Στις πλάτες των εργαζομένων στα σχολεία μετακυλίει και την ευθύνη για το άνοιγμά τους
«Δεν θα αναφερθώ εκτενώς στις πολλές πρωτοβουλίες που ανέλαβε η Ελλάδα εν μέσω της πανδημίας. Αλλά θέλω να επισημάνω ορισμένες από αυτές που θεωρώ πως έχουν ιδιαίτερη σημασία», είπε ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης, κάνοντας λόγο για τις τηλεφωνικές γραμμές υποστήριξης. Κι αυτά, όταν η πληρότητα στις κλίνες των γενικών και ψυχιατρικών δημόσιων νοσοκομείων ξεπερνά σταθερά το 140%, μέχρι και το 200%, με ψυχικά ασθενείς να στοιβάζονται σε ράντζα, όταν υπάρχουν 479 δημόσια κρεβάτια, ενώ χρειάζονται 3.000 κρεβάτια (οι ανάγκες είναι καλυμμένες μόνο κατά 19%). Τα 6 από τα 9 ψυχιατρικά νοσοκομεία έχουν κλείσει εδώ και μια δεκαετία και δεν άνοιξε ούτε ένα. Η χώρα άλλωστε χρειάζεται 90 Κέντρα Ψυχικής Υγιεινής (ΚΨΥ), αλλά διαθέτει αυτήν τη στιγμή μόλις 37. Υπάρχουν 2.400 θέσεις σε στεγαστικές δομές, ενώ χρειάζονται τουλάχιστον 3.900. Συνολικά υπάρχουν 6.000 θέσεις αποκατάστασης, ενώ χρειάζονται 19.000.
Ο πρωθυπουργός δεν δίστασε επίσης να συνδέσει το θέμα της Ψυχικής Υγείας των παιδιών με την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού των εκπαιδευτικών «για να είμαστε και εμείς σε θέση να ξανανοίξουμε τα σχολεία μας με ασφάλεια και με τα λιγότερα δυνατά προβλήματα τον Σεπτέμβριο». Οταν η κυβέρνηση για τρίτη σχολική χρονιά δεν παίρνει ούτε ένα μέτρο για να θωρακίσει τα σχολεία από την πανδημία, να δημιουργήσει ολιγομελή τμήματα, κατάλληλες αίθουσες, να προσλάβει μόνιμο προσωπικό, να διεξάγονται συχνά και καθολικά τεστ με ευθύνη του κράτους.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο υπουργός Υγείας, Β. Κικίλιας, μετακυλίοντας την ευθύνη «να κρατήσουμε τα σχολεία ανοιχτά» σε όσους δουλεύουν στα σχολεία, «οι οδηγοί των σχολικών λεωφορείων, όσοι δουλεύουν στη φύλαξη των σχολείων πρέπει να εμβολιαστούν», ενώ απαίτησε «σύμπνοια» στο εγκληματικό έργο της κυβέρνησης.
Για «τολμηρά βήματα της κυβέρνησης εν μέσω πανδημίας για την Ψυχική Υγεία» έκανε λόγο η αρμόδια υφυπουργός Ζ. Ράπτη.
Να σημειωθεί ότι ολόκληρες περιοχές στην Ελλάδα μένουν ακάλυπτες και οι ασθενείς στην καλύτερη περίπτωση μεταφέρονται στα εναπομείναντα ψυχιατρικά νοσοκομεία της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, με τεράστιο οικονομικό και ψυχολογικό κόστος για τις οικογένειές τους. Κατεσταλμένοι και διεγερτικοί ασθενείς είναι δίπλα - δίπλα, λόγω ανυπαρξίας ειδικών χώρων για την κάθε περίπτωση. Πολλοί έφηβοι νοσηλεύονται σε Ψυχιατρικές Κλινικές Ενηλίκων εξαιτίας της ανυπαρξίας κατάλληλων δομών, ενώ οι Ψυχογηριατρικές δομές και δομές Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης είναι ανύπαρκτες.