Με συγκεκριμένα στοιχεία για τη μεθόδευση απαξίωσης της ΛΑΡΚΟ και τις δυνατότητες ανάπτυξής της απαντούν στην κυβερνητική προπαγάνδα
Με κοινή εξώδικη δήλωσή τους, την οποία κοινοποιούν στον πρωθυπουργό, τα Σωματεία Εργαζομένων στις εγκαταστάσεις της ΛΑΡΚΟ αποτυπώνουν με στοιχεία την αποτυχία των εγκληματικών σχεδιασμών της κυβέρνησης και αναδεικνύουν τις δυνατότητες παραπέρα ανάπτυξής της. Απαιτούν την ενιαία επαναλειτουργία της ΛΑΡΚΟ και την παραμονή των εργαζομένων στην εργασία τους μέχρι να έρθει ο νέος ιδιοκτήτης, όπως προβλέπει ο νόμος με τον οποίο τέθηκε σε ειδική διαχείριση.
«Οπως άριστα γνωρίζετε, η επαναλειτουργία της ΛΑΡΚΟ και η ανάπτυξή της είναι συνδεδεμένα με τη συνέχιση της εργασίας μας, και ως εκ τούτου την κάλυψη των προσωπικών και οικογενειακών αναγκών μας, αφού δεν διαθέτουμε κανέναν άλλον πόρο εισοδήματος πλην της εργασίας μας. Το σχέδιο της κυβέρνησης για "εκκαθάριση εν λειτουργία και ιδιωτικοποίηση, για να έρθει η ανάπτυξη της ΛΑΡΚΟ" στοίχισε 500 εκατομμύρια ευρώ. Το χρηματικό ποσό αυτό θα ήταν αρκετό για την παραγωγική και οικονομική ανάπτυξη της ΛΑΡΚΟ. Αντ' αυτού όμως, απαξιώθηκε, με αποτέλεσμα το αντίτιμο που θα καταβάλει ο "προτιμητέος επενδυτής" να είναι 6 ευρώ το στρέμμα, 6 εκατομμύρια συνολικά δηλαδή», αναφέρουν τα Σωματεία στην εξώδικη δήλωσή τους προς κάθε αρμόδια δικαστική αρχή, στη διοίκηση της ΛΑΡΚΟ, στα αρμόδια υπουργεία Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Εργασίας και Οικονομικών, καθώς και προς τη ΔΥΠΑ.
Τα σωματεία αναπτύσσουν τις προτάσεις και θέσεις τους για εκσυγχρονισμό και ανάπτυξη της ΛΑΡΚΟ με επίκεντρο την πυρομεταλλουργία, την παραγωγή ανοξείδωτου χάλυβα και την παράλληλη ανάπτυξη της παραγωγής καθαρού νικελίου και κοβαλτίου με τη μέθοδο της υδρομεταλλουργίας.
Συγκεκριμένα τονίζουν ότι η ΛΑΡΚΟ είναι η μοναδική βιομηχανία στην Ευρωπαϊκή Ενωση που παράγει σιδηρονικέλιο, το οποίο έχει χαρακτηριστεί «κρίσιμη ορυκτή πρώτη ύλη» (ΚΟΠΥ) και αποτελεί στρατηγικής σημασίας επιχείρηση για την ανάπτυξη της βιομηχανίας στη χώρα μας. Παραθέτουν τις χρήσεις και την αξιοποίηση του ανοξείδωτου χάλυβα σε μια σειρά τομείς της βιομηχανίας και τονίζουν:
«Η ΛΑΡΚΟ, σε συνεργασία με το εγχώριο χρώμιο που αναπτύσσεται αυτήν τη χρονική περίοδο στη βόρεια Ελλάδα, μπορεί να παράξει ανοξείδωτο χάλυβα, όπως έχει πράξει στο παρελθόν και μάλιστα με σχετική μελέτη σκοπιμότητας. Μια τέτοια κατεύθυνση ανάπτυξης της βιομηχανίας μπορεί να δημιουργήσει και να αυξήσει σταθερές και εξειδικευμένες χιλιάδες θέσεις εργασίας με πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα (...)
Για να αναπτυχθεί μια τέτοια βιομηχανία στη χώρα μας χρειάζεται η ενιαία επαναλειτουργία του πυρομεταλλουργικού εργοστασίου και των μεταλλείων της ΛΑΡΚΟ, που προφανώς έχουν ανάγκη από ουσιαστική συντήρηση, σχέδιο εκσυγχρονισμού "πράσινης παραγωγής" και προετοιμασίας επαναλειτουργίας, αλλά όχι καταστροφής και μετάλλαξης.
Είναι πασιφανές ότι διαφέρει ο εκσυγχρονισμός και η ανάπτυξη στην κατεύθυνση παραγωγής "πράσινου" ανοξείδωτου χάλυβα και των προϊόντων που αναφέραμε, από την ισοπέδωση και τη μετάλλαξή της για την παραγωγή νικελίου και κοβαλτίου για συσσωρευτές Ενέργειας "εάν και εφόσον αποφασίσει ο νέος ιδιοκτήτης".
Επίσης, πασιφανές είναι ότι με τις ανωτέρω ενέργειες, παράλληλα μπορεί να αναπτυχθεί και η παραγωγή καθαρού νικελίου και κοβαλτίου με τη μέθοδο της υδρομεταλλουργίας στην κατεύθυνση παραγωγής συσσωρευτών Ενέργειας, ακόμη και ηλεκτρικών αυτοκινήτων, επαναφορτιζόμενων εργαλείων.
Οι δήθεν καθ' ύλην αρμόδιοι υπουργοί και τεχνοκράτες με ευκολία καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι "η ΛΑΡΚΟ δεν έχει μέλλον", αλλά επίσης εύκολα διαπιστώνει κανείς ότι δεν γνωρίζουν ούτε το προϊόν που παράγει η ΛΑΡΚΟ, σε ποιες αγορές απευθύνεται, πού αξιοποιείται και πώς το προϊόν της είναι πυλώνας για την ανάπτυξη της βιομηχανίας στην Ελλάδα.
Ακόμη και με στενά οικονομικά κριτήρια να μελετήσει κανείς τη ΛΑΡΚΟ με τη δραστηριότητα που έχει μέχρι σήμερα, παρά την απαξίωση, την 18ετία 2000 - 2018 πρόσφερε στο ΑΕΠ σχεδόν 5 δισεκατομμύρια δολάρια συνάλλαγμα.
Εύλογα γεννάται το ερώτημα εάν η στάση αυτή υποκρύπτει άγνοια ή στοχευμένη και συστηματική προσπάθεια επίτευξης συμφερόντων απαξίωσης των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας μας».
Παράλληλα, τα σωματεία της ΛΑΡΚΟ ξεσκεπάζουν τις συκοφαντίες και τα ψέματα της κυβέρνησης και των μηχανισμών της για δήθεν «εργαζόμενους που κάθονται και πληρώνονται από τον κρατικό προϋπολογισμό», παραθέτοντας μία σειρά οικονομικά στοιχεία.
Συγκεκριμένα, σημειώνουν ότι το διάστημα από τον Μάρτιο του 2020, που μπήκε ειδικός διαχειριστής, μέχρι τον Αύγουστο του 2022 που σταμάτησε η κυβέρνηση την παραγωγή, η ΛΑΡΚΟ είχε εισπράξει μόνο από την πώληση της παραγωγής 350 εκατομμύρια, ενώ η μισθοδοσία των εργαζομένων για αυτό το διάστημα ήταν 50 εκατ. ευρώ. Επίσης ότι από το σταμάτημα της παραγωγής μέχρι τώρα, η ΛΑΡΚΟ έχει εισπράξει από πώληση προϊόντων και ρύπων 40 εκατ. ευρώ, ενώ η μισθοδοσία των εργαζομένων ήταν 20 εκατ.
Σημειώνουν ότι από τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι οι εργαζόμενοι της ΛΑΡΚΟ δεν πληρώνονται από τον κρατικό προϋπολογισμό αλλά από την εργασία τους και τονίζουν ότι αυτό που θα κοστίσει στον κρατικό προϋπολογισμό είναι τα προγράμματα ανεργίας και φτώχειας όπου τους στέλνει η κυβέρνηση, ενώ «η "οικονομική αιμορραγία στον κρατικό προϋπολογισμό" που αξιοποιείται από την κυβέρνηση ως "επιχείρημα", δεν είναι οι εργαζόμενοι, είναι το σχέδιο της κυβέρνησης».
Προσθέτουν ότι η ΛΑΡΚΟ έχει στα ταμεία της 18 εκατ. ευρώ από πωλήσεις ρύπων και τα οποία μπορούν να αυξηθούν το επόμενο διάστημα, ώστε να καλύψουν τη μισθοδοσία των εργαζομένων και να χρηματοδοτήσουν εργασίες συντήρησης και προετοιμασίας επαναλειτουργίας. Υπογραμμίζουν ότι το σχέδιο της κυβέρνησης απέτυχε και ξοδεύτηκαν 110 εκατ. ευρώ από τον κρατικό προϋπολογισμό για την απαξίωση, το κλείσιμο και το ξεπούλημα της ΛΑΡΚΟ, ενώ σύμφωνα με τις προτάσεις των εργαζομένων, τα χρήματα αυτά, σε συνδυασμό με τις εισπράξεις από την άνοδο ρεκόρ της τιμής του νικελίου την περίοδο 2021-23, θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για την ανάπτυξη της ΛΑΡΚΟ με κριτήριο το όφελος της οικονομίας της χώρας μας, το άνοιγμα νέων θέσεων εργασίας, το όφελος των τοπικών κοινωνιών.