Με «όχημα» τη «στρατηγική σχέση» με το Ισραήλ η αστική τάξη επιχειρεί να αναβαθμίσει τη θέση της στη μοιρασιά της λείας (φωτ. τα θαλάσσια πάρκα που ανακοίνωσε πρόσφατα η Τουρκία) |
Κάπως έτσι, με το ένα χέρι στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ εμφανίζεται να καταδικάζει «την απόφαση της κυβέρνησης του Ισραήλ να επεκτείνει περαιτέρω τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Γάζα», ή συνυπογράφει σε επίπεδο ΥΠΕΞ υποτιθέμενες «ανθρωπιστικές ανακοινώσεις», που επί της ουσίας καλούν τον παλαιστινιακό λαό να παραιτηθεί από κάθε αντίσταση και οι ιμπεριαλιστές να αποφασίσουν για το μέλλον του, με παραπομπή «στις καλένδες» του παλαιστινιακού κράτους, ενώ με το άλλο ανεβάζει στροφές στην προετοιμασία της για πιθανή συνάντηση του σχήματος «3+1» (Ελλάδα, Ισραήλ, Κύπρος συν ΗΠΑ) σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών στην 80ή Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ τον Σεπτέμβριο, και συγκεκριμένα την Εβδομάδα Υψηλού Επιπέδου (22-30 Σεπτεμβρίου), στο πλαίσιο των ευρύτερων ευρωατλαντικών σχεδιασμών για το πέρασμα ενεργειακών και εμπορικών δρόμων από τη Μ. Ανατολή και την εκμετάλλευση των ενεργειακών πηγών της περιοχής, στον ανταγωνισμό με άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα.
Αποδίδοντας τα «συγκοινωνούντα» αυτά δοχεία και δίνοντας πτυχές της υποκρισίας τους, η «Καθημερινή» έγραφε μεσοβδόμαδα για «τις ευαίσθητες ισορροπίες που επιχειρεί να επιτύχει η Αθήνα στη Μέση Ανατολή, και συγκεκριμένα ανάμεσα στη στρατηγική σχέση με το Ισραήλ αλλά και στη διαρκώς εντεινόμενη διεθνή πίεση και κριτική προς την κυβέρνηση του Μπέντζαμιν Νετανιάχου», επιμένοντας ότι «σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, το Ισραήλ ήταν, μέσω διαφόρων διπλωματικών και μη διαύλων, ενήμερο για όλες τις πρωτοβουλίες της ελληνικής κυβέρνησης», ενώ τόνισε ότι «οι συναντήσεις και οι συνομιλίες είναι πυκνές, χωρίς να γίνονται γνωστές, και είναι ενδεικτικές, αν μη τι άλλο, του άριστου συντονισμού που υπάρχει ανάμεσα στην Ελλάδα και στο Ισραήλ σε αρκετά ζητήματα».
Σε αυτό ακριβώς το φόντο, θυμίζουμε ότι ο Αμερικανός υπουργός Μ. Ρούμπιο, απαντώντας στο αίτημα των τριών ομολόγων του Ελλάδας, Ισραήλ και Κύπρου για συνάντηση προσεχώς με στόχο την αναθέρμανση του συγκεκριμένου σχήματος συνεργασίας, όπως αυτό διατυπώθηκε σε επιστολή προς τον ίδιο μετά την τριμερή Ελλάδας - Κύπρου - Ισραήλ στην Αθήνα τον Μάρτιο, πρότεινε μια συνάντηση τον Σεπτέμβριο στο περιθώριο των εργασιών της ΓΣ. Μάλιστα, ο Ρούμπιο φέρεται να ενημέρωσε για την πρόθεσή του αυτή τον Γ. Γεραπετρίτη ήδη από τον Ιούνιο, στη Χάγη, σε συνάντηση που είχαν στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ.
Αξίζει να καταγραφεί και ότι τα «Νέα», δένοντας τη συνάντηση με τις μπίζνες και τις αδυσώπητες κόντρες του κεφαλαίου, αυτές που τρέχουν πάνω στο δράμα του Παλαιστινιακού λαού, πίσω από κροκοδείλια δάκρυα κυβερνήσεων και διακρατικών οργανισμών, έγραφαν για τη συνάντηση της Νέας Υόρκης ότι «θα δώσει - ενδεχομένως - και το "πράσινο φως" σε έργα (αμοιβαίου οφέλους) που εκκρεμούν και τα οποία κυρίως μπλοκάρονται για γεωπολιτικούς λόγους». Επ' αυτού αναφέρει μάλιστα ότι «ένα γερό συνεκτικό "χαρτί" του σχήματος "3+1" υπό τη μορφή έργου είναι και ο IMEC», ο δίαυλος Ινδίας - Μέσης Ανατολής - Ευρώπης, ανταγωνιστικός προς τον κινέζικο «One Belt - One Road».
Αλλωστε και η εφημερίδα γράφει ότι μέσω του IMEC «προσφέρεται ανταγωνιστική εναλλακτική διαδρομή προς τον κινέζικο εμπορικό διάδρομο - γεγονός που ενδιαφέρει έντονα τις ΗΠΑ του Τραμπ - ενώ διασυνδέονται έτι περαιτέρω τα κράτη που διαπερνά ο IMEC (Κύπρος, Ελλάδα, Ισραήλ, ΕΕ, ΗΠΑ) διαμορφώνοντας μια ακόμη πιο γερή "συμμαχική" δομή στην Ανατολική Μεσόγειο με προοπτική επιπλέον ανάπτυξης συν τω χρόνω». «Συν τω χρόνω», όταν θα έχουν ισοπεδώσει τη Γάζα, θα έχουν λιμοκτονήσει τα παιδιά της και θα επιχειρούν κάθε είδους μπίζνες, ενώ ο ανταγωνισμός με άλλα κέντρα θα οξύνεται για τα μερτικά της καπιταλιστικής λείας, προκαλώντας νέους κινδύνους για τους λαούς της περιοχής.
Μια κινούμενη άμμος, όπου η ντόπια αστική τάξη μέσα από λυκοφιλίες και την ανάληψη βρωμερών αποστολών επιδιώκει τη γεωστρατηγική της αναβάθμιση, ενώ στην ευρύτερη περιοχή γίνεται κυριολεκτικά το «μάλε βράσε». Καθόλου τυχαία άλλωστε όλα τα παραπάνω έρχονται σε μια περίοδο που η Ανατ. Μεσόγειος «βράζει», επιβεβαιώνοντας πως η «στρατηγική σχέση» με το κράτος - δολοφόνο που οικοδόμησαν όλες οι κυβερνήσεις, έχει ακριβώς για θεμέλιό της τα συμφέροντα της αστικής τάξης και αποτελεί όχημα για την αναβάθμισή της στην περιοχή. Ετσι, και όχι με «ψυχολογικούς» και άλλους αντίστοιχους όρους, εξηγείται και η επαίσχυντη στάση της σημερινής κυβέρνησης που κάνει πλάτες στη γενοκτονία ενός ολόκληρου λαού.
Χαρακτηριστική των διεργασιών στην περιοχή είναι η πρόσφατη ρηματική διακοίνωση της Αιγύπτου, με την οποία εκφράζει την αντίθεσή της στον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό που ανακοίνωσε η ελληνική κυβέρνηση και περιλαμβάνει τα δυνητικά όρια ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας στην Ανατολική Μεσόγειο, τονίζοντας ότι «ορισμένες περιοχές που ορίζονται στον "Ελληνικό Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό" (...) επικαλύπτονται με το πεδίο εφαρμογής της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας της Αραβικής Δημοκρατίας της Αιγύπτου στη Μεσόγειο Θάλασσα». Επίσης το αιγυπτιακό υπουργείο Εξωτερικών «επιβεβαιώνει την αντίρρησή του για την προαναφερθείσα παρέμβαση και τονίζει ότι οι όποιες συνέπειες ή επιπτώσεις ενδέχεται να προκύψουν από την ελληνική απόφαση είναι μη αποδεκτές».
Ολα αυτά στο φόντο της προηγούμενης συμφωνίας Ελλάδας - Αιγύπτου για καθορισμό ΑΟΖ, την οποία η κυβέρνηση μόλις πριν λίγα χρόνια παρουσίαζε ως διασφάλιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων και «υπόδειγμα» και για άλλες αντίστοιχες συμφωνίες, βασικά με την Τουρκία. «Πριν αλέκτορα φωνήσαι» επιβεβαιώθηκαν όσα έλεγε τότε το ΚΚΕ, ότι δηλαδή η συμφωνία που προέβλεπε μειωμένη επήρεια στα νησιά και μερική οριοθέτηση έως τον 28ο μεσημβρινό, «σεβόμενη» ακριβώς τις απαράδεκτες τουρκικές διεκδικήσεις και την προσπάθεια «ΝΑΤΟικής συνοχής» στην περιοχή (όπως χαρακτηριστικά έγραψε πριν μερικές μέρες η «Καθημερινή», η συμφωνία έγινε «με την έγκριση αλλά και την ενθάρρυνση των ΗΠΑ»), αποτέλεσε όχι «τελεία» στους ανταγωνισμούς αλλά πρόλογο ενός νέου γύρου τους, ενώ δημιούργησε και πολύ επικίνδυνα προηγούμενα. Με αυτήν άλλωστε «ανά χείρας» η Αίγυπτος αμφισβητεί τώρα επί της ουσίας ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα.
Ακολούθησε συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών Τουρκίας και Αιγύπτου, με τον Χ. Φιντάν να διαπιστώνει σύγκλιση των θέσεων αμφοτέρων κυβερνήσεων σε θέματα που αφορούν περιφερειακά ζητήματα και την εξεύρεση λύσεων σε αυτά και να πλέκει το εγκώμιο των σχέσεων μεταξύ Καΐρου και Αγκυρας, λέγοντας πως οι διμερείς σχέσεις έχουν αναπτυχθεί σε πολλά επίπεδα «όχι μόνο στους τομείς της αμυντικής βιομηχανίας, της τεχνολογίας και του εμπορίου». «Εφεραν πιο κοντά τις απόψεις και τις στρατηγικές μας για περιφερειακά ζητήματα και μας έδωσαν τη δυνατότητα να συνεργαστούμε για την εξεύρεση κοινών λύσεων» πρόσθεσε χαρακτηριστικά.
Ο δε Αιγύπτιος Μπαντρ Αμπντελάτι έλεγε στο ίδιο μήκος κύματος ότι η Αίγυπτος και η Τουρκία μοιράζονται σχεδόν ταυτόσημες απόψεις σχετικά με τους τρόπους αντιμετώπισης των κρίσεων και των προκλήσεων που αντιμετωπίζει η περιοχή. Με αφορμή εξάλλου την επέτειο των εκατό χρόνων από την εγκαθίδρυση διπλωματικών σχέσεων μεταξύ Αιγύπτου και Τουρκίας, σημείωσε ότι ο εορτασμός αυτού του ορόσημου «αντικατοπτρίζει το βάθος των διμερών δεσμών και την κοινή κατανόηση της ανάγκης για συντονισμό για την ενίσχυση της συνεργασίας, κυρίως μέσω της έναρξης του υψηλού επιπέδου στρατηγικού συμβουλίου, υπό την προεδρία του Προέδρου Σίσι και του Τούρκου Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, το οποίο εγκαινιάστηκε κατά την επίσκεψη του Προέδρου Σίσι στην Αγκυρα τον Σεπτέμβριο». Συμφωνήθηκε άλλωστε να γίνει η προετοιμασία για το επόμενο Συμβούλιο, μέσα και από τη συνεδρίαση της σχετικής ομάδας εργασίας μέσα στον χρόνο. «Οι αιγυπτιακές - τουρκικές σχέσεις εισέρχονται τώρα σε ένα σημαντικό στάδιο στρατηγικής σύγκλισης, που βασίζεται στην ειλικρίνεια, καθοδηγείται από τον συντονισμό και στοχεύει στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων και των δύο χωρών και της περιοχής» πρόσθεσε ο Αιγύπτιος υπουργός Εξωτερικών, ο οποίος αναφέρθηκε και στην ενίσχυση των σχέσεων σε όλους τους τομείς και στον οικονομικό.
Με αυτόν τον «αέρα στα πανιά της», η Τουρκία προβάλλει με ακόμα μεγαλύτερη ένταση τις απαράδεκτες αξιώσεις της σε Αιγαίο και Ανατ. Μεσόγειο, επιβεβαιώνοντας ότι τα ΝΑΤΟικά «ήρεμα νερά» και οι διμερείς συμφωνίες των αστικών τάξεων, όπως η περιβόητη «Συμφωνία των Αθηνών», κυοφορούν τις επόμενες «φουρτούνες» για τον λαό.
Εξ ου και δημοσιοποίησε πρόσφατα τους δικούς της χάρτες για τα λεγόμενα θαλάσσια πάρκα, δίνοντας απάντηση σε αυτά που ανακοίνωσε η Αθήνα, αποτυπώνοντας ξανά όλες τις απαράδεκτες διεκδικήσεις της, τις οποίες δεν παραλείπει να προβάλλει και «επί του πεδίου». Ενδεικτική είναι η παρεμπόδιση, τις προηγούμενες μέρες, ερευνών του πλοίου «Furgo Gauss» για λογαριασμό της Κύπρου σχετικά με το υποθαλάσσιο καλώδιο οπτικής ίνας EMC, με την Τουρκία να αναπτύσσει ναυτικές μονάδες και αεροσκάφη, και τα τουρκικά ΜΜΕ να λένε ότι «απετράπη ελληνοκυπριακή προσπάθεια παραβίασης της τουρκικής υφαλοκρηπίδας» και ότι κανένα έργο δεν μπορεί να προχωρήσει στην περιοχή «χωρίς την έγκριση της Τουρκίας».
Είχε προηγηθεί εξάλλου το πάγωμα από μέρους της Αθήνας του καλωδίου ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας - Κύπρου, ενώ στην πιο πρόσφατη εξέλιξη ο υπουργός Ενέργειας και Φυσικών Πόρων της Τουρκίας προανήγγειλε σεισμικές έρευνες στα χωρικά ύδατα της Λιβύης «στο πλαίσιο της στρατηγικής της για επέκταση των ερευνών στην περιοχή», όπως είπε. Οι δηλώσεις αυτές έρχονται με φόντο τις δύο διαδοχικές ρηματικές διακοινώσεις της Τρίπολης εναντίον της Ελλάδας, όπου αποτυπώνονται θέσεις υπεράσπισης του τουρκολιβυκού μνημονίου, αλλά και της υπογραφής της «Συμφωνίας Καλής Θέλησης» στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης, με στόχο την αύξηση του όγκου διμερούς εμπορίου και την ενίσχυση της συνεργασίας στους τομείς της Ενέργειας, της εξόρυξης και των υποδομών.
Είχε προηγηθεί και η τριμερής Σύνοδος Κορυφής Τουρκίας, Ιταλίας και Λιβύης στην Κωνσταντινούπολη, όπου ο Ρ. Τ. Ερντογάν, η Ιταλίδα πρωθυπουργός Τζ. Μελόνι και ο πρωθυπουργός της λιβυκής κυβέρνησης στην Τρίπολη Α. Ντμπεϊμπά κάλυψαν όλη την ατζέντα: Τις έρευνες για τον εντοπισμό και την εκμετάλλευση κοιτασμάτων Ενέργειας στη Μεσόγειο, την καταστολή του προσφυγικού - μεταναστευτικού ρεύματος και την περαιτέρω «πολιτική διαδικασία» για τη δήθεν αποκατάσταση της πολιτικής σταθερότητας στη Λιβύη.
Ενα γαϊτανάκι εξελίξεων που αποδεικνύει πως επιχειρηματικά σχέδια και «deals» του κεφαλαίου δεν φέρνουν τίποτε άλλο παρά νέους κινδύνους για τους λαούς και όχι βέβαια «ευημερία» και «σταθερότητα», όπως λένε τα ευρωατλαντικά παπαγαλάκια.