλωσιά, στις κουζίνες των ξενοδοχείων, στις πίστες των αεροδρομίων, μπας και μαζέψουν ένσημα για να συνταξιοδοτηθούν. Στις Κατασκευές, μάλιστα, ο τελευταίος νεκρός οικοδόμος ήταν ήδη συνταξιούχος, που ασκούσε το ...δικαίωμα - όπως προκλητικά το βαφτίζει η κυβέρνηση - στη δουλειά και μετά τη συνταξιοδότηση. Αντί δηλαδή να απολαμβάνει τη σύνταξή του, έβγαινε στο μεροκάματο για να συμπληρώσει το λεηλατημένο εισόδημα.
Σε ένα τέτοιο φόντο καθημερινών εργοδοτικών εγκλημάτων, με τους περισσότερους θανάτους να μη διερευνώνται καν και να χαρακτηρίζονται «παθολογικής αιτίας», η κυβέρνηση συνεχίζει την πρόκληση, με τα στελέχη του υπουργείου Εργασίας να αναφέρουν ως «αίτημα» των εργαζομένων τη 13ωρη δουλειά σε έναν εργοδότη την οποία φέρνει η κυβέρνηση.
Οι επιπτώσεις από αυτό το αίσχος αποτυπώθηκαν με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο στη σφοδρή σύγκρουση των λεωφορείων στη Βούλα, με δεκάδες επιβάτες τραυματίες. Η οδηγός που ενεπλάκη στο «ατύχημα» έπεσε από αδιαθεσία πάνω στο τιμόνι, αφού εργαζόταν 16ωρες βάρδιες στα λεωφορεία, ενώ είχε και παράλληλη απασχόληση ως οδηγός απορριμματοφόρου σε δήμο της Αττικής.
Αυτό που σκοτώνει λοιπόν δεν είναι ούτε η «κακιά η ώρα», ούτε το ότι οι εργαζόμενοι δεν ξέρουν να κάνουν ...ΚΑΡΠΑ, κάτι για το οποίο η κυβέρνηση ετοιμάζεται να θεσμοθετήσει σεμινάρια, στο πλαίσιο της «ατομικής ευθύνης».
Η 13ωρη δουλειά σε δύο εργοδότες, την οποία η κυβέρνηση ετοιμάζεται να επεκτείνει και σε έναν εργοδότη, είναι η «κορυφή του παγόβουνου». Πρέπει να συνυπολογιστούν τα σπαστά και κυλιόμενα ωράρια, η δυνατότητα για τέτοια ωράρια ακόμα και στη μερική απασχόληση, το γεγονός ότι μέχρι και το διάλειμμα έχει βγει εκτός εργάσιμου χρόνου. Σε ορισμένους κλάδους δε η προετοιμασία για την εργασία μέσα στον χώρο δουλειάς γίνεται προσπάθεια να μην περιλαμβάνεται στον εργάσιμο χρόνο μέσω της «ψηφιακής κάρτας». Ολα αυτά στην πραγματικότητα επεκτείνουν τον εργάσιμο χρόνο σε πάνω από 13 ώρες και σμπαραλιάζουν τη ζωή των εργαζομένων.
Στην ίδια κατεύθυνση είναι και η επέκταση της εργασίας τις Κυριακές και σε νέους κλάδους (logistics, data centers, πληροφοριακά συστήματα), με την κυριακάτικη αργία να γίνεται σταδιακά εξαίρεση. Τουριστικές ζώνες, περιοχές ολόκληρες δεν γνωρίζουν αργία την Κυριακή. Ειδικά στο Εμπόριο, την περίοδο των εορτών Δεκέμβρη και Γενάρη χιλιάδες εργαζόμενες, μητέρες με μικρά παιδιά, καλούνται να δουλεύουν μέχρι και 7 Κυριακές συνεχόμενα.
Αυτά τα μέτρα φέρνουν τεράστια φθορά στην υγεία των εργαζομένων, ενισχύουν τις επαγγελματικές ασθένειες, πολλαπλασιάζουν ψυχικά νοσήματα, υψώνουν διαρκώς νέα αδιέξοδα. Δεν είναι τυχαίο ότι από το 2001 που η Επιθεώρηση Εργασίας δίνει ετήσιες αναλυτικές εκθέσεις, χρόνο με τον χρόνο αυξάνεται ο αριθμός των εργατικών «ατυχημάτων» και των νεκρών στους χώρους δουλειάς, φτάνοντας τον αριθμό - ρεκόρ των 300 περίπου δολοφονημένων εργατών τα 2,5 τελευταία χρόνια και εκατοντάδων τραυματιών. Ακόμα και τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι ένας εργαζόμενος χάνει τη ζωή του κάθε τρεις μέρες επειδή οι εργοδότες εντείνουν την εκμετάλλευση και αρνούνται να πάρουν μέτρα υγείας και ασφάλειας, αφού αυτά αποτελούν κόστος.
Δεν είναι τυχαίο ότι έχουν καταγραφεί βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην υγεία των εργαζομένων από την πολύωρη εργασία. Τον Σεπτέμβρη του 2020 είδαν το φως της δημοσιότητας οι πρώτες εκτιμήσεις μελέτης του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) και της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ) σχετικά με την απώλεια ανθρώπινων ζωών λόγω των βλαβών στην υγεία. Διαπιστώθηκε ότι η εργασία πάνω από 55 ώρες τη βδομάδα αυξάνει τον κίνδυνο καρδιαγγειακών και εγκεφαλικών ισχαιμικών επεισοδίων. Η έρευνα εντοπίζει τις ηλικίες 45 - 65 ετών και αποκαλύπτει ότι όσοι σε αυτήν την ηλικία εργάζονταν πάνω από 55 ώρες τη βδομάδα είχαν 30% περισσότερες πιθανότητες να πεθάνουν από εγκεφαλικό και 17% παραπάνω πιθανότητες να πεθάνουν από καρδιακό έμφραγμα.
Αυτά συμβαίνουν σχεδόν 140 χρόνια από όταν οι εργάτες κατέκτησαν το 8ωρο... Και ενώ οι σύγχρονες δυνατότητες της παραγωγής, της επιστήμης και της τεχνολογίας φανερώνουν ότι οι εργαζόμενοι μπορούν να εργάζονται λιγότερο, να έχουν μόνιμη και σταθερή δουλειά, να απολαμβάνουν περισσότερο ελεύθερο χρόνο, κεφάλαιο και κυβερνήσεις παρουσιάζουν ως «κανονικότητα» και «δικαίωμα» τις 13 ώρες δουλειάς τη μέρα μέχρι τα βαθιά γεράματα. Δουλειά «ήλιο με ήλιο», δηλαδή, όπως επιτάσσει ο σύγχρονος μεσαίωνας της στροφής στην πολεμική οικονομία.
Ο δρόμος λοιπόν βρίσκεται ακριβώς στη διεκδίκηση μείωσης των ωρών της εργάσιμης μέρας, στην πάλη για 7ωρο - 5ήμερο - 35ωρο. Δεν είναι ούτε παρωχημένα αιτήματα ούτε «παθογένειες», αλλά όρος για να ζήσουν οι εργαζόμενοι με βάση τις σύγχρονες δυνατότητες και τον πλούτο που παράγουν.
Εμπόδιο είναι ακριβώς η οργάνωση της παραγωγής με κριτήριο το κέρδος, η πολιτική στήριξης της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου. Με αυτήν την εγκληματική πολιτική έχει να αναμετρηθεί η εργατική τάξη, οργανώνοντας την πάλη και τη διεκδίκηση μέσα από τα συνδικάτα της, την αντεπίθεση για τη ζωή που της αξίζει.