Αποσπάσματα από την ομιλία του Μάκη Παπαδόπουλου, μέλους του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ
Κατάμεστη ήταν η αίθουσα την ώρα της εκδήλωσης |
«Ο Μαρξ, που φέτος συμπληρώνονται 200 χρόνια απ' τη γέννησή του, σημειώνει στο έργο του "Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη", ότι οι άνθρωποι γράφουν οι ίδιοι την ιστορία τους, δεν τη γράφουν όμως αυθαίρετα, κάτω από ελεύθερες συνθήκες που διάλεξαν μόνοι τους, μα κάτω από αντικειμενικές συνθήκες στις οποίες βρέθηκαν, εννοώντας τις εκάστοτε σχέσεις παραγωγής.
Για να κατανοήσουμε λοιπόν τις εξελίξεις, ας δούμε συνοπτικά την εξέλιξη της καπιταλιστικής οικονομίας στη Γαλλία τη συγκεκριμένη περίοδο.
Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο εφαρμόζεται στη Γαλλία ένα κρατικό σχέδιο εκσυγχρονισμού και υποδομής, που είχε επεξεργαστεί ο Ζαν Μονέ, με χρηματοδότηση ενός μέρους των επενδύσεων από το αμερικανικό Σχέδιο Μάρσαλ. Μετά το 1954 ο ρυθμός αύξησης της γαλλικής βιομηχανικής παραγωγής φτάνει το 9-10% ετησίως. Αποκτούν μεγάλο δυναμισμό οι σύγχρονοι κλάδοι της παραγωγής πυρηνικής ενέργειας, της αεροδιαστημικής, της ηλεκτρονικής τεχνολογίας, συγκριτικά με άλλες ισχυρές ευρωπαϊκές καπιταλιστικές οικονομίες. Το 1968 δεν εκδηλώνεται καπιταλιστική κρίση στη Γαλλία. Αντίθετα, την περίοδο 1969 - 1973 η Γαλλία εμφανίζει τον δεύτερο υψηλότερο δείκτη ανάπτυξης μετά την Ιαπωνία.
Καθώς ο συσχετισμός αλλάζει, ο στρατηγός Ντε Γκολ ως εκφραστής της γαλλικής αστικής πολιτικής διαφοροποιείται αρκετά από επιλογές των ΗΠΑ.
Το 1966 η Γαλλία αποσύρεται από το στρατιωτικό σκέλος και την οργανωτική δομή του ΝΑΤΟ. Δημιουργείται γαλλικό δίκτυο εμπλουτισμού του ουρανίου για εγχώρια παραγωγή πυρηνικών όπλων.
Στις διεργασίες ίδρυσης και εξέλιξης της ΕΟΚ, ο Ντε Γκολ αντιπαραθέτει την "Ευρώπη των κρατών" απέναντι στις προτάσεις για υπερεθνικούς θεσμούς και κοινή ευρωπαϊκή εξωτερική και αμυντική πολιτική. Βάζει βέτο στην ένταξη της Μεγάλης Βρετανίας το 1963, την οποία θεωρεί "δούρειο ίππο" των ΗΠΑ.
Ολοι κατανοούμε γιατί υπήρξε αμερικανική αντίδραση στην πολιτική Ντε Γκολ και οξύνθηκαν οι ενδοαστικές αντιθέσεις στη Γαλλία. Η αυτοτελής και πολύμορφη μεταπολεμική δράση στη Γαλλία του αμερικανικού παράγοντα, σε συνεργασία με τις πιο φιλοατλαντικές δυνάμεις της γαλλικής αστικής τάξης, δεν περιορίστηκε μόνο στον περιορισμό της επιρροής του ΓΚΚ και στην καλλιέργεια του αντικομμουνισμού, αλλά αφορούσε μετά από ένα διάστημα στην αστική πίεση και στην υπονόμευση της πολιτικής κυριαρχίας του Ντε Γκολ.
Αφού διαπιστώσαμε τι συνέβαινε στο αστικό στρατόπεδο, ας δούμε τώρα, τι συνέπειες είχαν αυτές οι εξελίξεις στην εργατική τάξη, στους φοιτητές, στη νεολαία;
Τη συγκεκριμένη περίοδο του 1968 δεν είχαμε μια ραγδαία επιδείνωση, μια απότομη αύξηση της απόλυτης εξαθλίωσης της εργατικής τάξης σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, ούτε είχε ξεσπάσει βαθιά καπιταλιστική κρίση.
Τι είχαμε λοιπόν; Στη δεκαετία του '60 ενισχύθηκε η τάση σχετικής εξαθλίωσης της εργατικής τάξης σε σχέση με τον πλούτο που παρήγαγε, τον οποίο καρπώνονταν η αστική τάξη, οι μεγαλομέτοχοι των μονοπωλιακών ομίλων. Οι εργάτες έβλεπαν εμπειρικά να μεγαλώνει η απόσταση ανάμεσα τις σύγχρονες ανάγκες τους και τη διαθέσιμη αγοραστική τους δύναμη.
Στην εποχή που βρισκόμαστε, η εργατική τάξη δεν μπορούσε πλέον να μείνει ικανοποιημένη απ' την κάλυψη μόνο στοιχειωδών αναγκών όπως της ένδυσης και της καθημερινής διατροφής. Την απασχολούσε η ανάγκη για περισσότερο ελεύθερο χρόνο, δημιουργικό περιεχόμενο της δουλειάς, εξάλειψη της ανασφάλειας για το μέλλον, ουσιαστική μόρφωση των παιδιών της, βελτίωση της προστασίας της υγείας της.
Ετσι, στη δεκαετία του '60 έχουμε τη θεαματική μαζικοποίηση της εισόδου φοιτητών στα πανεπιστήμια. Αυτό μεταβάλλει τη σύνθεση των φοιτητών ως προς την ταξική τους καταγωγή, αλλά κυρίως διαφοροποιεί την ταξική τους προοπτική. Εμφανίζεται για μερίδα αποφοίτων για πρώτη φορά ο κίνδυνος της ανεργίας και της κακοπληρωμένης μισθωτής εργασίας με εκτελεστικό ρόλο. Με άλλα λόγια, εμφανίζεται η τάση προλεταριοποίησης.
Αυτό που έχει σημασία να κατανοηθεί είναι η καθοριστική αρνητική επίδραση της ρεφορμιστικής γραμμής, των αυταπατών για κοινοβουλευτικό πέρασμα στο σοσιαλισμό, με κυβέρνηση συνεργασίας σοσιαλδημοκρατών κομμουνιστών. Αυτή η στρατηγική οδήγησε το ΓΚΚ να στοιχίζεται συχνά σαν εκκρεμές στις ενδοαστικές αντιθέσεις στη Γαλλία ανάμεσα στους φιλοατλαντιστές αστούς και στους γκολικούς.
Την ώρα που οι σύγχρονες ανάγκες για το δικαίωμα στη δουλειά, για περισσότερο ελεύθερο χρόνο, για δημιουργικό περιεχόμενο της εργασίας, για ουσιαστική αξιοποίηση του επιστημονικού δυναμικού ως παραγωγικής δύναμης για την κοινωνική ευημερία φωτίζουν την ανάγκη να ξεριζωθεί ο δρόμος ανάπτυξης με γνώμονα το καπιταλιστικό κέρδος, το ΓΚΚ καθηλώνει τη μαχητικότητα και τη δυναμική του εργατικού κινήματος σ' ένα οικονομικό πλαίσιο πάλης που περιορίζεται στην αύξηση μισθών, στη μείωση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, στις 40 ώρες δουλειάς τη βδομάδα.
Αυτοί οι οικονομικοί στόχοι δεν συνδέονται ούτε διακηρυκτικά με την ανάγκη συνολικής σύγκρουσης με την εξουσία του κεφαλαίου, το ΝΑΤΟ και την ΕΟΚ.
Ο μόνος πολιτικός στόχος που τέθηκε ήταν η παραίτηση της κυβέρνησης Ντε Γκολ και η ανάδειξη της λεγόμενης "λαϊκής κυβέρνησης", στο έδαφος του καπιταλισμού.
Η αδυναμία του ΓΚΚ να εκφράσει με ριζοσπαστικό πρόγραμμα πάλης με αντικαπιταλιστική κατεύθυνση την απαίτηση για ικανοποίηση των σύγχρονων κοινωνικών αναγκών, συνέβαλε και στην άνθηση αστικών και μικροαστικών αντιλήψεων, που με τη σειρά τους βοηθούσαν στην εμφάνιση μαζικής αντικομμουνιστικής δράσης και στον αφοπλισμό του εργατικού κινήματος.
Τον Μάη του '68 δεν εκδηλώθηκε σχεδιασμένη και οργανωμένη επίθεση της εργατικής τάξης και των συμμάχων της για την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου.
Αφενός δεν υπήρχαν ακόμα πλήρως οι αντικειμενικές συνθήκες που να το επιτρέπουν, δεν υπήρχε ακόμα επαναστατική κατάσταση, αφετέρου το ΚΚ δεν ξεδίπλωσε επαναστατική πολιτική που να καθοδηγεί το εργατικό κίνημα σ' αυτήν την κατεύθυνση, λόγω της ρεφορμιστικής στρατηγικής του.
Υπήρξε όμως οξυμένη ταξική σύγκρουση, υπήρξε σημαντική άνοδος του εργατικού κινήματος που δημιουργούσε αντικειμενικά ευνοϊκές συνθήκες για την κλιμάκωση της ταξικής πάλης σε κατεύθυνση σύγκρουσης και ρήξης με την εξουσία του κεφαλαίου. Αυτό που σχηματικά περιγράφουμε ως "μη επαναστατικές συνθήκες" δεν είναι μια ακίνητη, αμετάβλητη, παγιωμένη κατάσταση.
Το ΓΚΚ μπορούσε και έπρεπε να κλιμακώσει και να αναβαθμίσει την πολιτική πάλη του εργατικού κινήματος σημαδεύοντας τον πραγματικό αντίπαλο, την εξουσία της αστικής τάξης, ανοίγοντας και βαθαίνοντας τη ρωγμή στην πολιτική κυριαρχία της. Μπορούσε να διορθώσει τη ρεφορμιστική γραμμή του και να γονιμοποιήσει πολιτικά τον μαχητικό ενθουσιασμό που εμφανίστηκε σε αρκετές καταλήψεις εργοστασίων.
Η πορεία του Μάη του '68 μας διδάσκει πάνω απ' όλα τους όρους για να παραμείνει ένα ΚΚ επαναστατική πρωτοπορία της εργατικής τάξης. Αυτός ο ρόλος δεν χαρίζεται και δεν απονέμεται μια για πάντα απ' την Ιστορία. Κάθε ΚΚ, για να παραμείνει στην πράξη και όχι στα λόγια επαναστατική πρωτοπορία, πρέπει συνεχώς να μελετά αυτοκριτικά την ιστορική πείρα της ταξικής πάλης, να ερμηνεύει τις σύγχρονες εξελίξεις, να επεξεργάζεται κατάλληλη στρατηγική που να φωτίζει την ανάγκη της σοσιαλιστικής επανάστασης, του σοσιαλισμού, για την ικανοποίηση των σύγχρονων κοινωνικών αναγκών. Να ξεδιπλώνει μαχητικά κατάλληλη πολιτική, που να βοηθά στην κλιμάκωση της ταξικής πάλης, να βαθαίνει και να διευρύνει τους δεσμούς του με την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, να εδραιώνει τον αντικαπιταλιστικό προσανατολισμό του εργατικού κινήματος, να συμβάλλει στην οικοδόμηση της κοινωνικής συμμαχίας.
Το Κόμμα μας προσπαθεί καθημερινά και επίμονα να ανταποκριθεί σε όλα αυτά τα καθήκοντα. Διδασκόμαστε απ' τα 100 χρόνια αγώνων και θυσιών του ηρωικού ΚΚΕ, αλλά και απ' την πείρα - θετική και αρνητική - του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος.
Μελετώντας σημαντικές ιστορικές στιγμές, όπως αυτή του Μάη του '68 στη Γαλλία, δεν αισθανόμαστε καμιά απογοήτευση για αγώνες που πήγαν τάχα χαμένοι.
Κρατάμε από τον Μάη του 1968 την εικόνα εκατοντάδων χιλιάδων εργατών και φοιτητών που βαδίζουν μαζί στο δρόμο στην καρδιά του αναπτυγμένου καπιταλισμού, τραγουδώντας τη "Διεθνή". Και συνεχίζουμε τον αγώνα για να βαδίσουμε σε αυτόν το δρόμο μέχρι το τέλος, για να πάρει τελικά η εργατική τάξη την εξουσία, στην πραγματική ζωή και όχι στη φαντασία μας».